ΤΗΣ ΜΑΙΡΗΣ ΠΙΕΡΙΔΟΥ Η Μαριλίζα Παπαδούρη γεννημένη σε οικογένεια μουσικών αρχίζει ν’ αγαπά τη μουσική από την ηλικία των δύο χρόνων! Παίρνει μαθήματα πιάνου από τη γιαγιά της Βιργινία Γενοβκιάν και αρχίζει ν’ αγαπά με πάθος τη μουσική! Γίνεται μέλος τη παιδικής χορωδίας του Πνευματικού Ομίλου Λεμεσού, υπό τη διεύθυνση της μαέστρου Βιολέτας Κακομανώλη, η οποία τυγχάνει να είναι θεία και νονά της! Για δώδεκα χρόνια παραμένει στην παιδική χορωδία. Αργότερα αρχίζει να μελετά βιολοντσέλο με δασκάλα την Ντρουγκαλόβα Αργυρίδου στο Ωδείο Δήμου Λεμεσού. Συνεργάζεται με σπουδαίους συνθέτες και μουσικούς, λαμβάνει μέρος σε σπουδαίες συναυλίες, διακρίνεται και σε Κύπρο και σε εξωτερικό! Η καλλιτεχνική, μουσική της πορεία είναι γεμάτη επιτυχίες που σε κάνουν να τη θαυμάζεις και να την επαινείς! Η ίδια η Μαριλίζα, σε μια συνέντευξη που είχα μαζί της, μας μίλησε γενικότερα για την πορεία της και την καριέρα της. Μαριλίζα μου, από πότε άρχισες να ασχολείσαι με τη Μουσική; Όπως όλα τα παιδιά, μου άρεσε πολύ να τραγουδώ και είχα και πολύ σωστή φωνή, απ’ ότι άκουσα εκ των υστέρων σε κασέτες που κράτησε η μαμά μου από τότε που ήμουν 2-3 χρόνων. Όταν ήμουν στο νηπιαγωγείο, η γιαγιά μου, που ήταν επαγγελματίας πιανίστρια, άρχισε να με διδάσκει πιάνο και την ίδια εποχή έγινα μέλος της παιδικής χορωδίας του Πνευματικού Ομίλου Λεμεσού υπό τη διεύθυνση της θείας και νονάς μου Βιολέτας Κακομανώλη. Μετά, στα 11 μου χρόνια αποφάσισα ότι ήθελα να μάθω να παίζω βιολοντσέλο, και γράφτηκα στο Ωδείο του Δήμου Λεμεσού, όπου φοίτησα στην τάξη της Ντρουγκαλόβα Αργυρίδου. Τι ρόλο έπαιξε η οικογένειά σου στην απόφασή του ν’ ασχοληθείς με τη Μουσική; Η οικογένειά μου από τη μεριά της μητέρας μου ήταν εδώ και 5-6 γενιές επαγγελματίες μουσικοί. Ο προπάππος μου Βαχράμ Γενοβκιάν είχε σπουδάσει Δεξιοτεχνία Βιολιού και Σύνθεση στην Ecole Normale και το Conservatoire στο Παρίσι. Και οι δύο γονείς της μητέρας μου ήταν επαγγελματίες μουσικοί, η γιαγιά μου πιανίστρια και ο παππούς μου σαξοφωνίστας και κλαρινετίστας. Δεν θυμάμαι να με επηρέασαν συνειδητά, αλλά ήταν περίπου αυτονόητο ότι η μουσική είναι σαν τον αέρα που αναπνέω. Πώς αποφάσισες ν’ ασχοληθείς με το βιολοντσέλο; Όταν ήμουν 4 χρονών με είχε πάρει η μαμά μου σε μια συναυλία Συμφωνικής Μουσικής και όταν με ρώτησε ποιο όργανο μου αρέσει, της είχα δείξει το βιολοντσέλο. Αλλά δεν επέμεινα μάλλον και το θέμα ξεχάστηκε. Μέχρι που έγινα 11 χρονών, και είδα μια βιντεοταινία στην οποία πρωταγωνιστούσε μια βιολοντσελλίστρια, και εκεί μου έγινε σχεδόν εμμονή να μάθω βιολοντσέλο. Μου άρεσε πολύ και η εικόνα του και ο ήχος του. Με ποιους μουσικούς είχες την τύχη να μαθητεύσεις και να συνεργαστείς; Πέρα από του δασκάλους μου στο βιολοντσέλο που ήταν η Όλγα Ντρουγκαλόβα Αργυρίδου στην Κύπρο, ο Granit Kamperi και η Claire Demeleunaire στην Αθήνα και ο Zsolt Puskas στην Βουδαπέστη, θεωρώ πολύ μεγάλους δασκάλους για ‘μένα το Μίκη Θεοδωράκη, με τον οποίο συνεργάζομαι από το 1998 μέχρι σήμερα. Όχι μόνο από μουσικής άποψης, αλλά γενικότερα, ταιριάξαμε πάρα πολύ στον τρόπο σκέψης και τον θεωρώ μέντορά μου. Επίσης, τον Χρήστο Λεοντή που ήταν από τους πρώτους που με εμπιστεύθηκε όταν γύρισα στην Αθήνα μετά τη Βουδαπέστη, και με έβαλε στον χώρο της μουσικής για το Αρχαίο Θέατρο. Και βέβαια τον αγαπημένο φίλο και συνεργάτη εδώ και 20 χρόνια, τον Στέφανο Κορκολή, που με έμαθε να τολμώ να παίζω χωρίς παρτιτούρα! Επίσης, τις μακροχρόνιες συνεργασίες μου στην Κύπρο με τον Άδμητο Πιτσιλλίδη, τον Βάσο Αργυρίδη, τον Ευαγόρα Καραγιώργη και τον Κώστα Κακογιάννη τις θεωρώ πολύ σημαντικές. Ποιο ρόλο έπαιξε στην πορεία σου η Βιολέτα Κακομανώλη; Η Βιολέτα Κακομανώλη υπήρξε και για ‘μένα, όπως και για πολλούς ακόμα μουσικούς στην Κύπρο που είχαν την τύχη να είναι κοντά της ως παιδιά, μια πηγή μεγάλης έμπνευσης. Είναι μια πολύ λαμπερή προσωπικότητα, πολύ δοτική και πολύ αυστηρή χωρίς να γίνεται αντιπαθής στα παιδιά. Τα εμπνέει να δώσουν όλο τον εαυτό τους, χωρίς να τα πιέζει. Ήμουν πολύ τυχερή για την παρουσία της στην παιδική μου ηλικία, πήρα πάρα πολλή ενέργεια από αυτή! Πώς έτυχε να πας να ζήσεις για αρκετά χρόνια στην Αθήνα και με τι ασχολήθηκες εκεί; Στην Αθήνα πήγα 17 χρονών για σπουδές. Μετά έφυγα στη Βουδαπέστη, όπου συνέχισα με το τσέλο και σε κάποια στιγμή όταν έπρεπε να αποφασίσω που να πάω μετά τη Βουδαπέστη, αποφάσισα να δοκιμάσω τις δυνάμεις μου στην Αθήνα.. Εκεί έμεινα, χωρίς να το καταλάβω, για 21 χρόνια! Όλα αυτά τα χρόνια έπαιζα σε συναυλίες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, καθώς και σε πάρα πολλές ηχογραφήσεις με συμφωνικές ορχήστρες, με συνθέτες και με τη Μαρία Φαραντούρη για 10 χρόνια. Ποια σημαντικά γεγονότα συνέβησαν στην καλλιτεχνική-μουσική σου πορεία; Ό,τι συνέβηκε στη μουσική μου πορεία το θεωρώ σημαντικό. Δεν μπορώ να ξεχωρίσω κάτι. Ακόμα και κάτι που μπορεί να φαινόταν αρχικά μικρό και ασήμαντο, έφερνε μετά κάτι πολύ σημαντικό. Εγώ πάντως έδωσα σε όλα τον καλύτερό μου εαυτό. Δεν κρατώ ποτέ κάτι πίσω για μια άλλη φορά. Κάθε φορά τη θεωρώ πιθανόν την τελευταία. Πώς νιώθεις που τόσο νέα πέτυχες τόσα πολλά; Ειλικρινά δεν νιώθω ότι πέτυχα και τόσα πολλά. Απλώς κάθε φορά προσπαθώ σε όποια χώρα βρίσκομαι να είμαι ενεργή στη μουσική και να δίνω τον καλύτερό μου εαυτό. Υπηρετώ τη μουσική. Αυτό είναι όλο! Η διαδρομή σου στη μουσική, πού σε οδήγησε μέχρι σήμερα; Η διαδρομή μου είναι δαιδαλώδης! Δεν ξέρω πού με οδήγησε ή πού θα με οδηγήσει στο μέλλον, αλλά αυτό που εγώ εκτιμώ είναι ότι η μουσική έχει φέρει στη ζωή μου απίθανους ανθρώπους, υπέροχα ταξίδια, μαγικές στιγμές επί σκηνής. Αυτή η διαδρομή με πήρε σε όλες τις ηπείρους, σε φημισμένα θέατρα, σε διαφορετικές κουλτούρες. Και μέσα από όλα αυτά το μόνο μου συμπέρασμα είναι ότι όλοι είμαστε ίδιοι. Ασχέτως χώρας, εθνικότητας, θρησκείας. Η μουσική ενώνει. Νιώθεις τυχερή για όλα αυτά που πέτυχες; Όχι δεν νιώθω τυχερή, με την έννοια ότι θυσίασα πάρα πολλά για να κάνω αυτά που έκανα. Έζησα μακριά από την οικογένειά μου, από την πατρίδα μου, τους παιδικούς μου φίλους. Διέλυσα την οικογένεια που έφτιαξα μετά και πάλι, γιατί με εμπόδιζε να είμαι αυτό που είμαι. Δεν είναι εύκολο κάποιος να δεχτεί δίπλα του αυτή την τρελή ζωή ενός μουσικού με τις μόνιμα ασταθείς ώρες, τις απουσίες, την οικονομική ανασφάλεια. Οπότε, όχι δεν νιώθω τυχερή για αυτά που πέτυχα. Τα έχω πληρώσει πάρα πολύ ακριβά. Όμως δεν το μετανιώνω. Κανένας δεν μπορεί να τα έχει όλα στη ζωή. Ποια είναι η δική σου γνώμη για τα δικά μας μουσικά δρώμενα, και ποιες οι εισηγήσεις σου, εάν υπάρχουν; Αυτό που βλέπω τώρα στην Κύπρο δεν έχει καμία σχέση με αυτό που υπήρχε όταν ήμουν παιδί, τη δεκαετία του ’80. Τώρα τα μουσικά και γενικότερα τα καλλιτεχνικά δρώμενα είναι πολύ πιο ζωντανά. Βλέπω με πάρα πολύ χαρά ότι δίνεται περισσότερη βαρύτητα στη μουσική παιδεία των παιδιών με τα μουσικά σχολεία. Πιστεύω ότι στα παιδιά πρέπει να επικεντρωθούν οι προσπάθειες. Γιατί αυτά είναι οι επόμενοι καλλιτέχνες ή οι επόμενοι καλλιεργημένοι θεατές και ακροατές. Και να θυμόμαστε ότι μόρφωση χωρίς καλλιέργεια δεν είναι ολοκληρωμένη. Επίσης, χρειάζεται μια γενική αναβάθμιση της αισθητικής στην Κύπρο. Ξεκινώντας από την αρχιτεκτονική των πόλεων. Θεωρείς ότι πέτυχες τους στόχους που έβαλες μέχρι σήμερα; Τι έπεται; Δεν έβαλα ποτέ κανένα στόχο πέραν του μόνιμου στόχου μου να ερμηνεύω κάθε φορά πιο κοντά σε αυτό που φαντάστηκε ο συνθέτης. Ένα στόχο που δεν έχω καταφέρει ακόμα είναι να είμαι πιο πειθαρχημένη στη μελέτη. Παρασύρομαι από τον ωραίο καιρό, τους φίλους κ.α. και με γεμίζει με ενοχές που δεν αφιερώνω όσο χρόνο θα έπρεπε στην καθημερινή μελέτη στο βιολοντσέλο. Εκτός από το ότι θέλω να γίνω πιο σοβαρή στη μελέτη, θέλω να έχω την ευκαιρία να παίξω καινούργια έργα. Είναι πολύ ωραία η αίσθηση να παίζεις φρεσκογραμμένα έργα. Είσαι πιο ελεύθερος στην ερμηνεία, χωρίς το βάρος της σύγκρισης με μεγαθήρια της μουσικής. Φωτογραφίες από αρχείο της ιστοσελίδας violetacacomanoli.com
0 Comments
Leave a Reply. |
APXEIO
February 2024
Click to set custom HTML
Click to set custom HTML
|