Στο νέο του βιβλίο «Τουρκικός ιμπεριαλισμός και αποτροπή» ο καθ. Διεθνούς Πολιτικής& Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο του Ανατ.Λονδίνου, Βασίλης Φούσκας, μέσω μιας διεπιστημονικής και ιστορικής μελέτης επιχειρεί να αποδείξει ότι η τεράστια διαφορά οικονομικής και στρατηγικής ισχύος μεταξύ των δύο χωρών καθιστά την έννοια της αποτροπής ένα αναγκαίο στοιχείο της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Η Τουρκία, μάς λέει, έχει σχεδόν τετραπλάσιο ΑΕΠ από την Ελλάδα και οκταπλάσιο πληθυσμό, εδώ και δεκαετίες εξάγει κεφάλαιο και ισχύ, ενώ είναι και «παίκτης» παγκόσμιου βεληνεκούς ως μέλος των G20. Αντίθετα, η Ελλάδα, κυρίως μετά τα μνημόνια και τη δεκαετή κρίση, παραμένει μια υπερχρεωμένη χώρα, της οποίας ο «χρηματιστηριακός μεταπρατισμός δεν διευθύνεται καν από Έλληνες τραπεζίτες και μετόχους. Η τραπεζική εξουσία ανήκει πλέον σχεδόν ολοκληρωτικά στο σύμπλεγμα Βερολίνου-Βρυξελλών-ΕΚΤ, ενώ το εφοπλιστικό κεφάλαιο εξακολουθεί να υπηρετεί τον άξονα ευρώ-δολαρίου και δίνει κατευθύνσεις στη συνολική ελληνική πολιτική». Μ’ αυτή την έννοια η Τουρκία μπορεί να χαρακτηριστεί ως «ιμπεριαλιστική περιφερειακή δύναμη», καθώς επιπρόσθετα το 30% με 40% της αμυντικής βιομηχανίας της Τουρκίας είναι αυτάρκης, «διαθέτοντας δική της παραγωγή drone, UAV και διαφόρων προωθημένων οπλικών συστημάτων, ενώ έχει προχωρήσει σε συμπαραγωγή μαχητικών αεροπλάνων, υποβρυχίων και ναυπηγεί δικό της αεροπλανοφόρο σε κοινοπραξία με την Ισπανία». Η Τουρκία έχει σαφώς μεγαλύτερη ελευθερία δράσης από την Ελλάδα – αποτελεί διεθνή περιφερειακό παίκτη, όπως έχει φανεί τα τελευταία χρόνια στη Λιβύη, στον Καύκασο, στη Συρία, στην Κύπρο και στα Βαλκάνια. Ο Ερντογάν αποτελεί ένα υπολογίσιμο μέγεθος, καθώς καταφέρνει να ισορροπεί και να ελίσσεται στις «ρωγμές» που αφήνουν τα μεγάλα ιμπεριαλιστικά κέντρα, όπως οι ΗΠΑ, η Ρωσία και η Ε.Ε. Την ίδια ώρα η γεωπολιτική υπεραξία της Τουρκίας έχει μεγαλύτερη βαρύτητα από αυτή της Ελλάδας, τόσο μέσα στο ΝΑΤΟ, όσο και έξω απ’ αυτό. Παράλληλα, ο συγγραφέας καταρρίπτει τον βολικό μύθο ότι η τουρκική οικονομία καταρρέει από ώρα σε ώρα και ότι η Τουρκία ως χώρα βρίσκεται «απομονωμένη», σύμφωνα με το επίσημο αφήγημα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Στον αντίποδα, η Ελλάδα μπορεί να ταξινομηθεί ως «περιφέρεια του κέντρου» - και εδώ η ανάλυση θυμίζει τις κλασσικές θεωρίες εξάρτησης περί Κέντρου και Περιφέρειας. Η χώρα βιώνει ένα καθεστώς «διπλής εξάρτησης»: στον οικονομικό-νομισματικό τομέα είναι εξαρτημένη από την Ε.Ε./Γερμανία, ενώ στους τομείς της ασφάλειας και της εξωτερικής πολιτικής είναι κυρίως εξαρτημένη από τις ΗΠΑ. Ειδικά στον οικονομικό τομέα μάς λέει ο Φούσκας η σχέση με τις Ε.Ε/Γερμανία έχει φθάσει σε σημείο «θεσμικής σύμφυσης», δηλαδή «όλοι οι βασικοί θεσμοί, συμπεριλαμβανομένου του προϋπολογισμού, ελέγχονται από εμπειρογνώμονες της Ε.Ε., υπαγορεύοντας κανόνες, νόμους και πλαίσια δράσης». Ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι το αστικό συγκρότημα εξουσίας της Ελλάδας είναι ανίκανο να ξεπεράσει αυτούς τους δομικούς περιορισμούς (constraints) εξάρτησης από το ΝΑΤΟ και την Ε.Ε./ευρωζώνη. Άρα, το βάρος για το ρόλο του κεντρικού υποκειμένου της αλλαγής πέφτει στην εργατική τάξη και στον εργαζόμενο λαό, «σε πλατιά συμμαχία με τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις που δρουν στον τομέα της παραγωγής των υλικών αγαθών (βιομηχανία, βιοτεχνία, αγροτική οικονομία, συνεταιρισμοί, βιολογικές μονάδες κλπ), στον τομέα της παραγωγής μέσων παραγωγής, καθώς και της βαριάς καινοτόμας βιομηχανίας και του μικρού εφοπλιστικού κεφαλαίου. Ο Φούσκας αντικρούει και την άποψη ότι η Ελλάδα υπήρξε εξ αρχής ένα αστικό κράτος με ιμπεριαλιστικά χαρακτηριστικά και αντιπαραθέτει τη δική του ερμηνεία ότι η χώρα από την αρχή τής ύπαρξής της ήταν ένα κράτος «εξαρτημένο και δυναστευόμενο, διότι οι αστικές της τάξεις ήταν πάντα υπόδουλες στο ξένο μεγάλο (δυτικό) κεφάλαιο». Τονίζει ότι η όποια εδαφική επέκταση μετά το 1830 έγινε διότι εξυπηρετούσε «πρωτίστως» τα συμφέροντα των εκάστοτε δυτικών μεγάλων δυνάμεων. «Μέσω των ελληνικών αστικών τάξεων και πολιτικών ελίτ το ελληνικό κράτος εξυπηρετεί πρωτίστως ξένα συμφέροντα: “ανήκομεν εις την Δύσιν”, η οποία είναι η “σωστή πλευρά της ιστορίας”» τονίζει χαρακτηριστικά. Στο πλαίσιο αυτό, όπως επισημαίνει στον πρόλογό του και ο καθηγητής Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών στο Πάντειο πανεπιστήμιο, Κώστας Δημουλάς, «ένα σχέδιο εθνικής ανεξαρτησίας συνδέεται αναπόφευκτα με το αίτημα κοινωνικής απελευθέρωσης και προϋποθέτει τη δημιουργία ενός εναλλακτικού ιστορικού μπλοκ που θα στηρίζεται στις λαϊκές τάξεις και θα καθοδηγείται από ένα κόμμα με σοσιαλιστικό προσανατολισμό»!
0 Comments
Leave a Reply. |
Archives
April 2024
CategoriesClick to set custom HTML
Click to set custom HTML
|