ΤΗΣ ΜΑΙΡΗΣ ΠΙΕΡΙΔΟΥ Η Έλενα Χριστοδουλίδου είναι μια ξεχωριστή και πολύ χαρισματική χορογράφος. Πολύ συνεπής στη δουλειά της, την οποία υπεραγαπά και με ζήλο την υπηρετεί. Τη γνωρίζω πάρα πολλά χρόνια, από τότε που πολύ νεαρή ήρθε στην Κύπρο και άρχισε τις συνεργασίες της με τα θέατρα μας. Με τον ΘΟΚ, με το Θέατρο Ένα, όπου οι χορογραφίες της είχαν μια ξεχωριστή μαγεία. Παράλληλα με τη διδασκαλία χορού που κάνει, συνεργάζεται και με τα θέατρά μας και τώρα πρόσφατα μάλιστα χαρήκαμε και απολαύσαμε τη δουλειά της, στο «Μεγάλο Περίπατο του Πέτρου», που παρουσίασε ο Θεατρικός Οργανισμός Κύπρου και σκηνοθέτησε ο Τάκης Τζαμαριάς. Το έργο είχε μεγάλη επιτυχία. Επίσης, συνεργάστηκε και πάλι με τον ΘΟΚ, στην Κύρια Σκηνή, στο έργο «Η Στέλλα με τα κόκκινα γάντια», όπου ξεχώρισαν και εδώ οι χορογραφίες της. Μεγάλη επιτυχία είχε και το έργο «Τα παιδιά της Γάζας», σε σκηνοθεσία Αλεξίας Παπαλαζάρου, που παρουσίασε το θέατρο «Αντίλογος» και σ’ αυτό έκανε τις χορογραφίες η Έλενα Χριστοδουλίδου βάζοντας τις «χρυσές» πινελιές της. Αριστοτεχνικά, δημιουργικά και αθόρυβα, η Έλενα δουλεύει και μεγαλουργεί! Σίγουρα θα δούμε και άλλες δουλειές της και θα θαυμάσουμε την τέχνη της! Στο δικό της χώρο, στο Πολιτιστικό Κέντρο Εγκώμιο, θα βρούμε την Έλενα καθημερινά να διδάσκει και να αυτοσχεδιάζει!
Η πρώτη επαφή με τον χορό. Πολλά χρόνια μετά, η επαγγελματική ενασχόληση. Άραγε υπάρχει ένα νήμα που τα συνδέει; Ή ήταν θέμα τύχης; Είμαστε όλοι μας, οι ανάγκες μας. Οι ζωτικές ανάγκες μας να επικοινωνήσουμε, να εκτονωθούμε, να εκφραστούμε, να δημιουργήσουμε. Τα μέσα για να μπορέσουμε να τις ικανοποιήσουμε εξελίσσονται, ωριμάζουν μέσα στον χρόνο, αλλά οι ζωτικές μας ανθρώπινες ανάγκες – της επικοινωνίας, της έκφρασης, της δημιουργίας - είναι πάντα οι ίδιες. Όλα όσα κάνουμε από τα πρώτα της ζωής μας χρόνια, όλα όσα ενδυναμώνουν την επικοινωνία, βαθαίνουν την εκφραστικότητα, απελευθερώνουν τη δημιουργικότητά μας, είναι προφανώς αναπόσπαστα συνδεδεμένα μιας και συναποτελούν το νήμα της εξέλιξής μας. Άρα; Άρα η κίνηση είναι απεριόριστη, είναι η κίνηση που εκκινώντας τυπικά από το σώμα καθορίζει τα πάντα, τον τρόπο ζωής, τη σκέψη. Υπό αυτή την κρίσιμη έννοια, η αδιάκοπη προσπάθεια με στόχο την κατάκτηση τόσο των τυπικά κινητικών όσο και των ευρύτερα εκφραστικών δεξιοτήτων και ικανοτήτων μέσω της τέχνης του χορού, είναι μια από τις πιο συγκλονιστικές εμπειρίες της ανθρώπινης ύπαρξης. Η εμπειρία αυτή σε προσωπικό επίπεδο ξεκίνησε από πολύ μικρή ηλικία, νηπιακή, σε μια συνοικιακή σχολή, με τσιμεντένιο πάτωμα και πάνω από αυτό – όπως πολλά χρόνια μετά ανακάλυψα - πλαστικό αυτοκόλλητο με σχέδιο παρκέ για να παραπλανά πως πρόκειται για ξύλινο δάπεδο. Δεν παραπονιέμαι για αυτό ετεροχρονισμένα, κείνα τα χρόνια ήταν, μα την αλήθεια δύσκολα, το αναγνωρίζω και το κατανοώ. Αυτό όμως, το οποίο θεωρώ αδιανόητο, είναι να εξακολουθούν και σήμερα να υπάρχουν σε κάθε γειτονιά τέτοιες σχολές, καταστρέφοντας όχι μόνο τα σώματα αλλά και τις ψυχές των ανθρώπων που εξαπατημένοι τις εμπιστεύονται. Αυτό δεν είναι ανεκτό! Πόσο μάλλον όταν εδώ και χρόνια έχει θεσπιστεί η σχετική προστατευτική – καταρχάς και πέραν όλων της υγείας των παιδιών μας – νομοθεσία. Η οποία δεν εφαρμόζεται, κανένας απολύτως έλεγχος δεν υπάρχει. Μη μου πείτε ότι σας κάνει και εντύπωση, για την Κύπρο μιλάμε… Να μιλήσουμε για πρόσωπα που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην όλη πορεία σου; Βεβαίως! Αποτιμώντας με την πρέπουσα απόσταση του χρόνου, μπορώ με σιγουριά να πω ότι αυτό που κατά βάση «κουβάλησα και με κουβάλησε» στα πρώτα χρόνια της επαγγελματικής χορευτικής ζωής είναι η σοβαρή καθοδήγηση και εμπνευσμένη διδασκαλία πραγματικά καλών δασκάλων. Η αναγκαία απομάκρυνση από τους πρώτους δασκάλους και σοβαρούς καθοδηγητές γίνεται βήμα προς βήμα, έχει τον απελευθερωτικό χαρακτήρα του απογαλακτισμού, και συνειδητοποιείται ταυτόχρονα με τη συνειδητοποίηση της ανάγκης να συναντιέσαι με ολοένα και περισσότερους ανθρώπους που έχουν κάτι το νέο και το διαφορετικό να ανταλλάξουν, να μοιραστούν μαζί σου. Κάτι που διευρύνει ξεκάθαρα την οπτική διαμορφώνοντας μια νέα προοπτική στην εξέλιξη της δουλειάς σου. Δημιουργική διαδικασία στην Κύπρο. Πόσο εύκολη; Τα πρώτα χρόνια μετά την επιστροφή ήταν πολύ δύσκολη η προσαρμογή, γινόταν δε, ολοένα δυσκολότερη όσο τα χρόνια πέρναγαν. Η παντελής ανυπαρξία δημιουργικών ευκαιριών ήταν αυτή που υποχρέωσε – πάντα οι πρωτοπόροι ξεπηδούν μέσα από τις πολύ μεγάλες, τις οριακές δυσκολίες - τους επαγγελματίες χορευτές, χορεύτριες και χορογράφους στην δημιουργία του πρώτου θεσμού, της πλατφόρμας χορού που τότε έφερε την ονομασία Χορευτικές συναντήσεις. Από τότε άλλαξαν μεν πολλά, χωρίς όμως ποτέ να φτάσει η στιγμή να νοιώσω πως οι υφιστάμενες στην Κύπρο δυνατότητες, μου επέτρεψαν να κάνω όλα όσα θα μπορούσε να κάνει ένας δημιουργός που βρίσκεται σε ένα χώρο για περίπου 25 χρόνια. Δεν σας κρύβω ότι κάποιες στιγμές μελαγχολώ, υπολογίζοντας ότι τα μεγάλα σε διάρκεια έργα που είχα την ευκαιρία να δημιουργήσω δεν ξεπέρασαν ακόμη τα δέκα. Με κάποια από τα έργα μου μέσα σε αυτά τα χρόνια ένιωσα πλήρως ικανοποιημένη για το τελικό αποτέλεσμα. Με κάποια άλλα, ένοιωσα έντονα πως ήθελα να τα αλλάξω και να τα δω αλλιώς. Όμως, στον χορό στην Κύπρο, δυστυχώς δεν κάνουμε παρά 1, 2 παραστάσεις ανά έργο και μετά τα έργα μας πεθαίνουν, δεν τα ξαναπαρουσιάζουμε. Η επαναφορά/ επανάληψή τους δεν είναι τις περισσότερες φορές εφικτή, κυρίως διότι οι χορευτές μας δεν είναι διαθέσιμοι. Απουσιάζει ακόμα στην Κύπρο η συνείδηση της ανάγκης συνέχισης μιας συνεργασίας κατά την διάρκεια της οποίας κάποιοι άνθρωποι έχουν συν-δημιουργήσει. Έχω φτάσει να νοιώθω εγώ η ίδια πως δεν έχω το κουράγιο να μπω στην διαδικασία να ξαναφέρω χορευτές μου, μαζί μετά από κάποιους μήνες για επανάληψη πρόβας ενός παλιότερου έργου αφού αυτό αντιστοιχεί με το στήσιμο ενός παζλ που τα κομμάτια του είναι ο διαθέσιμος χρόνος του καθενός. Χρειάζεται μια συλλογή ενέργειας και δυναμικής για να μπορεί ένας χορογράφος και οι χορευτές να γυρίζουν πίσω σε κάτι που αξίζει την επανάληψη. Αυτό είναι κάτι που ομολογώ ότι ζηλεύω στο θέατρο, η δυνατότητα δηλαδή επανάληψης παραστάσεων ώστε να μπορούν να ανταποκριθούν πλήρως στην προσέλευση του κυπριακού κοινού Ποια η πρώτη επαγγελματική σου δουλειά ως χορογράφος στο θέατρο; Ζούσα στο Λονδίνο ένα εξάμηνο αφού είχα ολοκληρώσει το μεταπτυχιακό μου και στην προσπάθεια να κάνω κάτι δημιουργικό, έστειλα μια επιστολή, ένα βιογραφικό και δείγμα δουλειάς μου στον Θεατρικό Οργανισμό Κύπρου. Η ανταπόκριση ήταν άμεση. Με κάλεσαν να γνωρίσω τον σκηνοθέτη Αντρέα Μαραγκό και, κατόπιν, μαζί συνεργαστήκαμε στο παιδικό έργο Η μικρή Τριανταφυλλένη. Ένα έργο που ήταν η αφετηρία για πολλές συνεργασίες με τον ΘΟΚ. Την ίδια χρονιά χορογράφησα τους Βάτραχους του Αριστοφάνη σε σκηνοθεσία Νίκου Χαραλάμπους με παραστάσεις στην Επίδαυρο και σε άλλους θεατρικούς χώρους στην Ελλάδα. Ακολούθησαν πολλές άλλες συνεργασίες με θέατρα όμως για δέκα περίπου χρόνια δεν είχα την ευκαιρία να δουλέψω στο θέατρο. Το 2017 και 2018 είχα την ευκαιρία να χορογραφήσω στον ΘΟΚ μια πολύ αγαπημένη μου δουλειά «Ο μεγάλος περίπατος του Πέτρου» σε σκηνοθεσία Τάκη Τζαμαργιά , την «΄Στέλλα με το κόκκινα γάντια» σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Αρβανιτάκη και για το θέατρο Αντίλογος «Τα παιδιά της Γάζας» σε σκηνοθεσία Αλεξίας Παπαλαζάρου. Θεωρώ πως η δουλειά ενός κινησιολόγου , χορογράφου είναι πολύ σημαντική ιδιαίτερα όταν σκαλίζεις βαθιά ένα έργο. Ως δασκάλα χορού ποια προβλήματα αντιμετωπίζεις; Διδάσκοντας ήδη μια εικοσιπενταετία μπορώ να σας βεβαιώσω με πλήρη συνείδηση ότι η υπόθεση της διδασκαλίας – αν γίνεται με σοβαρότητα, συνέπεια και ευθύνη – δεν είναι μια καθόλου απλή και εύκολη υπόθεση. Αν δεν ονειρεύομαι σε κάθε δυο μάτια παιδικά που κοιτώ, πως μπροστά μου έχω μια χορεύτρια η έναν χορευτή, έναν άνθρωπο που θα αγαπήσει για μια ολόκληρη ζωή τον χορό τότε δεν έχω το κίνητρο να διδάξω. Όταν η πρώτη κουβέντα που ακούω από μαμάδες είναι πως το παιδί μου θέλω να κάνει μαθήματα χορού αλλά δεν θέλω να γίνει χορεύτρια αντιλαμβάνομαι σε πόσο καταπιεστική και συντηρητική κοινωνία ζούμε. Κάθε μέρα ξυπνώ με το ίδιο στοίχημα και την ίδια σκέψη. Ποια και πόσα από τα παιδιά που διδάσκω καταρχάς θα νιώσουν και σταδιακά θα κατανοήσουν την σχέση τους με τον χορό και την κίνηση ως υπόθεση ζωής, ανεξάρτητα αν τα ίδια επιλέξουν για το μέλλον τους τον δρόμο του επαγγελματία χορευτή ή όχι. Νιώθω πολύ τυχερή και – ναι, το ομολογώ – περήφανη, γιατί έχω παιδιά παλιών μαθητριών μου, σημερινούς μαθητές αλλά και τις ίδιες να παρακολουθούν ακόμα μαθήματα χορού. Το σώμα μας χωρίς κίνηση αργοπεθαίνει, χωρίς την μουσική, τις τέχνες περιφέρονται οι άνθρωποι αναμένοντας το πέρασμα του χρόνου εγκλωβισμένοι σε «γερασμένα» σώματα. Μελλοντικά σχέδια, ποια είναι; Δεν έκανα ποτέ σχέδια για να κάνω και τώρα. Κάθε τι στην ζωή προκύπτει μέσα από την πραγματική ανάγκη ύπαρξης του, και την ωριμότητα του καθένα μας να μπορεί να αναγνωρίσει αυτή την ανάγκη. Να την αναγνωρίσει, άρα και να κάνει τα πάντα ώστε να την ικανοποιήσει. Πάντα ένιωθα την ανάγκη για καλές συνθήκες εργασίας για ένα χώρο όπου μπορείς να ηρεμήσεις, να νοιώσεις την σύνδεση του σώματος με το πνεύμα, για έναν χώρο όπου μπορείς να συλλέξεις και να ανταλλάξεις ιδέες για την πρόοδο, την αλλαγή . Έτσι προέκυψε το Εγκώμιο Πολιτιστικό Κέντρο, μέσα από την ανάγκη, από την αληθινή ανάγκη αυτής, είναι το αποτέλεσμα και αυτήν διεκδικεί σταθερά πλέον και αδιάκοπα να ικανοποιεί.
0 Comments
Leave a Reply. |
APXEIO
February 2024
Click to set custom HTML
Click to set custom HTML
|