Ο ηθοποιός, ο οποίος έκανε την επανάστασή του στα μέσα της δεκαετίας του 1980 στην κωμική σειρά του NBC, Cheers, δεν ήταν ποτέ κοντά στον πατέρα του, δηλώνοντας ότι τον έβλεπε ελάχιστα στο σπίτι. Όταν ο Χάρελσον ήταν επτά ετών, ο πατέρας του δικάστηκε για τη δολοφονία του Άλαν Χάρι Μπεργκ, αν και αθωώθηκε το 1970. Ωστόσο, λίγο αργότερα δικάστηκε για τη δολοφονία του Σαμ Ντεγκέλια το 1968. Πληρώθηκε 2.000 δολάρια για τη δολοφονία του εμπόρου σιτηρών, ωστόσο χρειάστηκε να φτάσει το 1973 για να φυλακιστεί. Παρά την ποινή των 15 ετών, ο Χάρελσον αποφυλακίστηκε λόγω καλής συμπεριφοράς μετά από μόλις πέντε χρόνια. (Credit: Houston Police Department) «Ήταν μια άγρια συνειδητοποίηση»Σε συνέντευξή του στον Guardian, ο Γούντι ισχυρίστηκε ότι δεν είχε ανακαλύψει την πραγματικότητα της απουσίας του πατέρα του μέχρι που έφτασε στην ηλικία των 12 ετών, δηλώνοντας «και μιλούσε για τον Charles Harrelson και τη δίκη του για φόνο και μπλα μπλα μπλα μπλα μπλα και καθόμουν εκεί και σκεφτόμουν ότι δεν μπορεί να υπάρχει άλλος Charles Harrelson. Θέλω να πω, αυτός είναι ο πατέρας μου! Ήταν μια άγρια συνειδητοποίηση». Δυστυχώς, ο πατέρας Χάρελσον δεν άργησε να εμπλακεί σε άλλη μια δολοφονία, αυτή τη φορά ήταν η δολοφονία του Αμερικανού περιφερειακού δικαστή John H. Wood Jr. Ο Χάρελσον είχε προσληφθεί από τον βαρόνο ναρκωτικών Jamiel Chagra και πληρώθηκε με 250.000 δολάρια. Ο Τσάγκρα κινδύνευε με ισόβια κάθειρξη για λαθρεμπόριο ναρκωτικών και επρόκειτο να αντιμετωπίσει τον διαβόητα σκληρό δικαστή στο δικαστήριο. Καθώς ο δικαστής γονάτισε για να επιθεωρήσει ένα λάστιχο στο αυτοκίνητό του έξω από το σπίτι του στο Τέξας, πυροβολήθηκε στο πίσω μέρος του κεφαλιού από τον Χάρελσον. Κατά τη διάρκεια της εξάωρης αντιπαράθεσης του -κοκαρισμένου, όπως αποδείχθηκε- Χάρελσον με την αστυνομία, μετά τη δολοφονία του Γουντ, παραδέχτηκε όχι μόνο ότι σκότωσε τον δικαστή, αλλά και τον πρόεδρο Τζον Κένεντι, ο οποίος δολοφονήθηκε το 1963. Σε μια συνέντευξη του αργότερα ισχυρίστηκε: «Την ίδια στιγμή που είπα ότι είχα σκοτώσει τον δικαστή, είπα ότι είχα σκοτώσει τον Κένεντι, πράγμα που ίσως σας δώσει μια ιδέα για την κατάσταση του μυαλού μου εκείνη την εποχή», εξηγώντας ότι αυτό ήταν «μια προσπάθεια να επιμηκύνω τη ζωή μου». Ωστόσο, σύμφωνα με τον Jim Marrs, εξέχοντα θεωρητικό συνωμοσίας της υπόθεσης JFK, ο Harrelson έμοιαζε με έναν από τους «τρεις αλήτες» – τους τρεις άνδρες που εντοπίστηκαν κοντά στο κτήριο από το οποίο ο Lee Harvey Oswald πυροβόλησε τον JFK. Επιπλέον, η ιατροδικαστής Λόις Γκίμπσον ισχυρίστηκε ότι ταίριαξε εικόνες του ψηλότερου από τους τρεις άνδρες με εικόνες του Χάρελσον, γεγονός που υποδηλώνει ότι είχε ανάμειξη στη δολοφονία. Ανεξάρτητα από τα αποτρόπαια εγκλήματα που διέπραξε ο πατέρας Harrelson, αυτό δεν εμπόδισε τον γιο του να προσπαθήσει να επανασυνδεθεί με τον πατέρα του. Ο ηθοποιός παραδέχτηκε ότι επισκεπτόταν τακτικά τον πατέρα του στη φυλακή, αντιμετωπίζοντάς τον περισσότερο ως φίλο παρά ως γονική φιγούρα. Κάποτε υποστήριξε ότι «ο πατέρας μου είναι ένας από τους πιο ευφράδεις, πολυδιαβασμένους, γοητευτικούς ανθρώπους που έχω γνωρίσει ποτέ. Παρόλα αυτά, ζυγίζω αν αξίζει την αφοσίωση ή τη φιλία μου. Τον βλέπω ως κάποιον που θα μπορούσε να είναι φίλος περισσότερο παρά πατέρας». Επιπλέον, στις αρχές της δεκαετίας του 1980, ο ηθοποιός προσπάθησε να βγάλει τον πατέρα του από τη φυλακή. «Δεν ξέρω αν άξιζε μια νέα δίκη… Απλά ως γιος που προσπαθούσε να βοηθήσει τον πατέρα του ξόδεψα μερικά εκατομμύρια χτυπώντας το κεφάλι μου στον τοίχο» είπε. Οι προσπάθειες του νεότερου Χάρελσον απέτυχαν και ο πατέρας του πέθανε στη φυλακή το 2007. «Ναι, τα πηγαίναμε πολύ καλά. Όταν δεν μπορείς να κάνεις παρέα και να πας σε μια παμπ, καταλαβαίνεις τι εννοώ, είναι δύσκολο» δήλωσε ο ηθοποιός μετά τον θάνατο του πατέρα του. Κάποτε, όταν κάποιοι τον είχαν ρωτήσει σχετικά με τους συμβολισμούς που υπάρχουν στο αριστούργημά του «ο Γέρος και η Θάλασσα», ο αξεπέραστος Έρνεστ Χέμινγουεϊ είχε πει: «ο γέρος είναι ένας γέρος, η βάρκα είναι μια βάρκα, το ψάρι είναι ένα ψάρι, η θάλασσα είναι απλά η θάλασσα, και τα υπόλοιπα είναι σαχλαμάρες». Αυτός ήταν στην πραγματικότητα ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ. Ένας άνθρωπος που θα μπορούσε μια απλή φράση του να αποδομήσει ένα από τα σπουδαιότερα έργα του προκειμένου να το εξυμνήσει «Ένας έξυπνος άνθρωπος είναι υποχρεωμένος μερικές φορές να μεθάει και να περνάει χρόνο με την ηλιθιότητα του» «Ο Γέρος και η Θάλασσα», «Για ποιον χτυπά η καμπάνα», «Αποχαιρετισμός στα όπλα» και πολλά άλλα. Εκκεντρική προσωπικότητα. Αξιοθαύμαστος άνθρωπος. Σπουδαίος συγγραφέας. Δύσκολος άνθρωπος. Ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ δεν είναι μια απλή υπόθεση. Βραβευμένος με Νόμπελ και με Πούλιτζερ. Έγραφε με μοναδικό στυλ το οποίο ήταν βασισμένο στην απλότητα. Συμπεριλαμβάνεται στη λίστα με τους σπουδαιότερους συγγραφείς του 20ου αιώνα. Του άρεσε να γράφει τα έργα του όρθιος. Ο Χέμινγουεϊ έγραφε συνήθως το πρωί ενώ στεκόταν μπροστά από το γραφείο του, με ένα μολύβι και ένα χαρτί στο χέρι. Αν και το μεγαλύτερο μέρος της δουλειάς του ήταν χειρόγραφο, κάποιες φορές χρησιμοποιούσε και γραφομηχανή - και με αυτήν έγραφε όρθιος - όταν έπρεπε να αποτυπώσει τις σκέψεις του στο χαρτί με πιο γρήγορο ρυθμό, όπως για παράδειγμα όταν έγραφε κάποιο διάλογο. Κάθε πρωί ακόνιζε περίπου 20 μολύβια και έγραφε περίπου 400 – 700 λέξεις την ημέρα. Μετά παραδινόταν στα πάθη του. Τα δυο κυριότερα από αυτά: οι γυναίκες και το αλκοόλ! Παρασημοφορημένος βετεράνος του Α’ Παγκοσμίου (υπηρέτησε ως οδηγός ασθενοφόρου για λογαριασμό του Ιταλικού Στρατού), πολεμικός ανταποκριτής και δημοσιογράφος. Έζησε τον ισπανικό εμφύλιο στο μέτωπο της Αραγωνίας αλλά και στην πολιορκία της Μαδρίτης από τους φασίστες του Φράνκο (ο ίδιος δήλωνε δημοκράτης με σοσιαλιστικές ιδέες και μεγάλη συμπάθεια στους αναρχικούς. Η CIA για την οποία ο ίδιος πίστευε πως τον παρακολουθούσε εξαιτίας της σχέσης του με την Κούβα, τον είχε καταγράψει ως κομμουνιστή πράκτορα της KGB). Έζησε ως ρεπόρτερ την μικρασιατική καταστροφή αλλά και τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο όπου, μάλιστα, ήταν παρών στην Απόβαση στη Νορμανδία. Παθιασμένος ταξιδευτής, ταγμένος κυνηγός και ψαράς. Έζησε πολλές ζωές σε μια. Η δουλειά του ως δημοσιογράφου επηρέασε σαφώς το λιτό συγγραφικό του στιλ, τη «στεγνή» πρόζα. «Η δουλειά στην εφημερίδα δεν πρόκειται να βλάψει κανέναν επίδοξο συγγραφέα και μάλιστα θα τον βοηθήσει, αν παραιτηθεί βέβαια την κατάλληλη στιγμή», έλεγε ο ίδιος. Η πρώτη του σύζυγος τον παράτησε για έναν άλλο άνδρα και εκείνος έγραψε τον «Αποχαιρετισμό στα όπλα» γιατί αυτό έκανε. Ζούσε και εγραφε για όλα όσα ζούσε και έγραφε. Το 1953 με τον «Γέρο και τη Θάλασσα» κερδίζει το Πούλιτζερ. Την επόμενη χρονιά κερδίζει και το Νόμπελ Λογοτεχνίας αλλά στην τελετή απονονής φαίνεται πως η αντίστροφη μέτρηση για τον ίδιο έχει ήδη αρχίσει. «O άνθρωπος δεν είναι φτιαγμένος να νικιέται. Καταστρέφεται αλλά ποτέ, ποτέ, δε νικιέται» Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ο σπουδαίος συγγραφέας υπέφερε από προβλήματα αλκοολισμού και κατάθλιψη. Άρχισε να μπαινοβγαίνει στα νοσοκομεία για υπέρταση και παθήσεις του συκωτιού. Για έναν άνθρωπο σαν τον Χέμινγουεϊ αυτή δεν ήταν μια ζωή που μπορούσε ή ήθελε να τη ζήσει. Νοσηλεύθηκε σε κλινική και υποβλήθηκε και σε θεραπείες με ηλεκτροσόκ. Σύμφωνα με τον βιογράφο του Jeffrey Meyers, δέχθηκε 11 έως 15 θεραπείες τέτοιου είδους, οι οποίες όμως, όχι μόνο δεν τον βοήθησαν αλλά αντιθέτως είχαν αρνητικά αποτελέσματα, προκαλώντας του απώλεια μνήμης και επιταχύνοντας πιθανά και τη μελλοντική του αυτοκτονία. Δεν ήταν ο πρώτος που είχε αυτοκτονήσει στην οικογένεια του. Τέσσερα μέλη της οικογένειας του είχαν αφαιρέσει τη ζωή τους, ανάμεσά τους και ο πατέρας του, Κλάρενς Χέμινγουεϊ. Ο πατέρας του ήταν γιατρός και υπέφερε από συναισθηματικές μεταπτώσεις. Το 1928 αυτοπυροβολήθηκε στο σπίτι του στο Ιλινόι, όταν ο Χέμινγουεϊ ήταν 29 χρονών. Παρ' όλα αυτά κανείς δεν μπόρεσε να πιστέψει πως αυτός ο σπουδαίος άνθρωπος έβαλε τέλος στη ζωή του, μια ημέρα σαν σήμερα, με έναν τόσο τραγικό τρόπο. Η γυναίκα του ήταν αυτή που τον είχε βρει νεκρό μέσα σε μια λίμνη αίματος. Ούτε εκείνη στην αρχή ήθελε να παραδεχθεί πως αυτοκτόνησε. «Ο Χέμινγουεϊ σκότωσε τον εαυτό του κατά λάθος ενώ καθάριζε ένα πυροβόλο το πρωί στις 7:30 π.μ. Δεν έχει οριστεί χρόνος για την κηδεία η οποία θα είναι ιδιωτική», ήταν τα πρώτα της δημόσια λόγια μετά την αυτοκτονία του. Σε μια τραγική προφητεία, ο Χέμινγουεϊ, λίγο μετά την αυτοκτονία του πατέρα του, είχε γράψει στην πεθερά του: «Περιμένω ότι και εγώ θα πεθάνω με τον ίδιο τρόπο». Περίπου 33 χρόνια αργότερα η προφητεία αυτή εκπληρώθηκε. «Περισσότερο από όλα αγαπούσε την πτώση…τα κίτρινα φύλλα πάνω στις λεύκες, τα φύλλα που επιπλέουν στο ποτάμι, και πάνω από τους ψηλούς λόφους τον μπλε ουρανό…Τώρα θα είναι μέρος τους για πάντα», γράφει ο τάφος του. reader.gr Μπορεί το όνομα Κιμ Πουκ Παν Τι να μην σας λέει τίποτα, η ιστορία της, ωστόσο, σίγουρα θα σας θυμίζει τη φρίκη του πολέμου αφού μια φωτογραφία της έγινε αντιπολεμικό σύμβολο. Στις 8 Ιουνίου 1972 η 9χρονη τότε Κιμ Πουκ Παν Τι, από το χωριό Τρανγκ Μπάνγκ του Βιετνάμ βρισκόταν σε ένα βουδιστικό ναό μαζί με την οικογένεια της. Ξαφνικά άκουσαν πολεμικά αεροπλάνα να πετούν από πάνω. Φοβούμενοι ότι σε λίγο θα άρχιζε η επίθεση βγήκαν έξω για να βρουν ένα πιο ασφαλές καταφύγιο. Τότε ακριβώς ήταν που οι βόμβες ναπάλμ άρχισαν εκρηγνύονταν γύρω από τον ναό. Το εύφλεκτο υγρό απλώθηκε σε όλο το σώμα της καίγοντας τις σάρκες της. Στην προσπάθεια της να σωθεί ξεγυμνώνεται από τα φλεγόμενα ρούχα της και τρέχει να σωθεί. «Και κοιτάω ψηλά, βλέπω το αεροπλάνο και τέσσερις βόμβες να προσγειώνονται έτσι απλά», περιέγραψε. «Πολύ καυτό! Πολύ καυτό!» ούρλιαξε τρέχοντας μακριά από το φλεγόμενο χωριό της. «Ακόμα θυμάμαι τι σκέφτηκα εκείνη τη στιγμή - ″Θεέ μου, κάηκα, τότε θα γίνω άσχημη και οι άνθρωποι θα με βλέπουν διαφορετικά″», εξήγησε. Μέσα σε εκείνη την κόλαση ο νεαρός Βιετναμέζος φωτογράφος του Associated Press Νικ Ουτ θα ανοιγόκλεινε το κλείστρο της μηχανής του απαθανατίζοντας την στιγμή που θα τον έκανε διάσημο. «Κοίταξα μέσα από τον μαύρο καπνό και είδα ένα κοριτσάκι, γυμνό, να τρέχει». Καθώς η Phuc πλησιάζε ο Ουτ διέκρινε καθαρά τις σάρκες τις να λιώνουν και να πέφτουν στο έδαφος. Η ναπάλμ είχε ήδη καταφάει τον λαιμό της, το μεγαλύτερο τμήμα της πλάτης της και το αριστερό της χέρι. Η εικόνα που τράβηκε ο Ουτ μπήκε στο πρωτοσέλιδο των New York Times την επόμενη μέρα και αυτόματα έγινε ένα παγκόσμιο αντιπολεμικό σύμβολο. Ο φωτογράφος του Associated Press, κέρδισε το βραβείο Πούλιτζερ για το συγκεκριμένο συγκλονιστικό στιγμιότυπο. Χθες, στα 59 της, η Κιμ Πουκ Παν Τι , γνωστή και ως «Κορίτσι της Ναπάλμ», έλαβε την τελευταία της θεραπεία δέρματος μετά από πέντε δεκαετίες πόνου από τις έντονες ουλές στο σώμα της. «Τώρα, 50 χρόνια μετά, δεν είμαι πια θύμα πολέμου, δεν είμαι το κορίτσι της Ναπάλμ. Τώρα είμαι φίλη, βοηθός, είμαι γιαγιά και μια επιζήσασα που φωνάζει υπέρ της ειρήνης», είπε η ίδια. Τα τραύματά της ήταν τόσο σοβαρά που αμέσως μετά την επίθεση οι γιατροί πίστεψαν ότι δεν θα επιζούσε, αλλά μετά από ένα χρόνο εντατικής θεραπείας, η κατάστασή της σταθεροποιήθηκε.Τελικά ανάρρωσε και έζησε στο Βιετνάμ μέχρι το 1992 πριν μετακομίσει στον Καναδά με τον σύζυγό της, όπου ζει ακόμα. reader.gr |
APXEIO
April 2024
Click to set custom HTML
|