ΓΡΑΦΕΙ Η Μίνα Σαμψών Οι μανούλες έχουν σήμερα την τιμητική τους και θέλοντας και ‘γω να τιμήσω τη δική μου, αποφάσισα πως δεν θα γράψω για όλα τα αυτονόητα που συνήθως λέμε για τη γυναίκα που μας έφερε στον κόσμο, αλλά θα αποκαλύψω μια κρυφή της χάρη και το μεγάλο της ταλέντο, που κάνουν τη μητέρα μου τόσο μοναδική και τόσο «ιδιαίτερη» περίπτωση. Λοιπόν, η μανούλα μου - που ως γνωστόν είναι και ο «βράχος» που μας κρατά, καλά να ‘ναι η γλυκιά μου - είναι χωρίς καμιά αμφιβολία, πλέον, ο καλύτερος μυστικός πράκτορας στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, ο πιο τσακάλι αστυνομικός και ειδικός στην εξιχνίαση μυστηρίων και όλων των μυστικών που συμβαίνουν στη ζωή μας, εξού και με τον αδελφό μου την αποκαλούμε χαϊδευτικά «Ηρακλή Πουαρό», από τον γνωστό χαρακτήρα των βιβλίων της Αγκάθα Κρίστι.
Μη νοιώσει ότι κάτι της κρύβουμε ή κάτι σε κάποια ιστορία βρωμάει… το ένστικτο του λαγωνικού ξυπνά μέσα της και δεν καταλαγιάζει μέχρι να αποδειχτεί αυτό το «δεν με ξεγελά εμένα κανείς χρυσή μου», που είναι συνήθως και η τελευταία κουβέντα της. Αρχικά παραμένει σιωπηλή και ακούει με προσοχή τα διάφορα χαζά που της αραδιάζουμε προκειμένου να μην αποκαλυφθούμε. Αυτό γινόταν και τότε που ήμουν 8, και πιο μετά στα 18, και τώρα στα 48 ακόμη χειρότερα… Ο έλεγχος και η ανάκριση της κυρίας Βέρας - όχι υπό το φως των προβολέων, αλλά υπό το ψαρωτικό βλέμμα της και τα ρουφηγμένα μάγουλά της - είναι μια κατάσταση που όσο μπορεί κανείς καλύτερα να την αποφεύγει! Ακόμη θυμάμαι τον εξονυχιστικό έλεγχο στις σχολικές τσάντες μας όταν ήμασταν έφηβοι, και χαρακτηριστικά τη φορά που έφθασε να πάρει στο κρατικό χημείο τις βιταμίνες που βρήκε στη τσέπη του αδελφού μου, για να πεισθεί ότι δεν ήταν κάτι άλλο! Αλησμόνητη, επίσης, επιτυχία του Επιθεωρητή Κλουζώ που μ’ έφερε στον κόσμο, ήταν η νύκτα πριν πολλά-πολλά χρόνια που ενώ διασκέδαζα σε κλαμπ της Λευκωσίας, χωρίς να έχω την άδεια της και ενώ την είχα διαβεβαιώσει ότι βρίσκομαι σε θεατρική πρόβα του σχολείου που θα κρατούσε μέχρι το ξημέρωμα, ξαφνικά και ενώ χόρευα την επιτυχία της εποχής «τα παπάκια» - για όσους τα θυμούνται - βρέθηκε φάντης μπαστούνι μπροστά μου φορώντας κατασκοπική καμπαρντίνα και μπερέ - αν θέλετε το πιστεύετε – και με ύφος αστυνομικού πράκτορα έτοιμου για προαγωγή, μου είπε το αξεπέραστο «κοριτσάκι μου, έπαιξες και έχασες»! Η μέθοδός της παραμένει μέσα στα χρόνια ίδια. Ρωτά διάφορους φίλους και γνωστούς πλαγιοτρόπως και δήθεν αδιάφορα τι και πως και πότε, παίρνει τηλέφωνα, διασταυρώνει πληροφορίες και έχει παντού συνεργάτες. Αρχίζει έτσι να συμπληρώνει το παζλ που έχει μέσα στο μυαλό της και δεν σταματά μέχρι να τοποθετήσει με πολύ ικανοποίηση και το τελευταίο του κομματάκι. Και αφού βεβαιωθεί πως για ακόμη μια φορά έφθασε στη λύση του μυστηρίου, που αφορά πάντα τα παιδιά της, αλλά και τώρα πια τα εγγόνια της, παίρνει ύφος θριαμβευτικής επιβεβαίωσης των ικανοτήτων της και υπομειδιώντας μας λέει με φωνή γεμάτη στόμφο «κρίμα που δεν έγινα ντέντεκτιβ, θα θησαύριζα βρε ηλίθια όντα που πήγατε να ξεγελάσετε εμένα…» Ηρακλή μου τετραπέρατε, παρόλα τα χουνέρια που μας έστηνες, και ακόμη αντέχεις και μας στήνεις, εμείς σ’ αγαπάμε πολύ έστω και αν καμιά φορά είσαι τόσο πολύ πρηχτάκι... Να μας ζήσεις να σε χαιρόμαστε!
0 Comments
Leave a Reply. |
APXEIO
January 2024
Click to set custom HTML
Click to set custom HTML
|