Εδώ και καιρό, κάθε πρωί Σαββάτου έβρισκα στο παρμπρίζ του αυτοκινήτου μου ένα μπουκετάκι λουλούδια, όχι από ανθοπωλείο, αλλά κομμένα από κάποια αυλή. Τα λουλουδάκια, αγριολούλουδα τα πιο πολλά, δεμένα όχι με κορδέλα, αλλά με ένα σπαγγάκι απλό και πάντα χωρίς σημείωμα ή κάποιο στοιχείο που να αποκαλύπτει τη ταυτότητα αυτού που μου τ’ αφήνει. Τη πρώτη φορά που τα βρήκα ξαφνιάστηκα, αλλά πρέπει να ομολογήσω πως κολακεύτηκα, μια και το μυαλό μου, αλλά και η γυναικεία μου φιλαρέσκεια, έπλασαν αμέσως σενάρια περί κρυφού θαυμαστή και ρομαντισμού βγαλμένου από ταινία εποχής.
Τα έβαλα σε βάζο στο δωμάτιο μου και το ίδιο συνέχισα να κάνω κάθε φορά που το μπουκετάκι έκανε την εμφάνιση του έτσι ξαφνικά στο παράθυρο του αυτοκίνητο μου γεμίζοντας με, πάντα, με ανάμεικτα συναισθήματα. Ενθουσιασμός, γιατί μέσα μου έλεγα «Κοιτά να δεις που περνά ακόμη η μπογιά σου», περιέργεια, γιατί ήθελα διακαώς να μάθω ποιος είναι ο κρυφός θαυμαστής, και φόβος μια και στον παράξενο κόσμο που ζούμε, ακόμη και ένα μπουκετάκι αγριολούλουδα φαίνεται καχύποπτο και ανησυχητικό. Το μπουκέτο συνέχισε να κάνει ανελλιπώς την εμφάνιση του κάθε Σάββατο και η δική μου περιέργεια για τον αποστολέα συνέχισε να μεγαλώνει μέχρι που μου έγινε σχεδόν εμμονή. Απ ΄την μιά αναρωτιόμουν ποια ήταν η τόσο ευγενική και ρομαντική ψυχή που κάθε Σάββατο τρύπωνε στην αυλή του σπιτιού μου, κρυφά και σιωπηλά, για να μου χαρίσει λίγα λουλούδια κομμένα απ’ τον κήπο του. Πόσο καιρό θα κράταγε αυτό το μυστικό; Γιατί ο κρυφός θαυμαστής δεν ήθελε να μάθω ποιος είναι; Γιατί δεν θέλησε να μου αφήσει ποτέ ένα σημείωμα; Απ’ την άλλη, το μυαλό μου στρόφαρε ανάποδα και σκεφτόμουν μήπως το μπουκέτο μου κρύβει κανένα παρανοϊκό δολοφόνο που παρακολουθεί τη ζωή μου κρυμμένος σε μια γωνιά και αφήνει τα λουλούδια έτσι για ξεκάρφωμα μέχρι να με ξεκάνει. Παρακολουθώ πολλές ταινίες τρόμου βλέπετε και κάπου είχα πετύχει μια με τέτοια εξέλιξη και άσχημο φινάλε για την παραλήπτρια της ανθοδέσμης. Μην μπορώντας άλλο να αντέξω το κρυφτούλι με τον αποστολέα του μπουκέτου μου, αποφάσισα το περασμένο Σάββατο που ήταν και Παραμονή Πρωτοχρονιάς να στήσω καρτέρι από το χάραμα για να λύσω επιτέλους το μυστήριο. Κρύφτηκα μέσα στα δέντρα, δίπλα από το αυτοκίνητο μου, και με αγωνία αλλά και φόβο περίμενα να εμφανιστεί. ή ο μεγάλος έρωτας ή ο δολοφόνος με το τσεκούρι και την ανθοδέσμη παραμάσχαλα για κάλυψη. Ξαφνικά άρχισαν να γαυγίζουν τα σκυλιά και άκουσα κάποιον να πλησιάζει. Σας το ορκίζομαι η καρδιά μου πήγε να σπάσει. Μια γριούλα πλησίασε με πολύ γρήγορα για την ηλικία της βήματα και με σίγουρες κινήσεις άφησε ένα μπουκετάκι λουλούδια στο αυτοκίνητο μου. Δεν μπορεί! Μα που είναι ο θαυμαστής, ο δολοφόνος έστω; Ποια είναι αυτή η γιαγιά και τι θέλει από μένα; «Με συγχωρείτε», της λέω. Και πλησιάζω πλήρως σαστισμένη και περίεργη. «Εσείς μου αφήνετε τα λουλούδια;» τη ρωτώ, και βλέποντας την καλύτερα ξέρω πως κάπου την έχω ξαναδεί. Μου χαμογελά και το πρόσωπο της είναι ότι πιο γλυκό έχω δει εδώ και καιρό. «Ναι μάνα μου. Δεν με κατάλαβες; Κόρη μου μένω στον συνοικισμό απέναντι. Πριν λίγο καιρό σταμάτησες με το αυτοκίνητο σου και με πήρες γιατί έβρεχε πολύ. Το ξέχασες; Εγώ μάνα μου δεν θα το ξεχάσω ποτέ!» Καλή χρονιά γιαγιούλα του συνοικισμού απέναντι, τα λουλούδια σου είναι ότι πιο όμορφο μου έχει συμβεί και ένα τεράστιο μάθημα ζωής. Σ’ ευχαριστώ! Μίνα
0 Comments
Leave a Reply. |
APXEIO
January 2024
Click to set custom HTML
Click to set custom HTML
|