ΓΡΑΦΕΙ Ο Γιαννάκης Λ. Ομήρου* Μετά τη συνάντηση της Νέας Υόρκης και τη συμφωνία «επανασύγκλησης» Διάσκεψης στη Γενεύη καθίσταται επιτακτική η ανάγκη επιμονής της Ελληνικής Κυπριακής πλευράς αλλά και της Κυπριακής Δημοκρατίας στη συζήτηση του θέματος της ασφάλειας και των εγγυήσεων, και καλό είναι να μην εγκαταλειφθεί η θέση του παράνομου της τουρκικής επέμβασης του 1974. Ένα ζήτημα το οποίο τυγχάνει λανθασμένης προσέγγισης - δυστυχώς όχι μόνο από ξένους, αλλά και Κύπριους - είναι το κατά πόσον η Τουρκία εκέκτητο το δικαίωμα επέμβασης με βάση τη Συνθήκη Εγγυήσεως και Συμμαχίας του 1960. Είναι κοινός τόπος για τους διεθνολόγους ότι η Συνθήκη Εγγυήσεως του 1960 δεν παρέχει το δικαίωμα χρήσεως βίας σε κάποια από τις εγγυήτριες δυνάμεις. Αυτό βέβαια δεν εμπόδισε την Τουρκία να εισβάλει στην Κύπρο το 1974 επικαλούμενη τη συνθήκη Εγγυήσεως. Είναι εμφανές ότι η Τουρκία είναι η μόνη από τις τρεις εγγυήτριες δυνάμεις που βλέπει τη Συνθήκη του 1960 ως προς τη στρατιωτική της διάσταση. Η επίσημη θέση της Κυπριακής Δημοκρατίας, η οποία βασίζεται στο Διεθνές Δίκαιο, υπήρξε διαχρονικά ότι η Συνθήκη Εγγυήσεως δεν παρέχει δικαίωμα στρατιωτικής επέμβασης, και εγγυάται τη διατήρηση της συνταγματικής τάξης του 1960 και όχι τη διχοτόμηση και την στρατιωτική κατοχή της Κύπρου και τη συστηματική παραβίαση των δικαιωμάτων των πολιτών που το Σύνταγμα προστατεύει.
Η γνωμάτευση, την οποία ετοίμασε ένας από τους σημαντικότερους διεθνολόγους του αιώνα που μας πέρασε, ο Hans Kelsen, παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον ως προς τον τρόπο με τον οποίο θα έπρεπε να ερμηνεύεται η Συνθήκη Εγγυήσεως. Ο Kelsen, αν και παρατήρησε ότι η σύναψη μιας συνθήκης εγγυήσεως είναι κατ’ αρχήν έγκυρη, σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο, εντούτοις προχώρησε σε περαιτέρω σχόλια αναφορικά με το άρθρο 3 της Συνθήκης που προβλέπει για δικαίωμα επέμβασης. «Το άρθρο 3 της Συνθήκης Εγγυήσεως φαίνεται ότι αποσκοπεί να καλύψει κυρίως περίπτωση κατά την οποία το Κυπριακό Σύνταγμα ανατρέπεται από εσωτερική επανάσταση, η οποία στοχεύει είτε στον περιορισμό των μειονοτικών δικαιωμάτων, είτε σε ένωση με άλλο κράτος ή σε διχοτόμηση. Αν οι εγγυήτριες δυνάμεις είχαν δικαίωμα να αναλάβουν δράση στρατιωτικού χαρακτήρα, αυτό θα μπορούσε να δικαιολογηθεί ως αυτοάμυνα αν, κατά τη διάρκεια μιας επανάστασης, γινόταν ένοπλη επέμβαση κατά των στρατευμάτων μιας εγγυήτριας δύναμης που βρίσκονται σταθμευμένα στην Κύπρο. Το δικαίωμα αυτοάμυνας όμως, δεν πηγάζει από τη Συνθήκη Εγγυήσεως, αλλά από το γενικό Διεθνές Δίκαιο, όπως περιορίζεται από το άρθρο 51 του Καταστατικού Χάρτη. Η νομική κατάσταση είναι πιο περίπλοκη, αν οι ταραχές στην Κύπρο τείνουν να αναστατώσουν το καθεστώς που δημιουργήθηκε με τη Συνθήκη, αλλά δεν οδηγούν σε επίθεση επί των στρατευμάτων κάποιας εγγυήτριας δύναμης. Στο σημείο αυτό οι παράγραφοι 3 και 4 του άρθρου 2 του Καταστατικού Χάρτη καθίστανται οι κυρίαρχες νομικές παράμετροι του ζητήματος... Πολλές νομικές συζητήσεις έχουν επικεντρωθεί στην ερμηνεία των πιο πάνω άρθρων, ιδιαίτερα για τον ορισμό της επιθετικότητας. O Quincy Wright έχει εκφράσει την πιο δημοφιλή άποψη, όταν όρισε την έννοια της επιθετικότητας ως ‘απειλή για χρήση ένοπλης βίας πέραν από ένα διεθνώς αναγνωρισμένο σύνορο, για το οποίο μια κυβέρνηση είναι de facto ή de jurer υπεύθυνη, εκτός αν δικαιολογείται από ανάγκη για ατομική ή συλλογική αυτοάμυνα, μετά από εξουσιοδότηση του ΟΗΕ ή με τη συναίνεση του κράτους εντός των περιοχών του οποίου χρησιμοποιούνται οι ένοπλες δυνάμεις’». Σύμφωνα με τα πιο πάνω θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο να ερμηνεύσει κάποιος τη Συνθήκη Εγγυήσεως ως παρέχουσα πραγματική συναίνεση. Και το άρθρο 3 της Συνθήκης, για να συνάδει με το Διεθνές Δίκαιο, θα πρέπει να θεωρηθεί ότι παρέχει δικαιώματα εξαιρουμένης της δυνατότητας χρήσης ένοπλης βίας. Και καταλήγει ο Kelsen: «Στη βάση όλων των πιο πάνω υποβάλλεται ότι η Συνθήκη Εγγυήσεως θα είναι μια έγκυρη διεθνής συμφωνία όταν τεθεί σε ισχύ. Εντούτοις στο παρόν στάδιο της ανάπτυξης του διεθνούς δικαίου, το άρθρο 3 της Συνθήκης δεν μπορεί έγκυρα να ερμηνευθεί ότι παρέχει στις εγγυήτριες δυνάμεις απεριόριστο δικαίωμα επέμβασης με χρήση ενόπλων δυνάμεων σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων της Συνθήκης…». Από την προαναφερόμενη γνωμάτευση Kelsen φαίνεται ξεκάθαρα ότι η Τουρκία παραβίασε τις υποχρεώσεις της, όπως πήγαζαν από τη Συνθήκη Εγγυήσεως. Όλα αυτά καλό είναι να τα μελετήσουν και να τα εμπεδώσουν όσοι προβάλλουν απόψεις που χύνουν νερό στην τουρκική προπαγάνδα. Στη Διάσκεψη της Γενεύης, θα πρέπει η αδικοπραγία της Τουρκίας να προβάλλεται ως επιχείρημα της ανάγκης οριστικής της κατάργησης, για να μην υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία ότι η Κύπρος θα είναι πραγματικά ανεξάρτητο και κυρίαρχο κράτος που λειτουργεί μόνο στη βάση του Διεθνούς Δικαίου και όχι στη βάση αποικιοκρατικής αντίληψης και νοοτροπίας κηδεμονευτικών βαρών. *Τέως Πρόεδρος Βουλής των Αντιπροσώπων
0 Comments
Leave a Reply. |
APXEIO
April 2024
Click to set custom HTML
Click to set custom HTML
|