Την βλέπω να κάθεται μόνη της σε μια κούνια παράμερα από τους υπόλοιπους καλεσμένους. Πρέπει να είναι γύρω στα δέκα και έχει τα μαλλιά της πλεξούδες σφικτές. Την πλησιάζω. Κάτι στο προσωπάκι της μου κάνει κλικ ενώ θέλω να μάθω γιατί ενώ είναι σε παιδικό πάρτι με κλόουν, μάγους και μουσική, αυτή προτιμά να μένει μακριά από τη γιορτή. «Θες να σε κουνήσω λιγάκι;» τη ρωτώ και το χαμόγελο της αυθόρμητο και τεράστιο σε μια φατσούλα όμως θλιμμένη. « Ό,τι θέλετε», μου απαντά.
«Γιατί δεν παίζεις εσύ με τα άλλα παιδάκια;», τη ρωτώ και μου σηκώνει μόνο τους ώμους της χωρίς να πει λέξη. Επιμένω... «Μα γιατί ήρθες στο πάρτι αφού θες να κάθεσαι μόνη σου κούκλα;», συνεχίζω και χωρίς να το πολυσκεφτώ την σπρώχνω λίγο για να μου κάνει χώρο. Κάθομαι δίπλα της στην κούνια. Δεν ξέρω γιατί και πως αλλά είμαι σίγουρη πως κάτι της συμβαίνει. Από το πλάι που τη βλέπω διακρίνω ότι τα μάτια της ήδη γυαλίζουν, γεμάτα δάκρυα, και είναι έτοιμη να ξεσπάσει σε κλάματα. Με παράπονο μου λέει πως τα άλλα παιδιά την κοροϊδεύουν και την πειράζουν συνέχεια. «Και στο σχολείο το ίδιο μου κάνουν. Σήμερα με έφερε η μαμά μου με το ζόρι στο πάρτι», μου εξηγεί συνεχίζοντας όμως πως «η μαμά έφυγε γιατί είναι και το μωρό στο σπίτι και θα έρθει να με πάρει μετά». Τη ρωτώ το όνομα της και γιατί τα άλλα παιδάκια την πειράζουν. Η απάντηση που παίρνω με βρίσκει εντελώς απροετοίμαστη: «Ο πατέρας μου μπήκε στη φυλακή πριν λίγο καιρό. Από τη μέρα που το έμαθαν οι συμμαθητές μου αυτό κάνουν. Με κοροϊδεύουν συνέχεια!» Νιώθω το αίμα να ανεβαίνει στο κεφάλι μου. Την αγκαλιάζω σφικτά. Δεν νομίζω ότι της αρέσει αυτή η ξαφνική οικειότητα από μια άγνωστη και με κοιτάει παράξενα. Έχει δίκιο αλλά πως να της εξηγήσω τι νιώθω και όλα όσα περνούν από το μυαλό μου αυτό το δευτερόλεπτο; «Αχ, γλυκό μου κοριτσάκι», σκέφτομαι «αχ και να ΄ξερες πόσο σε καταλαβαίνω. Και πως αυτό που περνάς τώρα εσύ, πριν από πολλά χρόνια το πέρασα και εγώ. Και πως χρειάστηκε κάποιες φορές να ρίξω μέχρι και ξύλο σε κάποια άλλα παιδάκια που συμπεριφέρονταν όπως οι συμμαθητές σου τώρα. «Λοιπόν, καταρχάς να μην φοβάσαι αγάπη μου ποτέ! Και να μην αφήνεις κανένα να σε πειράζει, μ’ ακούς; Και εννοείται πως δεν βάζεις τα κλάματα μπροστά τους...», είναι το πρώτο που της λεω. Θέλω όμως να της πω τόσα πολλά. Δεν ξέρω αν άραγε θα με πιστέψει ή αν θα με καταλάβει καν σαν θα της πω πως κάποια στιγμή αυτό που συμβαίνει τώρα στον πατέρα της θα περάσει... Και πως όσο δύσκολο και αν είναι τώρα, αυτό το συμβάν δεν θα της καθορίζει πάντα τη ζωή και ούτε το ποια είναι. Θέλω να της πω να μην ντρέπεται ποτέ για τον πατέρα της και πως ακόμη και αν έκανε κάποιο λάθος να μην θυμώνει μαζί του και να τον αγαπά. Πάντα. Είναι τόσα που έχω να της πω. «Μικρή μου δεν είναι δα και το τέλος του κόσμου! Είσαι τυχερούλα γιατί ο πατέρας σου ζει και ας είναι τώρα μακριά. Τι να πουν λοιπόν άλλα παιδάκια που τον έχουν χάσει για πάντα;», της λέω επαναλαμβάνοντας τόσα χρόνια μετά σε ένα άγνωστο κοριτσάκι- που τελικά είναι τόσο δικό μου- τα λόγια που μου έλεγε η μητέρα μου όταν κάποιες φορές γυρνούσα και ΄γω στο σπίτι κλαίγοντας για ό,τι μας συνέβαινε. «Και ποτέ δεν κλαίμε μπροστά στους άλλους, κανόνας απαράβατος! Συνεχίζουμε με το κεφάλι ψηλά και παλεύουμε χαμογελώντας!» Της τα επαναλαμβάνω όπως ακριβώς τα άκουγα και ΄γω απ΄ τη μαμά μου. «Σήκω γλυκιά μου και πάμε να δούμε πόσο μπορούν να μας κοροϊδέψουν τα άλλα τα παιδάκια», της λέω και την παίρνω σφικτά από το χέρι. Το χαμόγελο της, απλά τέλειο! Μόλις τελειώσω με τους συμμαθητές θα περάσω να πω και δύο κουβέντες «γαλλικές» στις μανούλες τους που δεν τους έμαθαν να φέρονται καλύτερα.....
1 Comment
ΑΝΔΡΕΑΣ
3/11/2018 18:27:59
ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΑΘΩΑ , ΟΙ ΓΟΝΕΙΣ ??? ΧΜΜΜ …..
Reply
Leave a Reply. |
APXEIO
January 2024
Click to set custom HTML
Click to set custom HTML
|