ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ Η Τουρκία δεν είναι σε θέση να διακόψει τις δραστηριότητες των ξένων εταιρειών στην Κυπριακή ΑΟΖ όταν θα αρχίσουν γεωτρήσεις, εκτός κι αν είναι αποφασισμένη για το απονενοημένο βήμα της πρόκλησης θερμού επεισοδίου, οπότε εκεί θα έχει να υποστεί σοβαρό διπλωματικό κόστος σε μια περίοδο που έχει πολλά ανοικτά μέτωπα. Αυτά τονίζει σε συνέντευξή του στη ΜΑΧΗ ο Δρ. Μιχάλης Κοντός, Λέκτορας Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας με αφορμή τις νέα απειλές της Άγκυρας. Προσθέτει ότι αν υποθέσουμε ότι η τουρκική πλευρά ενεργεί ορθολογικά, τότε το μόνο που αναμένεται να κάνει είναι απλώς να δηλώνει την παρουσία της μέσω πολεμικών και ερευνητικών σκαφών κοντά στις πλατφόρμες εξόρυξης, χωρίς όμως να εμποδίζει ουσιαστικά τις δραστηριότητες. Αναφερόμενος στο κυπριακό ο Δρ. Μ. Κοντός εκτιμά ότι ακόμη και μετά το δημοψήφισμα δύσκολα θα ανατραπούν τα υπάρχοντα αρνητικά δεδομένα με τη σκλήρυνση των θέσεων της τουρκικής πλευράς.
Μιλώντας εξάλλου για τις σχέσεις Ευρώπης-Τουρκίας ανέφερε ότι για να μπορέσουν να επανέλθουν οι σχέσεις θα πρέπει ο κ. Ερντογάν να «μαλακώσει» τη ρητορική του, ενώ σε σχέση με ην πορεία ένταξης της χώρας στην Ε.Ε. υπογράμμισε ότι απαιτείται αλλαγή στρατηγικής από την πλευρά μας η οποία, όχι μόνο θα ακυρώνει τις ενδεχόμενες ζημιές από την απομάκρυνση της Τουρκίας από την ΕΕ, αλλά και θα επιδιώκει μεθοδικά την επίτευξη διπλωματικών κερδών μέσα από την ρήξη στις σχέσεις μεταξύ Τουρκίας και ΕΕ. -Εκτιμάτε ότι θα αντιδράσει και πώς η Τουρκία όταν θα γίνουν γεωτρήσεις στην κυπριακή ΑΟΖ το καλοκαίρι; «Ως απάντηση στο ερώτημά σας υπενθυμίζω ότι πριν από την έναρξη των εργασιών της Noble στο οικόπεδο 12, το Σεπτέμβριο του 2011, Τούρκοι αξιωματούχοι προέβαλλαν δημόσια έμμεσες απειλές περί χρήσης βίας σε περίπτωση που το τρυπάνι θα έπιανε δουλειά. Με εκείνες τους τις δηλώσεις οι Τούρκοι αξιωματούχοι είχαν διαμορφώσει το περίγραμμα μιας τακτικής ασαφών απειλών, αναμένοντας από την κυπριακή κυβέρνηση να υποχωρήσει ενώπιον του κινδύνου έκρηξης ενός θερμού επεισοδίου. Εν τέλει, αυτή η «κρημνοβασία» δεν απέδωσε τα αναμενόμενα και, παρά τις τουρκικές απειλές, οι εργασίες ξεκίνησαν κανονικά το πρωί της 19ης Σεπτεμβρίου 2011. Σε εκείνη την περίπτωση, στην τουρκική στρατιωτική υπεροπλία, η Κυπριακή Δημοκρατία είχε να αντιτάξει μία διόλου ευκαταφρόνητη διεθνή «ζώνη ασφαλείας» (θετική στάση ΗΠΑ, ΕΕ, Ρωσίας στο δικαίωμά της για εκμετάλλευση των ενεργειακών της πόρων, υποστήριξη Ελλάδας, στρατηγική συνεργασία με το γειτνιάζον Ισραήλ και, φυσικά, η ύπαρξη της αμερικανικής σημαίας στην πλατφόρμα). Η εν λόγω «ζώνη ασφαλείας» καθιστούσε το ρίσκο για την πραγματοποίηση της τουρκικής απειλής εξαιρετικά υψηλό. Κατά συνέπεια, η Τουρκία οδηγήθηκε στην απόφαση να μην πραγματοποιήσει την απειλή της χρήσης βίας, φοβούμενη το ενδεχόμενο μεγαλύτερου κόστους παρά οφέλους. Στη συνέχεια, η Τουρκία άλλαξε τακτική και, αντί των απειλών, προχώρησε στην έμπρακτη αμφισβήτηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΑΟΖ της μέσω της δραστηριοποίησης εντός αυτής του Μπαρμπαρός. Εν τούτοις, ούτε αυτή η ενέργεια απέτρεψε τις μεγάλες εταιρείες από του να επανέλθουν ακόμα πιο δυναμικά, στον τρίτο γύρο αδειοδότησης, διεκδικώντας μερίδιο στην κυπριακή ΑΟΖ. Όλα αυτά καταδεικνύουν τα όρια των τουρκικών δυνατοτήτων και, κατά συνέπεια, στέλνουν ένα ηχηρό μήνυμα στην Άγκυρα ότι, εκτός και αν είναι αποφασισμένη να προχωρήσει στο απονενοημένο βήμα της πρόκλησης θερμού επεισοδίου, δεν είναι σε θέση να διακόψει τις εν λόγω δραστηριότητες. Συνεπώς, αν υποθέσουμε ότι η τουρκική πλευρά ενεργεί ορθολογικά, τότε το μόνο που αναμένεται να κάνει είναι απλώς να δηλώνει την παρουσία της μέσω πολεμικών και ερευνητικών σκαφών κοντά στις πλατφόρμες εξόρυξης, χωρίς όμως να εμποδίζει ουσιαστικά τις δραστηριότητες. Οτιδήποτε πέραν αυτού επισείει τον κίνδυνο πρόκλησης σοβαρού διπλωματικού κόστους για την Άγκυρα, σε μια εποχή κατά την οποία διατηρεί πολλά ανοικτά μέτωπα». -Σε πολιτικό επίπεδο όταν επαναρχίσουν οι συνομιλίες, μετά το δημοψήφισμα στην Τουρκία, όπως εκτιμάται, θεωρείτε ότι η Τουρκία θα είναι έτοιμη να κάνει κάποια κίνηση στο Κυπριακό; Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος θα διαδραματίσει ρόλο στη στάση της τουρκικής /τκ πλευράς στις συνομιλίες; «Η υπόθεση που προβάλλεται είναι ότι η Τουρκία θα είναι ίσως πιο διαλλακτική μετά το δημοψήφισμα, όταν θα έχει εκλείψει το «βαρίδι» της ανάγκης συγκράτησης της εθνικιστικής ψήφου η οποία θα κλονιζόταν σε περίπτωση που γίνονταν προηγουμένως υποχωρήσεις στο κυπριακό. Εν τούτοις, ακόμη και αμέσως μετά το δημοψήφισμα, η κατάσταση θα είναι εξ ίσου αβέβαιη. Αν το δημοψήφισμα έχει αρνητική έκβαση για τον κ. Ερντογάν τότε ενδεχομένως να αποσταθεροποιηθεί το τουρκικό πολιτικό σύστημα και η πιθανότητα διαλλακτικότητας στο κυπριακό να απομακρυνθεί ακόμη περισσότερο. Εάν το αποτέλεσμα είναι ναι στις μεταρρυθμίσεις, τότε ο κ Ερντογάν θα έχει κεφαλαιοποιήσει τον συνασπισμό του με το Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης, το οποίο διατηρεί την πιο σκληροπυρηνική ρητορική στο κυπριακό και στα ελληνοτουρκικά. Σε αυτή την περίπτωση όμως, και αν υποθέσουμε ότι οι εθνικιστές του εν λόγω κόμματος θα ενοχλούνταν από μια ενδεχόμενη κίνηση στο κυπριακό, θα ήταν σώφρον για τον κ. Ερντογάν να τινάξει στον αέρα τον εν λόγω πολιτικό συνασπισμό αμέσως μετά από μια τέτοια επιτυχία; Νοουμένου μάλιστα ότι ο χρόνος μετά το δημοψήφισμα είναι περιορισμένος λόγω και των κυπριακών προεδρικών εκλογών, τότε η εντύπωση που μου δημιουργείται είναι ότι δύσκολα θα ανατραπούν τα υπάρχοντα αρνητικά δεδομένα. -Τον τελευταίο καιρό ο Ερντογάν τα βάζει με όλους και με όλα και καταφέρεται με σκληρή ρητορική κατά της Ε.Ε. Είναι για να αντλήσει περισσότερες ψήφους στο δημοψήφισμα ή υποδηλώνει και κάτι άλλο με αυτή την τακτική του; «Είναι γεγονός ότι η Τουρκία έχει χάσει μεγάλο μέρος της διεθνούς της αξιοπιστίας εξ αιτίας της αντι-ευρωπαϊκής ρητορικής του κ. Ερντογάν. Η εν λόγω τακτική φαίνεται να σχετίζεται με το δημοψήφισμα, σε μια προσπάθεια συσπείρωσης των ισλαμιστικών και των εθνικιστικών μαζών. Την ίδια στιγμή όμως καταδεικνύει και τις προσωπικές ευαισθησίες του κ. Ερντογάν, οι οποίες αποκαλύπτουν μέρος των απόψεών του για τους Ευρωπαίους ετέρους της Τουρκίας. Οι εν λόγω απόψεις εκφράζονταν από καιρού εις καιρόν και προηγουμένως, όχι όμως με την ένταση των τελευταίων εβδομάδων. Επιπλέον, φαίνεται να υποκρύπτεται και μια προσπάθεια επέμβασης στα εσωτερικά των ευρωπαϊκών κρατών μέσω της κινητοποίησης των εκεί ευρισκόμενων τουρκικών κοινοτήτων. Από την άλλη δεν θα πρέπει να λησμονούμε ότι τα εθνικά συμφέροντα των κρατών συγκλίνουν ή αποκλίνουν στο στρατηγικό επίπεδο και όχι στο επίπεδο της ρητορικής. Η ρητορική δημιουργεί συναισθήματα, οι συγκλίσεις συμφερόντων όμως δημιουργούν κίνητρα συνεργασίας. Και τα συναισθήματα, ακόμα και τα πλέον αρνητικά, μπορεί να είναι διαχειρίσιμα όταν υφίστανται σημαντικές στρατηγικές συγκλίσεις συμφερόντων σε θέματα όπως η οικονομία και η ασφάλεια. Στην περίπτωση της Τουρκίας, η γεωστρατηγική της αξία για την Ευρώπη και τη δύση γενικότερα παραμένει αναλλοίωτη τόσο λόγω των εξελίξεων στη Συρία, όσο και λόγω των προσφυγικών ροών. Άρα οι στρατηγικές συγκλίσεις μεταξύ Τουρκίας, Ευρώπης και ΗΠΑ παραμένουν. Εν τούτοις, όσο πιο έντονα είναι τα συναισθήματα, όσο περισσότερο πλήττεται η διεθνής αξιοπιστία ενός διεθνούς δρώντος, τόσο περιορίζεται η προοπτική κεφαλαιοποίησης των στρατηγικών συγκλίσεων. Αυτή τη στιγμή οι δυτικοί (κυρίως οι Ευρωπαίοι) θα προτιμούσαν σαφώς να είχαν απέναντί τους στην Άγκυρα κάποιον άλλο και όχι τον κ. Ερντογάν. Για να μπορέσουν να επανέλθουν οι σχέσεις μεταξύ Τουρκίας και δύσης θα πρέπει ο κ. Ερντογάν να «μαλακώσει» τη ρητορική του. Εν τούτοις, δύσκολα θα ακούσουμε ξανά, τουλάχιστον για όσο διάστημα είναι στην εξουσία ο κ. Ερντογάν, τις γνωστές επωδούς της προηγούμενης δεκαετίας περί «χώρας-μοντέλου συνύπαρξης μεταξύ Ισλάμ και δημοκρατίας». -Απομακρύνθηκε η Τουρκία από την ένταξη στην Ε.Ε. Αυτό τι συνέπειες έχει-αν έχει- για το εθνικό μας ζήτημα; «Η περίπτωση ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ ως πλήρες μέλος δεν ήταν ποτέ ρεαλιστική. Η ένταξη στην ΕΕ δεν είναι πολιτική αλλά τεχνοκρατική διαδικασία και απαιτεί εκπλήρωση των λεγόμενων κριτηρίων της Κοπεγχάγης μέσα από τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις και κλείσιμο των 35 κεφαλαίων του ευρωπαϊκού κεκτημένου από το υποψήφιο κράτος για ένταξη. Μέχρι στιγμής, μετά από 11 χρόνια διαπραγματεύσεων, η Τουρκία κατόρθωσε να κλείσει μόνο ένα κεφάλαιο (και αυτό προκαταρκτικά). Επιπλέον, ακόμα και αν φτάσουμε ποτέ σε εκείνο το σημείο, η ένταξη της Τουρκίας μπορεί να γίνει μόνο κατόπιν της επικύρωσης της συνθήκης προσχώρησης από το σύνολο των κρατών μελών της ΕΕ. Εν τοιαύτη περιπτώσει είναι βέβαιο ότι αρκετά κράτη μέλη θα απέρριπταν την ένταξη της Τουρκίας. Σε ό,τι αφορά στο κυπριακό, είναι γεγονός ότι η διατήρηση της Τουρκίας σε τροχιά ένταξης διατηρούσε ένα πεδίο άσκησης πιέσεων επί της Άγκυρας. Εν τούτοις, αυτό μέχρι τούδε δεν είχε κάποιο θετικό αποτέλεσμα, κυρίως εξ αιτίας της αντιστάθμισης των εν λόγω πιέσεων από την εσωτερική υποστήριξη της οποίας απολάμβανε η Άγκυρα εντός της ΕΕ. Κατά συνέπεια, απαιτείται αλλαγή στρατηγικής από την πλευρά μας η οποία, όχι μόνο θα ακυρώνει τις ενδεχόμενες ζημιές από την απομάκρυνση της Τουρκίας από την ΕΕ, αλλά και θα επιδιώκει μεθοδικά την επίτευξη διπλωματικών κερδών μέσα από την ρήξη στις σχέσεις μεταξύ Τουρκίας και ΕΕ». -Στο μέτωπο της Συρίας η Τουρκία φαίνεται να έχει προβλήματα και με τη Ρωσία, παρά τη βελτίωση των σχέσεων της, αλλά και με τους Αμερικάνους λόγω των Κούρδων. Τι είναι αυτό που επιδιώκει στη Συρία ο Ερντογάν; «Με το ξεκίνημα του εμφυλίου στη Συρία η προσπάθεια της Τουρκίας ήταν η ανατροπή του Άσαντ και η αντικατάστασή του από μία κυβέρνηση όπου θα υπερίσχυε το σουνιτικό στοιχείο, κάτι που θα προσέδιδε στην Άγκυρα ένα σημαντικό βαθμό ελέγχου στα εσωτερικά της Δαμασκού. Στη συνέχεια όμως η επέμβαση της Ρωσίας υπέρ του καθεστώτος Άσαντ ανέτρεψε τις ισορροπίες και ισχυροποίησε τον Σύριο πρόεδρο. Εν τω μεταξύ, οι Κούρδοι της Συρίας κατήγαγαν σημαντικές νίκες κατά του «Ισλαμικού Κράτους» στο πεδίο της μάχης και έπεισαν τους πάντες, ιδιαίτερα δε τους Αμερικανούς, για το αξιόμαχό τους και τους κατέστησαν πολύτιμους συνεργάτες στη μάχη κατά των τζιχαντιστών. Τώρα πλέον η στρατηγική της Άγκυρας στο συριακό έχει υποχωρήσει: από επιθετική, με στόχο την μεγιστοποίηση της τουρκικής επιρροής επί της Συρίας, έχει καταστεί αμυντική, με στόχο την αποτροπή της δημιουργίας κουρδικού κράτους ή αυτοδιοικούμενης περιοχής. Ακόμη και αυτό όμως φαντάζει ανέφικτο καθ’ ότι πολύ δύσκολα θα υποχωρήσουν οι Κούρδοι από τον έλεγχο των περιοχών που έχουν καταλάβει. Αυτή τη στιγμή το μεγαλύτερο στοίχημα για την Άγκυρα είναι να πείσει την Ουάσιγκτον να εγκαταλείψει τους Κούρδους και το YPG και να στηρίξει την προσπάθεια κατάληψης της Ράκα στις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις. Στο εσωτερικό της αμερικανικής κυβέρνησης διεξάγεται συζήτηση επ’ αυτού του ζητήματος και το δίλημμα είναι μεγάλο. Εν τούτοις, όσο διαρκούν οι μάχες στη Συρία και, κυρίως, όσο εκκρεμεί η κατάληψη της Ράκα, δύσκολα θα γυρίσουν εντελώς την πλάτη οι Αμερικανοί στους αξιόμαχους Κούρδους. Μάλλον θα προσπαθήσουν να τηρήσουν μια ισορροπημένη στάση». -Η αναθέρμανση των σχέσεων της Τουρκίας με το Ισραήλ μπορεί να οδηγήσει σε αγωγό φυσικού αερίου από τα ισραηλινά κοιτάσματα στη Μεσόγειο προς την Τουρκία, όπως είναι ο στόχος τους; «Δεν αποκλείεται να οδηγήσει σε αυτό το αποτέλεσμα, όμως πολύ δύσκολα το Ισραήλ θα βάλει όλα του τα αβγά στο τουρκικό καλάθι. Κάτι τέτοιο θα συνιστούσε στρατηγική αυτοκτονία, ιδιαίτερα δε αν λάβει κανείς υπόψη την αναξιοπιστία του κ. Ερντογάν και τον αντισημιτισμό που επικρατεί στην Τουρκία. Το πιο πιθανό είναι να επιδιώξει διαφοροποίηση των οδών μεταφοράς των ενεργειακών του πόρων, διατηρώντας και άλλες επιλογές ανοικτές».
1 Comment
Μαρία Ιωαννίδου-Αχιλλέως
5/4/2017 17:02:46
Πολύ ενδιαφέροντα τα όσα δηλώνει ο κ. Κοντός. Πρέπει η διαπραγματευτική ομάδα της Δημοκρατίας μαζί με τον κ. Αναστασιάδη και τις απαραίτητες κομματικές δομές να δώσουν τις κατάλληλες περγαμηνές για να προβούν στις λύσεις και να είναι όλα σε ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο δικαιοσύνης και κυρίως ουσιαστικών τομών για να μην αδικηθεί κανείς.
Reply
Leave a Reply. |
APXEIO
February 2024
Click to set custom HTML
Click to set custom HTML
|