ΓΡΑΦΕΙ Η Μίνα Σαμψών Ακόμη μια θλιβερή διαπίστωση για μένα… τους τελευταίους μήνες πάσχω από το Σύνδρομο «Οξύς Χρηματοδιώκτης Γκαντεμιάς Ορμώμενος». Και μαζί με μένα, δυστυχώς, φαίνεται να πάσχουν από το ίδιο και οι κολλητές μου, γεγονός που δυσχεραίνει ακόμη περισσότερο την κατάσταση, αφού είμαστε μια παρέα που συχνά κλαίει τη μοίρα της για την αφραγκιά αλλά και την ατυχία και τη γκαντεμιά που μας δέρνει. Να σας εξηγήσω τι εννοώ, γιατί δεν θέλω να χαρακτηριστώ ως αχόρταγη, αχάριστη, σπάταλη ή το χειρότερο μου παραδόπιστη. Ποτέ δεν αγαπούσα τα λεφτά πράγμα που γνωρίζει καλά ο στενός αλλά και ο ευρύτερος περίγυρος μου, και όπως φαίνεται ξεκάθαρα από την μέχρι τώρα πορεία δεν μ’αγαπάνε ούτε αυτά! Οκ, κανένα πρόβλημα, αμοιβαία τα αισθήματα μωρό μου, και μια χαρά είμαστε και με τα λίγα.
Όμως το Σύνδρομο «Οξύς Χρηματοδιώκτης Γκαντεμιάς Ορμώμενος» που σας περιγράφω είναι μια εντελώς διαφορετική ιστορία, γιατί και αυτά τα λίγα γίνονται σχεδόν πάντα φύλλο και φτερό στον άνεμο! Παράδειγμα 1ο: Καταφέρνουμε με τη φίλη μου να ξεφύγουμε για πρώτη φορά εδώ και μήνες και οργανώνουμε βόλτα για μπανάκι και ουζάκι σε κάποια παραλία. Είμαστε χαρούμενες, έχουμε κάνει και τους υπολογισμούς μας που μας επιτρέπουν να διανυκτερεύσουμε και σε κάποιο ξενοδοχείο, έτσι για αλλαγή. Οργανωνόμαστε και με εφηβικό ενθουσιασμό ξεκινάμε. Λίγο έξω από τη πόλη, στον αυτοκινητόδρομο, ενώ τραγουδάμε παρέα με τον Ρέμο μας, τραβάει λίγο το τιμόνι αριστερά, το αγνοούμε αλλά αυτό επιμένει. Κάνουμε στην άκρη. Κατεβαίνουμε. Και ναι κυρίες και κύριοι, έχουμε μείνει από λάστιχο. Ρεζέρβα δεν υπάρχει. Τηλέφωνα, ιστορίες, φασαρία, έρχεται μετά από διακόσιες ώρες ο ειδικός. Αποτέλεσμα; Πρέπει να βάλουμε καινούργια ελαστικά άμεσα. Κόστος καμιά 350αριά ευρώ τσακ-μπαμ και την εκδρομή που λέγαμε την τρώει η γνωστή μαρμάγκα. Παράδειγμα 2ο: Δύσκολη περίοδος, γεμάτη έξοδα και υποχρεώσεις. Αφού έχω κανονίσει με διάφορα μαγικά και πολλές ώρες δουλειάς σχολεία, ιδιαίτερα παιδιών, ορθοδοντικούς, προπονητές και τα λοιπά, με χαρά διαπιστώνω πως μου έχουν μείνει στην άκρη κάτι λίγα ψηλά τα οποία ωστόσο μου επιτρέπουν να πάρω κάτι που εδώ και καιρό έχω βάλει στο μάτι. Ετοιμάζομαι κυρίως ψυχολογικά γιατί είμαι και ενοχική - άσε μην πάρω τώρα καινούργια ρούχα και ξοδεύω αχρείαστα και που θα τα βάλω άλλωστε - και βγαίνω με κρυφή χαρά στο δρόμο προς το κατάστημα έχοντας στο πορτοφολάκι μου το απαραίτητο ποσό. Κτυπά το κινητό μου. Ο γιός μου. Ακούω να μου λέει «Μαμ κάηκε το πιεστικό, δεν έχουμε νερό. Η γιαγιά έφερε τον υδραυλικό και θα βάλει καινούργιο.» και «αποχαιρέτα την, την Αλεξάνδρεια που χάνεις», που λέει και ο Καβάφης! Κάνω επιτόπου επαναστροφή και γυρνώ στο σπίτι. «Καλά να πάθεις βρε τρελή που μου ‘θελες και λούσα», λέω στον εαυτό μου και αυτομουντζώνομαι. Πληρώνω «ωραία-ωραία» το νέο πιεστικό χαμογελώντας ψεύτικα στον καλό κύριο που ήρθε και μας έσωσε από τη δίψα και την απλυσιά και έστειλε την καινούργια γκαρνταρόμπα στο πυρ το εξώτερο, ενώ στην πραγματικότητα θέλω να του δώσω μια κουτουλιά του καημένου, που τη δουλειά του έκανε στο κάτω-κάτω. Παράδειγμα 3ο: Έχω στο πορτοφόλι μου όλα κι όλα πέντε ευρώ, σε κέρματα μόνο. Αυτά και τίποτα άλλο. Μου’ χουν τελειώσει τα τσιγάρα γιατί ναι ακόμη δεν κατάφερα να απαλλαγώ από αυτή την κακή συνήθεια. Σταματώ στο πρώτο περίπτερο που βρίσκω γιατί θέλω ένα τσιγαράκι και ‘γω να καπνίσω με την ησυχία μου πριν πάω στη δουλειά, παίρνω τα ψηλά στο χέρι και προχωρώ. Μου πέφτουν και εξαφανίζονται μια δια παντός κάτω από ράφια, ψυγεία και βιτρίνες. Στρίβω και βγαίνω από το περίπτερο σιωπηλή. Το σύνδρομο που με βασανίζει ξανακτυπά!
0 Comments
Leave a Reply. |
APXEIO
January 2024
Click to set custom HTML
Click to set custom HTML
|