Ξεκινώ που λέτε και ‘γω ήρεμα και σε αρκετά καλή διάθεση, θα έλεγα, να πάω σε ένα πολύ δύσκολο επαγγελματικό ραντεβού που έχω στις επτά και παρόλο που γνωρίζω ότι με περιμένει μια δύσκολη συνάντηση, προσπαθώ να βλέπω τα πράγματα θετικά και με αισιοδοξία. «Όλα θα πάνε καλά Μινάκι μου, θα καταφέρεις να βρεις μια λύση», λέω στον εαυτό μου και γεμάτη αυτοπεποίθηση μπαίνω στο αυτοκινητάκι μου, βάζω τη ροκ μουσικούλα μου -και όχι ένα Πάριο σαν τον Χριστοφόρου- και ξεκινώ εντελώς ανυποψίαστη για το τι έχω να τραβήξω στο επόμενο μισάωρο! Σταματώ στο πρώτο βενζινάδικο που βρίσκω, γιατί το αυτοκίνητο μου δεν έχει στάλα βενζίνης και σίγουρα θα μείνω σύξυλη. Είναι κλειστό, λογικά, αφού είναι περασμένες οι έξι. Παίρνω το τελευταίο χαρτονομισματάκι που υπάρχει στο πορτοφόλι μου, κυριολεκτικά το τελευταίο, και προχωρώ προς το μηχάνημα αυτόματης εξυπηρέτησης. Το τοποθετώ στο γνωστό σημείο που τοποθετεί όλος ο κόσμος τα λεφτά του για να βάλει βενζίνη, το τραβά μέσα… «τζζζ»… το ξαναβγάζει έξω, το ξανατοποθετώ με πολύ ψυχραιμία και αφού το ισιώνω και το ξανα-ισιώνω, ακούω το γνωστό ήχο και να το πάλι έξω… μέσα έξω, μέσα έξω … ωραίο το παιγνιδάκι σου, αλλά τελείωνε έχουμε και δουλειά! Εντωμεταξύ κανείς χριστιανός να μην μπαίνει στο βενζινάδικο για να ζητήσω βοήθεια. Να μην σας τα πολυλογώ πέρασε κανά δεκάλεπτο με αυτό το χαβά, εγώ να σταυρώνω το χαρτονόμισμα μου, να το χαϊδεύω, να του μιλώ και να το βάζω μέσα και το μηχάνημα να έχει μουλαρώσει και να μου το ξερνάει πίσω… ξαφνικά γίνεται το θαύμα… το μηχάνημα αποφασίζει να κόψει την πλάκα και καταπίνει προς μεγάλη μου ανακούφιση τα καταταλαιπωρημένα μου λεφτουδάκια. Μπορώ επιτέλους να βάλω βενζίνη να πάω και ‘γω στην ευχή της Παναγίας και στο ραντεβού που λέγαμε!
Τρέχω σαν παλαβή, παίρνω την αντλία την βάζω στην υποδοχή και αρχίζω να γεμίζω. Στα τρία ευρώ ακριβώς η αντλία κάνει ένα παράξενο θόρυβο, το χερούλι της μαγκώνει και σταματά. Πατώ , ξαναπατώ… τίποτα. Η αντλία έχει μαγκώσει, τελεία και παύλα. Έχουν περάσει οι έξι και μισή και το ραντεβού στην άλλη άκρη της πόλης είναι στις επτά όπως σας είπα. Πίσω στο μηχάνημα, βρίσκω ένα αριθμό για έκτακτα περιστατικά. Το καλώ και ένας κυριούλης που με το «αλόου» που μου λέει καταλαβαίνω πως δεν έχει καμιά απολύτως όρεξη να μου μιλήσει. Μου λέει λοιπόν πως η αντλία που επέλεξα-άμα έχεις τύχη διάβαινε- είναι προβληματική. Α, καλά, εσένα περιμέναμε να μας το πεις! Το γεγονός ότι προβληματικά πάσης φύσεως είναι η ειδικότητα μου θεωρώ πως δεν είναι της παρούσης για να το αναλύσω με τον καλό αυτό κυριούλη που βαριέται που ζει. Προσπαθώντας να κρύψω τον εκνευρισμό και την αγωνία μου τον ρωτώ όσο πιο ήρεμα μπορώ γιατί δεν έβαλαν έστω μια κόλλα χαρτί που να γράφει χαλασμένο! «Αύριο θα βάλουμε, εσύ βάλε τώρα άλλα λεφτά και πήγαινε σε άλλη αντλία. Πέρνα αύριο να σου επιστρέψουμε τη διαφορά». Αχ καλέ μου άνθρωπε τι γαλλικά να σου πω τώρα και σένα και να μην παρεξηγηθώ… Βάλε εσύ την πινακίδα αύριο, να μην σου πω πού και σε πειράξει, και άσε με εμένα να κυκλοφορήσω άνετα και κυριλέ… με τρία ευρώ στην αυτοκινητάρα μου και την Πρωτοψάλτη να μου τραγουδά «να μπορούσα στα σύννεφα να ‘χα εγώ βενζινάδικο»! Ακυρώνω το ραντεβού λόγω τεχνικών δυσκολιών και γιατί παρουσιάζω ήδη έντονα σημάδια νευρικού κλονισμού… γυρνάω σπίτι με τα τρία μου ευρώ καβάντζα και μπαίνω κάτω από το πάπλωμα. Θα μείνω εδώ κρυμμένη μέχρι νεοτέρας!
0 Comments
Leave a Reply. |
APXEIO
January 2024
Click to set custom HTML
Click to set custom HTML
|