Η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου (1893- 7 Ιανουαρίου 1972) υπήρξε μια από τις σημαντικότερες στιχουργούς του ελληνικού λαϊκού τραγουδιού. Γεννήθηκε στο Αιδίνι της Μικράς Ασίας, αναγκάστηκε όμως να έλθει στην Ελλάδα μετά την μικρασιατική καταστροφή. Ζώντας μια έντονη και περιπετειώδη ζωή, στην Ελλάδα αρχικά σταδιοδρόμησε ως ηθοποιός, δασκάλα και ποιήτρια, ενώ αργότερα αναδείχθηκε σε σπουδαία λαϊκή στιχουργό. Ξεκίνησε να γράφει στίχους το 1948 εξαναγκαζόμενη από το προσωπικό της πάθος (χαρτοπαιξία), τροφοδοτώντας με αυτό τον τρόπο, έναντι ευτελούς οικονομικής αμοιβής, όλους τους επώνυμους συνθέτες της εποχής της με αριστουργηματικά τραγούδια. Πάμπολλα τραγούδια της έγιναν επιτυχίες. Στίχους της συναντάμε σε μια πλειάδα λαϊκών επιτυχιών: Πήρα τη στράτα κι έρχομαι, Αντιλαλούνε τα βουνά, σε μουσική Τσιτσάνη, Ηλιοβασιλέματα, Περασμένες μου αγάπες, σε μουσική Χιώτη, Δυο πόρτες έχει η ζωή, Φεύγω με πίκρα στα ξένα, που τραγούδησε ο Καζαντζίδης, Θα βρω μουρμούρη μπαγλαμά, Όνειρο απατηλό, σε μουσική Καλδάρα, Συρματοπλέγματα βαριά, σε μουσική Μπακάλη, Είμαι αϊτός χωρίς φτερά σε μουσική Χατζιδάκη, Πετραδάκι-πετραδάκι, Του ντερβίση το πιοτό και Τι να σου κάνει μια καρδιά, σε μουσική που έγραψε ο Αντώνης Κατινάρης και άλλα πολλά. Το πρώτο της τραγούδι που μελοποιήθηκε από τον Τσιτσάνη είναι το “Για μια γυναίκα χάθηκα”, που γραμμοφωνήθηκε στις 15 Μαρτίου 1951, ενώ με παραγγελία του είχε γράψει τους στίχους για το γνωστό σε όλους πλέον τραγούδι “Τα καβουράκια” του οποίου την τελική διαμόρφωση των στίχων, όπως τους γνωρίζουμε σήμερα, είχε ο Τσιτσάνης. Η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου ήταν μια από τις σπουδαιότερες στιχουργούς, η οποία χάρη στο τρομακτικό ταλέντο της τροφοδότησε το ελληνικό λαϊκό τραγούδι με μεγάλο αριθμό εξαίρετων δημιουργιών, μερικές από τις οποίες θα παραμείνουν για πάντα άγνωστες, καθώς μόνο ένα μικρό μέρος αυτών που έγραψε είναι καταχωρημένο στο όνομά της. Η ίδια δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ για την αναγνώριση του έργου της και για την είσπραξη δικαιωμάτων, με αποτέλεσμα, παρά την επιτυχία των τραγουδιών της, να πεθάνει φτωχή. Λίγοι είναι αυτοί που της έδωσαν τα δικαιώματά της από τους στίχους της – φωτεινές εξαιρέσεις ο Απόστολος Καλδάρας και ο Μάνος Χατζιδάκις που πάντα της έδιναν τα δικαιώματά της. Να αναφέρουμε χαρακτηριστικά ότι το «Δυο πόρτες έχει η ζωή», σε μουσική κι ερμηνεία Στέλιου Καζαντζίδη, το πούλησε έναντι 250 δραχμών. Ο λαϊκός βάρδος είχε παραδεχτεί αργότερα δημοσίως ότι οι στίχοι του τραγουδιού ανήκαν στην Ε. Παπαγιαννοπούλου. Δε συνέβη, όμως, το ίδιο με άλλους δημιουργούς. Όταν η στιχουργός σε συνεντεύξεις της διεκδίκησε την πατρότητα των στίχων για τα «Καβουράκια», ο Βασίλης Τσιτσάνης βγήκε να τη διαψεύσει, αναφέροντας ότι ύστερα από παραγγελία του, του είχε πάει απλώς ένα προσχέδιο, το οποίο ο συνθέτης το άλλαξε… Πάντως, η ίδια δεν πρόλαβε να δει το όνομά της τυπωμένο δίπλα από τον τίτλο των τραγουδιών της… Η Ε. Παπαγιαννοπούλου, η μοναδική μαστόρισσα που με τις «σταυροβελονιές» των στίχων της τραγουδήθηκε από χιλιάδες, ή καλύτερα εκατομμύρια κόσμου, η «γριά» που πουλούσε τα τραγούδια της για πενταροδεκάρες, υπήρξε μια πολυδιάστατη, μοναδική προσωπικότητα. Πρωτοπόρα για την εποχή της, έζησε τη ζωή με πάθος, έγραψε με πάθος, προσφέροντας στο λαϊκό μας πολιτισμό στίχους μοναδικούς, αθάνατους. “Εγώ γράφω τραγούδια και τα πουλώ. Από κει και πέρα δεν ανακατεύομαι αν θα πιάσουν ή όχι, αν θα βγουν ή δε θα βγουν σε δίσκους. Μόλις τα παραδώσω, υπογράφω και μια δήλωση παραιτήσεως από διάφορα δικαιώματα, ας πούμε απαρνούμαι τα πνευματικά μου τέκνα…”, δήλωνε σε συνέντευξή της ( εφημερίδα Ακρόπολις ) το 1960 «Κάθησε. Μπορεί να είναι η τελευταία μου συνέντευξη και θέλω να τα πω όλα. Ξέρεις με τόσα σουξέ γιατί δεν αξιοποιήθηκα οικονομικώς; Γιατί μετά το θάνατο της κόρης μου το 1960, για να ξεχάσω στράφηκα στα χαρτιά. Ήταν η καταστροφή μου. Ξενύχτια, εμπνεύσεις, μόχθος, χάθηκαν πάνω στην πράσινη τσόχα. Όλα έγιναν καπνός.
0 Comments
Leave a Reply. |
APXEIO
May 2024
Click to set custom HTML
Click to set custom HTML
|