Μου έλαχε, είκοσι ένα χρόνια πριν, να καλύψω, μαζί με άλλους δημοσιογράφους, τα γεγονότα της Δερύνειας, όπως συνηθίσαμε να τα ονομάζουμε από τότε. Δουλεύοντας τότε για την τηλεόραση του «Λόγου», μου έλαχε να βλέπω από μακριά θρασύδειλα αγρίμια, υπανθρώπους, να κτυπούν – επαναλαμβάνω, θρασύδειλα – τον Τάσο Ισαάκ. Και ένιωθα να κτυπούν εμένα τον ίδιο, τη ψυχή μου, την ιστορία μου. Και δεν μπορούσα να κάνω κάτι. Μου έλαχε να είμαι λίγα μέτρα μακριά από τον Σολωμό Σολωμού, από δίπλα μου πέρασε, άκουσα το «που πας ρε μαλάκα» του ελλαδίτη κινηματογραφιστή, είδα τη θρασύδειλη και πάλι, στυγερή δολοφονία, ενός ανθρώπου που δεν μπορούσε να ανεχτεί την αδικία, την κατοχή.
Ήμουν στις κηδείες των παλικαριών μας. Ένα χρόνο μετά από εκείνες τις φρικτές ημέρες, στα μνημόσυνα των ηρώων μας, παρουσίαζα ζωντανή εκπομπή στον «Λόγο» και βλέποντας την ούτε ενός έτους Αναστασία στον τάφο του πατέρα που δεν γνώρισε, δεν συγκρατήθηκα, έκλαψα. Και από τότε, διερωτώμαι: Μετά και από αυτές τις βαρβαρότητες, πως μπορούν κάποιοι να λένε ότι εμπιστεύονται την προφορική διαβεβαίωση του Τσαβούσογλου; Πως μπορούν κάποιοι να μας προτείνουν να δεχτούμε την παραμονή, έστω και λίγων καλέ, τούρκων στρατιωτών στην Κύπρο; Πως μπορούν κάποιοι να προτείνουν τη μόνιμη παρουσία τούρκων αστυνομικών στην Κύπρο; Πως μπορούν να παραδίδουν τον πολιτικό έλεγχο της Κύπρου στην Τουρκία; Πως μπορούν να αφήνουν τον Ελληνισμό της Κύπρου, έρμαιο στις τουρκικές ορέξεις; Δεν τους στοιχειώνει το αίμα του Τάσου και του Σολωμού;
0 Comments
Leave a Reply. |
APXEIO
April 2024
Click to set custom HTML
Click to set custom HTML
|