ΤΗΣ ΑΝΝΙΤΑΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ Μερικά 24ωρα έχουν απομείνει για τα Χριστούγεννα και οι προετοιμασίες έχουν χτυπήσει κόκκινο. Οι νοικοκυρές έχουν ήδη φτιάξει τα γλυκά τους, έχουν φουρνίσει τα ψωμιά τους. Έχουν ετοιμάσει κουραμπιέδες και μελομακάρονα και σίγουρα έχουν ήδη κάνει όλες τις απαραίτητες προετοιμασίες για το Χριστουγεννιάτικο τραπέζι. Στην Κύπρο το Χριστουγεννιάτικο τραπέζι με τα αμέτρητα φαγητά και γλυκά είναι παράδοση όπως επίσης και η σούβλα που δεν έλειπε, ούτε λείπει από κανένα σπίτι αυτές τις μέρες.
Αν αναλογιστούμε τα χρόνια που έχουν περάσει αλλά και τα χρόνια που θα έρθουν σίγουρα κάποια πράγματα μένουν αναλλοίωτα στον χρόνο και ένα από αυτά είναι το Χριστουγεννιάτικο τραπέζι. Όσα χρόνια κι’ αν περάσουν παραμένει το ίδιο με την οικογένεια να μαζεύεται και να διασκεδάζει αυτή την τόσο ξεχωριστή μέρα των Χριστιανών Αυτό βέβαια δεν το λέμε μόνο εμείς. «Ταξιδέψαμε» πίσω στον χρόνο μαζί τρεις γυναίκες που έχουν ζήσει τα Χριστούγεννα παλαιότερα, όταν ακόμη οι ίδιες ήταν μικρά παιδιά και προσμένανε με ανυπομονησία τα Χριστούγεννα και ας μην ερχόταν ο Άγιος Βασίλης και ας μην έφερνε ακριβά δώρα. Τότε που δεν υπήρχε η Παραμυθούπολη, που δεν υπήρχαν τα mall που δεν υπήρχαν τα αμέτρητα δώρα και παιχνίδια… Μιλώντας με αυτές τις γυναίκες που σήμερα είναι κάπου στα 70 τους χρόνια, συνειδητοποίησα ότι τα Χριστούγεννα είναι μαγικά. Με κάποιο τρόπο αυτή η μέρα σου γαληνεύει την ψυχή και πλανάται στην ατμόσφαιρα μια χρυσόσκονη μαγική… Από νωρίς οι προετοιμασίες Η κ. Λένια είναι σήμερα 75 χρονών μεγαλωμένη στο χωριό Πεδουλάς. Ένα χωριό στα ορεινά όπου ο χειμώνας είναι πάντα έντονος. Της ζητήσαμε να μοιραστεί μαζί μας τις αναμνήσεις της παιδικής της ηλικίας τις μέρες των Χριστουγέννων, όταν ακόμη ήταν στο Δημοτικό. Όπως μας είπε, στο σπίτι τους, δεν στόλιζαν Χριστουγεννιάτικο δέντρο ούτε υπήρχε ο Άγιος Βασίλης. «Ήταν πολυτέλεια για τους γονιούς μας», μας ανέφερε. Οι μέρες πριν τα Χριστούγεννα ήταν ιδιαίτερες για την οικογένεια της κ. Λένιας, αφού τόσο στο δικό της σπίτι όσο και στα άλλα σπίτια του χωριού, άρχιζαν οι προετοιμασίες πολύ νωρίς. «Όταν εκόντευκαν οι γιορτές, οι γονιοί μας εκαθάριζαν το σπίτι. Πογιάτιζαν μέσα το σπίτι και έξω το ασπρόγιαζαν» μας είπε η κ. Λένια. Σειρά έπαιρνε και η ετοιμασία του κρέατος. Σήμα κατατεθέν για το Χριστουγεννιάτικο τραπέζι κάθε οικογένειας. Η κάθε οικογένεια είχε το δικό της χοίρο στο σπίτι που τον μεγάλωνε ειδικά για αυτές τις μέρες. Έτσι όταν έφτανε εκείνη η μέρα, «μαζεύονταν οι συγγενείς και το σφάζανε. Δεν το έπαιρναν στον χασάπη. Στη συνέχεια έφτιαχναν λούτζα, λουκάνικα, μπέικο κ.α. Θυμάμαι για να τα κάνουν καπνιστά τα κρεμούσαν πάνω από την σόπα και από την βράστη και τον καπνό εκαπνίζονταν και γίνονταν καπνιστά. Πριν από αυτό, κάποια τα έβαζαν και στο κρασί», μας εξιστορεί. Αφού τέλειωναν με το κρέας άρχιζαν οι νοικοκυρές το ζύμωμα του ψωμιού. «Η μάνα μου ξεκινούσε το ζύμωμα στις 4.00 το πρωί μαζί με τις αδελφές της. Μετά ξεκινούσε η διαδικασία των γλυκών. «Η μάνα μου όλο τον χρόνο έφτιαχνε διάφορα γλυκά του κουταλιού ενώ λίγο πριν τα Χριστούγεννα έφτιαχνε δάχτυλα, πίτες και άλλα πολλά γλυκά», πρόσθεσε η κα. Λένια. Η οικογένεια ήταν ενωμένη «Την παραμονή των Χριστουγέννων-συνεχίζει- έβραζαν κοτόπουλο για να κάνουν σούπα αυγολέμονη. Μια σούπα που συνήθιζε η μάνα μου να την κάνει στο σπίτι. Πηγαίναμε εκκλησία και επιστρέφαμε σπίτι και τρώγαμε σούπα. Όλοι μας, μικροί –μεγάλοι νηστεύαμε πριν τα Χριστούγεννα». Όταν έφτανε επιτέλους αυτή η μέρα των Χριστουγέννων οι ετοιμασίες για το γιορτινό τραπέζι ήταν στο ζενίθ τους. Μαζεύονται όλοι οι συγγενείς, ο καθένας έπαιρνε και από ένα φαγητό και φυσικά η σούβλα ήταν στο επίκεντρο. Έτσι ξεκινούσε το μεγάλο φαγοπότι. Όπως μας επεσήμανε η κ. Λένια, «ο κόσμος τότε ήταν φτωχός, δεν είχαμε ούτε Άγιο Βασίλη, ούτε οι γονείς μας είχαν λεφτά για ρούχα και παπούτσια. Στην καλύτερη περίπτωση να μας αγόραζαν, αν είχαν χρήματα, ένα ζευγάρι παπούτσια». Παρόλα αυτά, η οικογένεια ήταν ενωμένη, δεμένη και τις γιορτές όλοι μαζεύονταν σε ένα σπίτι για να γιορτάσουν τόσο τα Χριστούγεννα όσο και την Πρωτοχρονιά. Διασκέδαζαν όλοι μαζί. Η κ. Λένια θυμάται την παραμονή της Πρωτοχρονιάς ότι «όλοι μαζεύονταν σε ένα σπίτι και έτρωγαν και διασκέδαζαν και γύρω στις 12 τα μεσάνυχτα χτυπούσε η καμπάνα του χωριού για να πάμε στην εκκλησία και να γιορτάσουμε τον ερχομό του νέου χρόνου». «Μύριζε» Χριστούγεννα Σε αυτή την περιδιάβαση των προηγούμενων χρόνων συναντήσαμε και την κ. Άννα, η οποία σήμερα είναι 70 χρονών και κατάγεται από την Λευκωσία. Στην περίπτωση της κ. Άννας ήταν λίγο διαφορετικά τα Χριστούγεννα. Θυμάται τα παιδικά αυτά χρόνια με νοσταλγία. Εξιστορώντας μας τις αναμνήσεις της, όταν ήταν ακόμη στην ηλικία των 9 χρονών (δεκαετία του ΄50) μας λέει ότι «λίγο πριν τα Χριστούγεννα πηγαίναμε και αγοράζαμε δέντρο για να το στολίσουμε. Ήταν αληθινό δέντρο όχι όπως σήμερα που όλοι στολίζουμε ψεύτικα. Ήταν άλλη η μαγεία του αληθινού δέντρου στο σαλόνι. Το στολίζαμε με μπάλες. Μύριζε Χριστούγεννα, ένιωθες έντονα τα Χριστούγεννα. Ίσως επειδή κάποια πράγματα δεν τα είχαμε καθημερινά όπως για παράδειγμα τα καινούργια ρούχα και τα παπούτσια. Αγοράζαμε καινούργια ρούχα και παπούτσια και περιμέναμε την ημέρα των Χριστουγέννων για να τα φορέσουμε να πάμε εκκλησία και μετά να πάμε σπίτι να φάμε την σούπα μας. Όλοι τότε νηστεύανε και έτσι περίμενες με ανυπομονησία να φας την σούπα με το κοτόπουλο. Μετά, στο γιορτινό τραπέζι των Χριστουγέννων, μαζευόταν όλη η οικογένεια και έτρωγε γαλοπούλα και κάποιοι άλλοι σούβλα. Η γιαγιά μου έφτιαχνε γλυκά και κουραμπιέδες ενώ ο Άγιος Βασίλης δεν μας έβαζε τα δώρα κάτω από το δέντρο αλλά ερχόταν το βράδυ και μας έβαζε κάτω από το μαξιλάρι μας, γρόσια και σελίνια. Θυμάμαι επίσης ότι μας έδιναν από το σχολείο κάποιους λαχνούς για να τους πουλήσουμε και κερδίζαμε δώρα. Γυρίζαμε όλη την γειτονιά για να πουλήσουμε τους λαχνούς. Κάποιοι αγόραζαν, κάποιοι μας έδιωχναν». Η κ. Αντρούλλα, μιας τρίτη κυρία της παλιάς εποχής, λίγο πριν το 1970, όταν ήταν περίπου 8 χρονών θυμάται τη γιαγιά της στο χωριό στην επαρχία Λευκωσίας να ζυμώνει κουλούρια και να φτιάχνει τα λεγόμενα παραδοσιακά γλυκά, όπως είναι τα δάχτυλα, η τσιππόπιττα, τα πουρέκια και το χριστόψωμο. «Επίσης, συνεχίζει, ο παπάς μου, ήταν χασάπης και λίγο πριν τις γιορτές του παραγγέλνανε οι συγχωριανοί γαλοπούλες. Θυμάμαι ότι μαζευόμαστε στην αυλή του σπιτιού μας, (είχαμε πολλά ζώα στην αυλή) και καθαρίζαμε τις γαλοπούλες για να τις πουλήσουμε για το Χριστουγεννιάτικο τραπέζι. Τα Χριστούγεννα, φορούσαμε τα καλά μας και πηγαίναμε εκκλησία. Επιστρέφοντας τρώγαμε την σούπα με το κοτόπουλο και μετά άρχιζαν οι προετοιμασίες για τα γιορτινό τραπέζι. Η σούβλα και η γαλοπούλα ήταν απαραίτητη» κατέληξε. Κρατάνε μέχρι σήμερα... Γιορτές βέβαια χωρίς την ελιά στο τζάκι δεν λέει… Όλες οι νεαρές του χωριού κάθονταν γύρω από το τζάκι και αφού έκαναν μια ευχή στον Άγιο Βασίλη το πετάγανε στην φωτιά. Πριν το πετάξουν τα ξερά φύλα της ελιάς στο τζάκι έλεγαν: «Άγιε Βασίλη βασιλιά, δείξε και φανέρωσε αν με αγαπά ο ...». Τότε αν το φύλλο πηδούσε όταν έπεφτε στη φωτιά, αυτό σημαίνει ότι το πρόσωπο που ήθελαν τους αγαπούσε… Επίσης, κατά την περίοδο των Χριστουγέννων παιδιά και έφηβοι γύριζαν στις γειτονιές και τραγουδούσαν τα κάλαντα, μια παράδοση που κρατά από τα βυζαντινά χρόνια. Τότε οι ιδιοκτήτες των σπιτιών είτε τους έδιναν κάποια χρήματα είτε γλυκά. Μετά τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά έρχονται τα Θεοφάνεια. Τα παιδιά από νωρίς το πρωί πήγαιναν στους παππούδες και τις γιαγιάδες για να πάρουν την καθιερωμένη πουλουστρίνα. Τα παιδιά λένε την πουλουστρίνα και τα κάλαντα των Θεοφανίων «Καλημέρα τζιαι τα φώτα, τζιαι την πουλουστρίνα πρώτα». Τότε τους έδιναν λεφτά. Η γιορτή των Θεοφανίων ή των Φώτων όπως λέμε στην Κύπρο, η οποία είναι μια μεγάλη Χριστιανική γιορτή της ανάμνησης της Βάπτισης του Ιησού Χριστού στον Ιορδάνη ποταμό από τον Άγιο Ιωάννη τον Βαπτιστή, ο κόσμος πήγαινε και πηγαίνει εκκλησία, παίρνει τον αγιασμό τον οποίο πίνει και με αυτόν ραντίζει το σπίτι του, τα χωράφια του, τις δουλειές του αλλά και τα ζώα τους για να πάνε όλα κατ’ ευχήν. Από τα παλιά χρόνια μέχρι σήμερα οι νοικοκυρές κρατάνε την παράδοση και ψήνουν τους γνωστούς σε όλους μας λουκουμάδες, τους οποίους ρίχνουν στην οροφή του σπιτιού για να «φάνε» οι «σκαλαπούνταροι» ή αλλιώς οι καλικάντζαροι και να φύγουν λέγοντας «Τιτσί τιτσί λουκάνικο κομμάτι ξεροτήανο να φάτε τζιαί να φύετε». Το έθιμο που σηματοδοτεί τα Θεοφάνια είναι το ρίξιμο του τίμιου σταυρού στην θάλασσα. Κυρίως νέοι άντρες περιμένουν τον ιερέα να ρίξει τον σταυρό στο νερό για να βουτήξουν να τον πιάσουν και να λάβουν την ευλογία του ιερωμένου. Γνωρίζατε ότι... *Τα Χριστούγεννα γιορτάζονται σε όλες τις χριστιανικές χώρες στις 25 Δεκεμβρίου, η οποία καθιερώθηκε τον 4ο αι. μ.Χ. *Σαράντα μέρες πριν την ημέρα των Χριστουγέννων οι Χριστιανοί νήστευαν. Η νηστεία ξεκινούσε στις 15 Νοεμβρίου. Την προηγούμενη μέρα οι Κύπριοι, ανήμερα της γιορτής του Αγίου Φιλίππου, έφτιαχναν διάφορα φαγητά, μαγειρευτά κ.α και γιόρταζαν με κρασί, ζιβανία και τσιατιστά την έναρξη των νηστειών. *Στην Πάφο κυρίως, αλλά και σε διάφορα χωριά μικτά που ζούσαν Τούρκοι, πήγαιναν την επομένη οι μουσουλμάνες και έπαιρναν τα μυλλωμένα φαγητά. *Επίσης, οι πιστοί στόλιζαν το σπίτι με στεφάνια φτιαγμένα από πράσινα φύλλα που θυμίζουν τον ήλιο. *Κάθε κυπριακό σπίτι, ακόμη και το πιο φτωχικό, φούρνιζε τις γεννόπιττες του στις 24, μία ημέρα πριν τα Χριστούγεννα. Οι γεννόπιττες είναι τα γνωστά ελληνικά χριστόψωμα. *Στην Κύπρο, όλες οι οικογένειες συνήθιζαν να εκτρέφουν ένα με δύο χοίρους που έσφαζαν κατά τη διάρκεια των εορτών. Πριν αρχίσει το σφάξιμο του χοίρου, ο οικοδεσπότης προσέφερε θυμίαμα σε όλους τους παρευρισκομένους και ο χασάπης ή όποιος θα έκανε τη σφαγή του ζώου, έκανε τον σταυρό πάνω στον λαιμό του χοίρου κι έλεγε: «Για να μεν φκει ο σοίρος χαλαζιάρης (χαλασμένος)».
0 Comments
Leave a Reply. |
APXEIO
May 2024
Click to set custom HTML
Click to set custom HTML
Click to set custom HTML
|