ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΗ Ν. ΣΑΜΨΩΝ Η αναφορά του Νίκου Αναστασιάδη σε συνέντευξη που παραχώρησε την περασμένη εβδομάδα στην εφημερίδα «Φιλελεύθερος», αποτελεί ίσως την πρώτη δημόσια επίσημη παραδοχή ότι όσον αφορά στην προσπάθεια επίλυσης του κυπριακού, για χρόνια «στραβά αρμενίζαμε». Στη συνέντευξη αυτή, ο Προέδρος της Δημοκρατίας, παραδέχθηκε ότι οι τουρκοκύπριοι,
«Δεν μπορεί να αξιώνουν την εξίσωση της πλειοψηφούσας κοινότητας με την μειοψηφούσα κοινότητα. Και παρά ταύτα είναι τέτοιες οι πρόνοιες και οι διασφαλίσεις που παρέχονται που δεν δικαιολογούνται να εμμένουν ότι ουσιαστικά να έχει τον κύριο λόγο η μειοψηφία και η πλειοψηφία απλώς να υπακούει. Είναι πρωτόγνωρο το φαινόμενο και πρέπει να το κατανοήσουν. Όπως κατανοούμε εμείς ότι πρέπει να έχουν αποτελεσματική συμμετοχή και να έχουν λόγο, αλλά σε βαθμό που θα μπορεί το κράτος να λειτουργήσει. Ιδιαίτερα οφείλουν να κατανοήσουν ότι η λύση θα πρέπει να δημιουργεί μια πραγματικά ανεξάρτητη χώρα, που είναι το σημαντικότερο. Εάν η πραγματικότητα παραμείνει ως έχει σήμερα, δηλαδή η τουρκοκυπριακή κοινότητα να είναι ελεγχόμενη από την τουρκική κυβέρνηση ή από την Τουρκία, αντιλαμβάνεστε πως δεν είναι οι Κύπριοι που αποφασίζουν για την Κύπρο αλλά κάποιοι άλλοι για όλους εμάς». Έστω και αργά, φαίνεται να ξυπνούμε σιγά-σιγά από το λήθαργο δεκαετιών. Αντιλαμβανόμαστε επιτέλους –με αφορμή την αδικαιολόγητη σε μέγεθος αντίδραση της Τουρκίας και της ηγεσίας των τουρκοκυπρίων στη ψήφιση της νομοθεσίας που προνοεί για τον εορτασμό της επετείου του Ενωτικού Δημοψηφίσματος- ότι συνομιλίες βασισμένες μόνο στη δική μας καλή θέληση και με ασφαλιστική δικλείδα σε μια ενδεχόμενη λύση, την ελπίδα μας ότι όλα θα πάνε κατ’ ευχήν, δεν μπορούν να τελεσφορήσουν. Όταν ο ίδιος ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας –και κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει το Νίκο Αναστασιάδη για απορριπτικό!- προβαίνει σε δημόσιες τοποθετήσεις όπως την πιο πάνω, ο καθένας μπορεί να αντιληφθεί το τέλμα στο οποίο βρίσκονται οι διαπραγματεύσεις. Το ερώτημα που παραμένει να απαντηθεί τώρα είναι τι προτιθέμεθα να πράξουμε όταν και εφόσον οι συνομιλίες επαναρχίσουν. Θα μπούμε στην ίδια «βάρκα λύσης» στην οποία βρισκόμαστε για δεκαετίες, ωσάν να μη συνέβη τίποτα; Ωσάν κανένα καμπανάκι κινδύνου να μην έχει σημάνει; Θα συνεχίσουμε να μην διεκδικούμε όλα εκείνα που εδώ και χρόνια θα έπρεπε να είχαμε διεκδικήσει αλλά απεμπολήσαμε γιατί λανθασμένα πιστέψαμε ότι με αυτό τον τρόπο θα εξευμενίζαμε το θηρίο και θα πείθαμε το σύνοικο στοιχείο για τις καλές μας προθέσεις; Ή μήπως έστω και αργά θα αντιληφθούμε ότι η ελπίδα που τρέφαμε για καιρό ότι η στρατηγική που επιλέξαμε να ακολουθούμε, δεν βοήθησε αλλά αντίθετα έβλαψε την εθνική μας υπόθεση; Αν όντως καταλάβουμε, ακόμα και την υστάτη, αυτές τις πραγματικότητες, τότε σίγουρα πρέπει να επαναξιολογήσουμε, θέσεις, τοποθετήσεις, κόκκινες γραμμές και πρέπει να χαράξουμε νέα γραμμή και νέα πορεία. Πορεία που θα λαμβάνει υπόψη τους εγγενείς κινδύνους συνομολόγησης λύσης με τους τουρκοκύπριους πίσω από τους οποίους βρίσκεται η Τουρκία. Γραμμή που θα διασφαλίζει έμπρακτα και όχι κατ’ ελπίδα, τη φυσική και εθνική επιβίωση των Ελλήνων της Κύπρου στη γη των πατέρων τους. Η Ευρώπη εξασφαλίζει και εγγυάται απόλυτα τα δικαιώματα των μειονοτήτων εντός των συνόρων της. Δεν χρειάζονται οι από μέρους μας περαιτέρω υποχωρήσεις τύπου εκ περιτροπής προεδρίας, πολιτικής/αριθμητικής ισότητας και τουρκικών εγγυήσεων για να νιώσουν οι τουρκοκύπριοι ασφαλείς, γιατί αν αυτά τους παραχωρηθούν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, τότε η όποια τέτοια λύση θα είναι θνησιγενής, το κράτος μη λειτουργικό και το ελληνικό στοιχείο στο νησί, έρμαιο των ορέξεων της Τουρκίας.
0 Comments
Leave a Reply. |
APXEIO
April 2024
Click to set custom HTML
Click to set custom HTML
|