ΓΡΑΦΕΙ Η Μίνα Σαμψών Ιούλιος 2017. 45 χρόνια μετά και οι μνήμες πάντα έντονες, σαν να έγιναν όλα χθες. Την ιστορία την είδες να εξελίσσεται μπροστά σου, μέσα στο ίδιο σου το σπίτι αλλά κανείς δεν μπορεί ή ίσως δεν θέλει να σε ακούσει γιατί τότε ήσουν μόλις 5 και τι μπορεί να θυμάσαι εσύ; Και αν όντως θυμάσαι κάποια πράγματα όπως λες, γιατί να σε πιστέψουν εσένα γλυκιά μου όταν εσύ είσαι το παιδί του «μοναδικού ενόχου», του «μεγαλύτερου προδότη» και λογικά θα θες να καλύψεις τον πατέρα σου γιατί κανένα παιδάκι δεν θέλει να του κατηγορούν τον γονιό. Και όμως εκείνα που εγώ θυμάμαι και όσες εικόνες υπάρχουν καταγεγραμμένες στο μυαλό από εκείνη την μαύρη εποχή, δεν με ενδιαφέρει πια αν μου τα αμφισβητήσει κανείς. ξέρω με σιγουριά τη δική μου αλήθεια, τα δικά μου βιώματα, χωρίς δικαιολογίες και ελαφρυντικά για κανένα, ούτε για τον ίδιο μου τον πατέρα, γιατί στην τελική όλα εκείνα είναι αυτά που σε μεγάλο βαθμό διαμόρφωσαν τη γυναίκα που είμαι σήμερα.
Βράδυ πρωτοχρονιάς στο σπίτι μας. Μπαίνει το 1974. Όλα εκείνη τη χρονιά μοιάζουν ιδανικά. Ο πατέρας μου έχει το πρώτο του παιδί όπως αποκαλεί την εφημερίδα του, τη «Μάχη» που σαρώνει, είναι πρώτη σε κυκλοφορία και η μια αποκλειστικότητα διαδέχεται την άλλη. Έχει πάντα τα άλογα του, τους φίλους του, τα πολιτικά του, τα ποδοσφαιρικά του και κυρίως την τεράστια αγάπη του κόσμου που στο πρόσωπο του βλέπουν τον ήρωα των αγώνων τους. Είναι πια υγιής μετά από την τεράστια περιπέτεια που του προκάλεσαν τα φρικτά βασανιστήρια των Άγγλων και που κράτησε τους γονείς μας καιρό μακριά μας αφού πήγαν στην Αμερική για να σωθεί. Ζούμε στη Φάρμα. Το σπίτι μας πάντα γεμάτο με κόσμο που μπαινοβγαίνει αφού ο πατέρας θέλει ή μάλλον απαιτεί η πόρτα μας να είναι πάντα ανοικτή για όλους και ειδικά για αυτούς που χρειάζονται βοήθεια. Εκείνο το βράδυ στην κοπή της βασιλόπιτας το μαχαίρι σπάει στα δύο στα χέρια του πατέρα μου και η μάνα μου- πάντα προληπτική- θυμάμαι να λέει ανήσυχα πως μεγάλο κακό θα μας βρει στη χρονιά που μόλις μπαίνει. Κανείς δεν της δίνει σημασία, το γλέντι για τον ερχομό του νέου χρόνου συνεχίζει αλλά παρατηρώ τη μητέρα μου, αμέτοχη, σιωπηλή και συνοφρυωμένη. 12 Ιουλίου 1974. Της Αγίας Βερονίκης και η μητέρα γιορτάζει. Στο σπίτι ο πατέρας ετοιμάζει πάρτι για χάρη της και θυμάμαι πως με αφήνουν να βοηθήσω και εγώ στο άναμμα του φούρνου στην πίσω αυλή. Εκείνη τη μέρα, σύμφωνα με το «επίσημο» έγγραφο όπως λένε οι βουλευτές που εξέτασαν τον Φάκελο της Κύπρου, έχει τον πατέρα μου στον Πόρο να οργανώνει το πραξικόπημα. Τρεις μέρες πριν από τις 15 Ιουλίου, γράφει. Άρα, 12 του μήνα. Είμαι σίγουρη για την μέρα γιατί γιορτάζει η Βέρα μου! Μου λένε τώρα πως μπορεί να κάνει και ένα μικρό λαθάκι στην ημερομηνία αυτό το επίσημο έγγραφο αλλά ένας φίλος κάποιου φίλου «είδε» τον πατέρα μου στην Ύδρα ή στον Πόρο ή σε κάποιο νησί εκεί γύρω δεν είναι και πολύ σίγουρος. Τι να πω! Η δική μου αλήθεια λέει πως είμαστε στη Φάρμα και έχουμε γιορτή! 14 Ιουλίου 1974 Κυριακή. Περνάμε τη μέρα με τον αδελφό μου και τον πατέρα στην πισίνα που έφτιαξε για μας. Με μαθαίνει να βουτάω με το κεφάλι και είναι τόσο περήφανος που τα καταφέρνω που τον θυμάμαι να με χειροκροτεί δυνατά. Το απόγευμα φεύγει για γάμους, θα μπει πρώτος κουμπάρος σε γάμο στη Λύση και μετά τον ακούω πως θα πάει στη Τύμπου. Μου φαίνεται αστείο το όνομα και γελάμε παρέα. Φεύγει και γυρνά ξημερώματα. 15 Ιουλίου 1974 Ξυπνάμε νωρίς. Κολυμπάμε. Η μητέρα μου φεύγει πρώτη από το σπίτι για δουλειά. Εμείς με τον πατέρα και τους αστυνομικούς του τρώμε πρόγευμα στη σκεπαστή βεράντα. Ακούγονται πυροβολισμοί. Σηκώνεται ο πατέρας, τον θυμάμαι ανήσυχο, μας φιλά και μας λέει πως πάει να μάθει τι γίνεται. Μένουμε στο σπίτι μόνοι μας με την κοπέλα. Συνεχίζουμε αμέριμνοι το παιχνίδι μας χωρίς να υποψιαζόμαστε ότι όλα εκείνη τη στιγμή αλλάζουν. Θυμάμαι πως ο πατέρας μου μετά από λίγη ώρα ξαναγυρνά και μαζί του είναι και κάποιοι νεαροί φαντάροι. Δείχνουν φοβισμένοι και ο πατέρας μου εξηγεί πως έχουν χαθεί. Πρέπει μα τους γυρίσει στη μονά τους. Δεν τον ξαναβλέπουμε. Το μεσημέρι η μητέρα είναι στο σπίτι και κλαίει. Μπαίνει μέσα ένας από τη συνοδεία του πατέρα και της λέει πως ο Νίκος μας ψάχνει να βρει συγκεκριμένους ανθρώπους για να αναλάβουν. Δεν καταλαβαίνω τι, αλλά τα ονόματα που αναφέρει τα θυμάμαι ξεκάθαρα. Όπως θυμάμαι και τα πρόσωπα κάποιων «επώνυμων» και «ισχυρών» σήμερα, που πρώτοι λιθοβόλησαν και εγκατέλειψαν εκ των υστέρων τον πατέρα μου να μπαίνουν εκείνη τη μέρα στο σπίτι μας. Θέλουν να συγχαρούν τη μητέρα μου που συνεχίζει να κλαίει γιατί εκείνη βλέπει τη προδοσία ξεκάθαρα. Της ζητούν να συναντηθούν με τον πατέρα μου για να του «ευχηθούν». Ο πατέρας μου όμως δεν έρχεται πια στο σπίτι και η τραγωδία που λάβωσε για πάντα την πατρίδα μας βρήκε στο πρόσωπο του τον απόλυτο πρωταγωνιστή… Υ.Γ. Δεν απαλλάσσω, δεν ηρωοποιώ, ούτε δικαιολογώ κανέναν. Απλά παραθέτω λίγα από τα πολλά γεγονότα που είμαι σε θέση να γνωρίζω γιατί τα έχω ζήσει.
2 Comments
COSTAKIS GEORGIADES
25/7/2017 18:17:14
GIA MAS STHN NEAPOLI TOY XROSTOYME APO TO 1963
Reply
Mina Sampson
29/7/2017 08:07:20
Σας ευχαριστώ πάρα πολύ για τα καλά σας λόγια να είστε πάντα καλά
Reply
Leave a Reply. |
APXEIO
January 2024
Click to set custom HTML
Click to set custom HTML
|