Μήνυση σε βάρος του αντιπροέδρου της Μπούντεσταγκ, Βόλφγκανγκ Κουμπίκι, για εξύβριση και συκοφαντική δυσφήμηση, κατέθεσε ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, μέσω του δικηγόρου του στην Κολωνία.
0 Comments
Η ακροδεξιά στην Ευρώπη έχει σημαντικές επιτυχίες, με αποκορύφωμα την πρωτιά της Μελόνι στην Ιταλία.Τι σημαίνει αυτό για την Ευρώπη και τα ευρωπαϊκά πολιτικά συστήματα; Τους τελευταίους μήνες η Ακροδεξιά στην Ευρώπη μπορεί να επιχαίρει για τα εκλογικά αποτελέσματά της. Στη Γαλλία η Μαρίν Λεπέν όχι μόνο πέρασε στον δεύτερο γύρο των γαλλικών προεδρικών εκλογών αλλά και πήρε εκεί πάνω από 41%, ποσοστό υψηλότερο από την προηγούμενη φορά που βρέθηκε σε δεύτερο γύρο. Στη Σουηδία οι «Σουηδοί Δημοκράτες» είναι το δεύτερο κόμμα στο κοινοβούλιο και η υποστήριξή του θα είναι καθοριστική για τη νέα κεντροδεξιά κυβέρνηση. Στη Γερμανία καταγράφονται και πάλι τάσεις ενίσχυσης της ακροδεξιάς AfD. Στην Ισπανία δεν είναι χωρίς σημασία η εμφάνιση και κατοχύρωση του ακροδεξιού και «νεοφρανκικού» Vox. Και βέβαια στην Ιταλία η Τζόρτζια Μελόνι αναμένεται να είναι η πρώτη πρωθυπουργός γυναίκα πρωθυπουργός στην Ιταλία και η πρώτη πρωθυπουργός με πολιτική καταγωγή από νεοφασιστικό πολιτικό σχηματισμό. Σε αυτά τα αποτελέσματα μπορεί κανείς να προσθέσει το γεγονός ότι στην Ουγγαρία ο Βίκτορ Όρμπαν παρά την κριτική που δέχεται από τις Βρυξέλλες παραμένει στην εξουσία, έχοντας μάλιστα και την απαιτούμενη πλειοψηφία για την αναθεώρηση του συντάγματος αλλά και το γεγονός ότι και στην Πολωνία επί της ουσίας η κυβέρνηση ακολουθεί μια ακροδεξιά πολιτική. Και όλα αυτά παρότι είτε κανείς μιλάει για τον κύριο όγκο των ΜΜΕ, είτε ακόμη και για τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, που πάντα «εκφράζουν την ανησυχία» τους έγινε προσπάθεια τέτοιες πολιτικές επιλογές να παρουσιαστούν ως επικίνδυνες και εκτός πλαισίου. Ποιοι παράγοντες οδηγούν σε αυτή την άνοδο της άκρας δεξιάς στην Ευρώπη; Η ανεπάρκεια των ερμηνειών περί «λαϊκισμού» Η κυρίαρχη ερμηνεία αυτού του φαινομένου επικεντρώνει στην έννοια του «λαϊκισμού». Σύμφωνα με αυτό το σχήμα τα κόμματα αυτά έχουν μια λαϊκιστική ρητορική και απεύθυνση που τα κάνει να παρουσιάζονται ως κόμματα «κατά του κατεστημένου» και έτσι να κερδίζουν ψήφους από δυσαρεστημένους ψηφοφόρους. Όμως, η έννοια του λαϊκισμού τις περισσότερες φορές γεννά προβλήματα στη χρήση. Πρώτα από όλα γιατί δημιουργεί σύγχυση καθώς οι περισσότεροι που την επικαλούνται για να ερμηνεύσουν την άκρα δεξιά τη χρησιμοποιούν και για παραλλαγές της αριστεράς («αριστερός λαϊκισμός»). Αυτή η σύγχυση δείχνει και το πρόβλημα με αυτή την έννοια: δεν είναι μια αναλυτική ή περιγραφική έννοια, αλλά μια «κανονιστική» έννοια: λαϊκιστής είναι όποιος δεν αναλογεί με αυτό που ορίζεται ως πολιτικό mainstream. Μόνο που όλοι αντιλαμβανόμαστε ότι πολιτικό και αξιακό χάσμα χωρίζει την άκρα δεξιά από τη ριζοσπαστική αριστερά. Επιπλέον, η έννοια του λαϊκισμού τείνει τελικά να προσδίδει στα ρεύματα της ακροδεξιάς και μια σχέση με τα λαϊκά στρώματα που δεν είναι καθόλου δεδομένη. Το φόντο της πολιτικής κρίσης Πιο ενδιαφέρον έχουν οι αναλύσεις που συνδέουν την άνοδο της άκρας δεξιάς με την πολιτική κρίση που σήμερα εμφανίζεται στην Ευρώπη. Είναι προφανές ότι στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες αποτυπώνεται έντονη απονομιμοποίηση των πολιτικών συστημάτων. Οι πολίτες έχουν μικρότερη εμπιστοσύνη σε κόμματα και θεσμούς. Επιπλέον εδώ και αρκετά χρόνια δεν έχουμε στην Ευρώπη εκείνο το είδος των μεγάλων κομμάτων – παρατάξεων που είχαν εκτεταμένους κομματικούς μηχανισμούς και πλήθος τρόπος να έχουν πραγματική γείωση στην κοινωνία. Τα κόμματα κυρίως είναι σήμερα επικοινωνιακοί μηχανισμοί και στελεχώνονται από επαγγελματίες της πολιτικής και της επικοινωνίας, συχνά και με «περιστρεφόμενες θύρες» με τον κόσμο των επιχειρήσεων. Αυτό οδηγεί στη διάρρηξη «ιστορικών» δεσμών που μπορεί να είχαν ψηφοφόροι με τα μεγάλα μαζικά ευρωπαϊκά κόμματα: το Γαλλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα, που είναι σκιά του εαυτού του, τη Γερμανική Χριστιανοδημοκρατία και Σοσιαλδημοκρατία, το ΠΑΣΟΚ στην Ελλάδα για να δώσουμε μερικά παραδείγματα. Και βέβαια στην Ιταλία δεν είναι χωρίς σημασία ότι εδώ και 30 χρόνια έχουν διαλυθεί οι δύο ιστορικές μεταπολεμικές ιδιαίτερα μαζικές παρατάξεις: η Χριστιανοδημοκρατία και το Κομμουνιστικό Κόμμα. Η σύγκλιση των κεντροδεξιών και κεντροαριστερών κομμάτων στον πυρήνα της ίδιας πολιτικής – νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις, δημοσιονομική πειθαρχία, ιδιωτικοποιήσεις, ευρωπαϊκή προοπτική – επίσης επιτείνει την κρίση νομιμοποίησης καθώς εντείνεται το αντανακλαστικό «όλοι ίδιοι είναι». Όλα αυτά διαρρηγνύουν τους δεσμούς ανάμεσα σε ψηφοφόρους και πολιτικά ρεύματα και τους κάνουν πιο επιρρεπείς να ψηφίσουν κάποια παραλλαγή της ακροδεξιάς. Η κανονικοποίηση των πολιτικών και του λόγου της ακροδεξιάς Όμως, την ίδια στιγμή η Ακροδεξιά εκμεταλλεύεται και το γεγονός ότι ένα μέρος από τις πολιτικές που κατεξοχήν προτείνει από τη δεκαετία του 1980 κιόλας, πλέον έχουν ευρύτερη αποδοχή. Για παράδειγμα στην Ευρώπη μπορεί να υπάρχει όλη αυτή η αντιρατσιστική και πολυπολιτισμική ρητορική, όμως στην πράξη τόσο η ΕΕ κεντρικά όσο και τα κράτη μέλη έχουν υιοθετήσει τις πολιτικές που πρότεινε η Ακροδεξιά: το δικαίωμα στη μετανάστευση έχει περιοριστεί, υπάρχουν όλο και μεγαλύτερα εμπόδια στη λήψη ασύλου, οι μετανάστες και οι πρόσφυγες που επιδιώκουν να περάσουν τα σύνορα της Ευρώπης σε αναζήτηση καλύτερης μοίρας αντιμετωπίζονται ως «υβριδική απειλή» και έχουν να αντιμετωπίσουν φράχτες και επαναπροωθήσεις. Αλλά και σε άλλα ζητήματα όπως είναι η ενίσχυση της αστυνομίας και των αρμοδιοτήτων της, η περισσότερο «σκληρή» και κατασταλτική αντιμετώπιση της «παραβατικότητας» και η συνολική αυστηροποίηση της ποινικής νομοθεσίας, συχνά θέσεις της ακροδεξιάς είναι πια τμήμα των κυβερνητικών πολιτικών στην Ευρώπη. Όμως, πέρα από τις πολιτικές πλευρές του λόγου της Ακροδεξιάς αποτελούν επίσης πλέον της επίσημης ρητορικής αρκετών κομμάτων. Αυτό είναι χαρακτηριστικό πρώτα από όλα για τον εθνικισμό που είναι ένα βασικό στοιχείο της απεύθυνσης των ακροδεξιών κομμάτων. Σε πείσμα αυτών που υποστήριξαν ότι η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση θα οδηγούσε σε μια υπέρβαση σταδιακά των εθνικών κρατών, κόμματα και κυβερνήσεις εξακολουθούν να απευθύνονται στον πατριωτισμό των πολιτών και αυτό επιτρέπει στην ακροδεξιά να «αυτοπαρουσιάζεται» ως εθνική και πατριωτική δύναμη. Ακόμη και πλευρές του ρατσιστικού λόγου της ακροδεξιάς συχνά περνούν στο πολιτικό mainstream. Δείτε πόσο συχνό είναι το φαινόμενο πολιτικοί ή σχολιαστές στα ΜΜΕ να καταγγέλλουν την cancel culture ή την woke culture, τις «υπερβολές του φεμινισμού» (ας ξεχνάμε ότι μία βασική θέση της ακροδεξιάς είναι ότι «υπερασπίζεται την οικογένεια» και πατριαρχικές θέσεις), να υποστηρίζουν ότι «το παρακάναμε με την πολιτική ορθότητα», ή να αμφισβητούν τη δυνατότητα πραγματικά «πολυπολιτισμικών» κοινωνιών. Μόνο που όλα αυτά απλώς διευκολύνουν ακόμη περισσότερο την Άκρα Δεξιά να «συντονίζεται» με ένα συνολικότερο ιδεολογικό κλίμα. Το πρόβλημα «Βρυξέλλες» Ένα στοιχείο στο οποίο έχει επενδύσει ιδιαίτερα η Ακροδεξιά τα τελευταία χρόνια είναι να επενδύσει συστηματικά στο να εκπροσωπεί τη δυσαρέσκεια απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Παρότι πλέον κανένα από τα μεγάλα ακροδεξιά ρεύματα στην Ευρώπη δεν μπορεί να περιγραφεί ως πραγματικά «ευρωσκεπτικιστικό», με την έννοια του να ζητάει απτές μορφές ρήξης με το «ευρωπαϊκό οικοδόμημα», εντούτοις βασικό στοιχείο της ρητορικής απήχησης τέτοιων ρευμάτων είναι ότι εκμεταλλεύονται τη διαδεδομένη δυσαρέσκεια για ευρωπαϊκούς θεσμούς που φαντάζουν ταυτόχρονα υπερβολικά απομακρυσμένοι από την πραγματικότητα των ευρωπαϊκών κοινωνιών και υπερβολικά παρεμβατικοί στο πώς τα κράτη θα χαράξουν την πολιτική τους. Δηλαδή, η υπαρκτή κρίση νομιμοποίησης και της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης είναι ένας παράγοντας που έχει διευκολύνει την ενίσχυση της ακροδεξιάς στην Ευρώπη. Νέα μορφή φασισμού; Πάνω σε αυτό το ζήτημα έχει υπάρξει μεγάλη συζήτηση. Αρκετοί είναι αυτοί που βλέπουν σε αυτά τα ρεύματα την επιστροφή μια εκδοχής φασισμού. Και όντως ορισμένα από τα κόμματα αυτά έχουν ως αφετηρία, ενίοτε και ως πυρήνα ανθρώπους που ήταν θαυμαστές του ναζισμού και του φασισμού. Ακόμη και η Μελόνι επιμένει να διατηρεί στο κομματικό σήμα των Αδελφιών της Ιταλίας την τρίχρωμη φλόγα που ήταν ιστορικά το σύμβολο του νεοφασιστικού και νεομουσολινικού MSI, από το οποίο άλλωστε προέρχεται και η ίδια. Σίγουρα αρκετές από τις θέσεις αυτών των κομμάτων, όπως είναι οι ρατσιστικές θέσεις για τους μετανάστες και τους πρόσφυγες, ο έντονος εθνικισμός, η έμφαση στην «τάξη», η προσπάθεια για ισχυρές ηγετικές φιγούρες, η αντίληψη ότι πρέπει να «παταχθούν» τα ενοχλητικά κοινωνικά κινήματα, παραπέμπουν σε κλασικούς τόπους του φασισμού και αποδεικνύουν σε τελική ανάλυση και τον κίνδυνο που εκπροσωπούν τέτοια ρεύματα. Όμως, την ίδια στιγμή αυτά τα ρεύματα δεν δείχνουν να ενδιαφέρονται να φέρουν κάποιο βαθύ πολιτικό μετασχηματισμό ανάλογο με αυτό που προσπάθησαν τα ιστορικά φασιστικά ρεύματα. Δεν διεκδικούν μορφές «ολοκληρωτικής» πολιτικής κινητοποίησης, δεν προτείνουν κορπορατιστικές μορφές υποχρεωτικής πολιτικής συμμετοχής και προφανώς δεν έχουν ως στόχο ένα μονοκομματικό κράτος που να προσπαθεί να κρατικοποιήσει την πολιτική συμμετοχή. Αντιθέτως, δείχνουν να αποδέχονται την τρέχουσα εκδοχή κοινοβουλευτισμού και τα περισσότερα από αυτά τα κόμματα παραπέμπουν ακριβώς στο είδος των κομματικών μηχανισμών που παρατηρούμε γενικά στην Ευρώπη σήμερα, με αρκετή παρουσία επαγγελματιών της πολιτικής και της επικοινωνίας. Σημαίνει αυτό ότι λιγότερο επικίνδυνα αυτά τα κόμματα; Όχι απαραίτητα: ίσως ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι ακριβώς η συμμετοχή τους στη διακυβέρνηση να επιτείνει ακόμη περισσότερο τα προβλήματα των σύγχρονων δημοκρατιών και τον ήδη σε εξέλιξη μετασχηματισμό τους σε αυταρχικές μεταδημοκρατίες. Και ίσως η πιο ανησυχητική υποσημείωση της περιόδου να είναι ακριβώς ότι οι νεοφασίστες θεωρούν ότι μπορούν να περάσουν το πρόγραμμά τους μέσα από το πλαίσιο των σύγχρονων φιλελεύθερων δημοκρατιών. Ποια απάντηση; Όπως έδειξαν και οι εκλογές στην Ιταλία η απλή προσπάθεια προκαταβολικής δαιμονοποίησής τους δύσκολα μπορεί να αποτελέσει μια αποτελεσματική μορφή απάντησης, ιδίως όταν και το πολιτικό mainstream που επιδιώκει αυτή τη δαιμονοποίηση σε μεγάλο βαθμό συντονίζεται με πλευρές της πολιτικής της ακροδεξιάς. Στην πραγματικότητα την απάντηση θα μπορούσε να δώσει μόνο μια πραγματική επιστροφή της πολιτικής στην Ευρώπη. Επιστροφή της πολιτικής με την έννοια ότι εγκαταλείπεται μια συνθήκη όπου μεγάλο μέρος της πολιτικής, ιδίως της οικονομικής, θεωρείται ότι υπάγεται όχι στη δημοκρατική απόφαση αλλά στον αυτοματισμό των αγορών και όπου ενεργοποιούνται μηχανισμοί συμμετοχής σε όλα τα επίπεδα. Κάτι τέτοιο θα επέτρεπε και την επιστροφή των «μεγάλων αφηγήσεων» στην πολιτική, δηλαδή μεγάλων συνεκτικών προγραμμάτων και οραμάτων για την κοινωνική πρόοδο που θα έδινε ξανά βάθος στην «πολιτική συζήτηση» και θα επέτρεπε τη διαμόρφωση πολιτικών σχηματισμών που να αντιστοιχούν σε προγράμματα και κοινωνικές εκπροσωπήσεις. Στο βαθμό που αυτό θα αφορούσε και τα λαϊκά στρώματα, που έχουν δει εδώ και δεκαετίες το πραγματικό πολιτικό βάρος τους να υποχωρεί (και τα αιτήματά τους να στιγματίζονται ως «λαϊκιστικά), τότε θα περιοριζόταν σε μεγάλο βαθμό η όποια απήχηση του φασισμού και της ακροδεξιάς, ιδίως εάν αντιστρεφόταν και η συνθήκη πολιτικής απομόρφωσης στην οποία κατατείνει μεγάλο μέρος της «δημόσιας σφαίρας». (in.gr) Σολτς κατά Ρωσίας – «Δεν θα αποδεχθούμε δημοψηφίσματα για την προσάρτηση ουκρανικών περιφερειών»28/9/2022 Ο ομοσπονδιακός καγκελάριος της Γερμανίας τονίζει σε δήλωσή του που δημοσιεύεται σήμερα στον Τύπο πως η θέση του Βερολίνου σε ό,τι αφορά κατεχόμενα εδάφη της Ουκρανίας, όπου οι φιλορωσικές αρχές οργάνωσαν τις τελευταίες ημέρες δημοψηφίσματα για την προσάρτηση τεσσάρων περιφερειών στη Ρωσία, δεν θα αλλάξει. «Δεν θα αποδεχθούμε τα αποτελέσματα αυτών των δημοψηφισμάτων, που αποτελούν απάτη, και η υποστήριξή μας στην Ουκρανία θα συνεχιστεί αμείωτη», τόνισε ο Όλαφ Σολτς σε δήλωσή του στην εφημερίδα Neue Osnabrücker Zeitung που δημοσιεύεται στο σημερινό της φύλλο. Οι φιλορωσικές αρχές ανακοίνωσαν χθες την επικράτηση του «ναι» στα δημοψηφίσματα στη Χερσώνα, στη Ζαπορίζια, στο Ντανιέτσκ και στο Λουγκάνσκ, όπου διεξήχθησαν από την Παρασκευή δημοψηφίσματα με το ερώτημα της ένταξης των περιοχών αυτών στη Ρωσική Ομοσπονδία.Αναφερόμενος στο ζήτημα των παραδόσεων όπλων στην Ουκρανία, που προκαλεί αντεγκλήσεις, ο κ. Σολτς επέμεινε πως το Κίεβο θα παραλάβει άμεσα άρματα μάχης και τεθωρακισμένα οχήματα μάχης (ΤΟΜΑ) σοβιετικού σχεδιασμού από άλλες νατοϊκές χώρες, τα αποθέματα των οποίων θα αναπληρωθούν από τη Γερμανία και άλλους στο πλαίσιο της λεγόμενης κυκλικής ανταλλαγής. Απέφυγε να αναφερθεί στην πιεστική απαίτηση του Κιέβου να της σταλούν γερμανικά άρματα μάχης τελευταίας τεχνολογίας. «Η Γερμανία υποστηρίζει την Ουκρανία όσο περισσότερο μπορεί», όμως «ταυτόχρονα κάνει ό,τι μπορεί για να προληφθεί σύρραξη απευθείας ανάμεσα στο NATO και τη Ρωσία», είπε ο καγκελάριος στη Νόιε Οσναμπρίκερ Τσάιτουνγκ. Επέμεινε στο γεγονός πως αυτό θέλει η πλειοψηφία των Γερμανών. Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ Τo Politico εξετάζει την πιθανότητα η ΕΕ να αντιδράσει με στρατιωτικό τρόπο στην επιστράτευση Πούτιν. Πώς θα αντιδράσει η Ευρώπη στην απόφαση του Βλαντίμιρ Πούτιν να ενισχύσει τις δυνάμεις του στα πολεμικά μέτωπα της Ουκρανίας με τη μερική επιστράτευση που ανακοίνωσε; Αυτό το ερώτημα έχουν επιχειρήσει να απαντήσουν διάφοροι αναλυτές μετά το διάγγελμα του Ρώσου προέδρου με ορισμένους από αυτούς να σημειώνουν ότι στην πραγματικότητα οι ηγέτες της Ευρώπης θα… κάτσουν στα αυγά τους, αν και το εξηγούν με κομψότερο τρόπο. Για παράδειγμα, ο Τζον Ντένι έχει γράψει στο Politico ότι: «Η γαλλογερμανική μηχανή τροφοδοτεί την Ευρωπαϊκή Ένωση για πάνω από 70 χρόνια. Σήμερα, ωστόσο, ο κινητήρας αυτός έχει σταματήσει μπροστά στη μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζει η ευρωπαϊκή ασφάλεια μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η ισχυρότερη οικονομία της ηπείρου και ο ισχυρότερος στρατός της αδυνατούν να ανταποκριθούν στη στιγμή. Και, δυστυχώς, οι πιθανότητες να αλλάξουν και οι δύο την πορεία τους εντός του χρονικού πλαισίου που απαιτείται για να βοηθήσουν το Κίεβο να επιτύχει τους στόχους του είναι μικρές». Μόνο στα λόγια Σε άλλο κείμενο του Politico που υπογράφουν οι Κλέα Κόλκατ, Χανς φον ντερ Μπουρσάρντ και Τζάκοπο Μπαριγκάτσι σημειώνεται ότι η Γαλλία και η Γερμανία συνεχίζουν να λένε ότι η Ευρώπη θα πρέπει να σταματήσει να βασίζεται στην Ουάσινγκτον, αλλά στη συνέχεια κάνουν ακριβώς αυτό. Στο ίδιο κείμενο οι συντάκτες του θυμίζουν ότι όταν ξεκίνησαν οι συγκρούσεις στη Γιουγκοσλαβία το 1991, ο ΥΠΕΞ του Λουξεμβούργου, Ζακ Πόος είχε κάνει μια αποτυχημένη, αλλά αισιόδοξη επισήμανση: «Αυτή είναι η ώρα της Ευρώπης, όχι των Αμερικανών». Έκτοτε, αναφέρει το άρθρο, υπήρξαν χρόνια αγωνιώδους ψυχανάλυσης σχετικά με το γιατί η Ευρώπη απέτυχε να σταθεί όρθια ως στρατιωτική δύναμη. Υπενθυμίζεται ότι μετά το δόγμα του Ντόναλντ Τραμπ «Η Αμερική πρώτα», ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν και η Γερμανίδα καγκελάριος, Άνγκελα Μέρκελ προειδοποίησαν και πάλι με έντονο τρόπο ότι η ΕΕ δεν μπορεί να στηρίζεται στις ΗΠΑ. Ο Μακρόν μιλάει συνεχώς για ένα τεράστιο παιχνίδι σχετικά με την Ευρώπη που θα καθιερώσει τη δική της ατζέντα ασφάλειας, αλλά οι υποσχέσεις του – μαζί με εκείνες πολλών άλλων υψηλόβαθμων Ευρωπαίων πολιτικών – να ακολουθήσει μια πολιτική ευρωπαϊκής «στρατηγικής αυτονομίας», στο πλαίσιο της οποίας η ΕΕ θα μειώσει μαζικά τη στρατιωτική της εξάρτηση από τις ΗΠΑ, ήταν μέχρι στιγμής σχεδόν αποκλειστικά ρητορικές. Μετά την εισβολή στην Ουκρανία Αντιμέτωπες με τη γενοκτονική, όπως τη χαρακτηρίζουν, επίθεση του Ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν εναντίον της μεγαλύτερης χώρας εξ ολοκλήρου εντός της Ευρώπης, η Γαλλία και η Γερμανία πέρασαν επτά μήνες βασιζόμενες στρατιωτικά στην Ουάσινγκτον, και σε μικρότερο βαθμό στη Βρετανία, για να εγγυηθούν τη δημοκρατία και την ελευθερία σε έναν στενό σύμμαχο της ΕΕ. Όλα τα βλέμματα στρέφονται τώρα στο κατά πόσον μια πιθανή αλλαγή στάσης είναι επικείμενη και κατά πόσον η Γερμανία και η Γαλλία, η μόνη πυρηνική δύναμη της ΕΕ, θα συμφωνήσουν να στείλουν άρματα μάχης Leopard 2 και Leclerc. Η ίδια η Ουκρανία απευθύνει έκκληση για περισσότερα όπλα τώρα που ο Πούτιν έχει επιστρατεύσει εκατοντάδες χιλιάδες στρατιώτες για τη μάχη. Οι διαφορές στις δαπάνες μεταξύ των ΗΠΑ και των Δυτικοευρωπαίων εγείρουν βασανιστικά ερωτήματα για τους ηγέτες της ΕΕ σχετικά με το τι θα συνέβαινε στο Κίεβο εάν ο Αμερικανός πρόεδρος ήταν λιγότερο ανοιχτός σε μεγάλης κλίμακας παρεμβάσεις από τον Τζο Μπάιντεν. Αφόρητη η κατάσταση Σε κεντρική ομιλία της αυτό το μήνα, η Γερμανίδα υπουργός Άμυνας Κριστίν Λάμπρεχτ αναγνώρισε ότι η κατάσταση ήταν αφόρητη. «Η Γερμανία και οι Ευρωπαίοι εξαρτώνται από μια τάξη πραγμάτων που εξασφαλίζει την ειρήνη, την οποία δεν μπορούν να εγγυηθούν μόνοι τους», δήλωσε η Λάμπρεχτ, προσθέτοντας ότι αυτό είναι ιδιαίτερα προβληματικό καθώς η Αμερική στρέφει όλο και περισσότερο «την κύρια προσοχή της» στον Ειρηνικό. Η Ουάσινγκτον «μπορεί να μην είναι πλέον σε θέση να εγγυηθεί την άμυνα της Ευρώπης στον ίδιο βαθμό που το έκανε στο παρελθόν», δήλωσε η υπουργός. «Το συμπέρασμα είναι ξεκάθαρο: Εμείς οι Ευρωπαίοι, και επομένως κυρίως εμείς οι Γερμανοί, πρέπει επομένως να κάνουμε περισσότερα για να είμαστε σε θέση να επιδείξουμε αξιόπιστα τόσο μεγάλη στρατιωτική ισχύ εμείς οι ίδιοι, ώστε άλλες δυνάμεις να μη διανοηθούν καν να μας επιτεθούν». Ωστόσο, το αν τα λόγια αυτά θα ακολουθηθούν από πράξεις παραμένει ασαφές, σημειώνουν οι τρεις συγγραφείς του άρθρου. Δεν μπορούν να συνεργαστούν Στη συνέχεια επισημαίνεται ότι παρόλο που είναι από καιρό αποδεκτό ότι η ΕΕ δεν θα καταφέρει να ενισχύσει αξιόπιστα τις αμυντικές της ικανότητες όσο διατηρεί 27 στρατούς που συχνά προσπαθούν να εκτελέσουν μεμονωμένα τα ίδια καθήκοντα και να αναπτύξουν τον δικό τους εξοπλισμό, οι προσπάθειες για τη συγκέντρωση πόρων συνεχίζουν να προσκρούουν σε θανάσιμα εμπόδια. «Πρέπει να εναρμονίσουμε τις ενέργειές μας, καθώς (σ.σ. η Γερμανία) αναδεικνύεται σε δεύτερη στρατιωτική δύναμη», δήλωσε η πρώην υπουργός Ευρώπης της Γαλλίας και ευρωβουλευτής Ναταλί Λοϊσό, αναφερόμενη στο τεράστιο ταμείο στρατιωτικού εκσυγχρονισμού του Βερολίνου ύψους 100 δισεκατομμυρίων ευρώ. «Οι προσπάθειές μας είναι κατακερματισμένες, υπάρχει μεγάλη σπατάλη, επειδή έχουμε τόσα πολλά διαφορετικά μοντέλα αρμάτων μάχης, σκαφών και μαχητικών αεροσκαφών», σημειώνει η ίδια. Η περίπτωση του μαχητικού FCAS Έπειτα, περιγράφεται η αποτυχία για το γαλλο-γερμανο-ισπανικό μαχητικό FCAS. Τα πρώτα μοντέλα του μαχητικού αεροσκάφους δεν αναμένονται πριν από το 2040 εξαιτίας των διαφωνιών μεταξύ Γάλλων και Γερμανών σχετικά με την ηγεσία του κοινού σχεδίου. «Η προτεραιότητα της Γερμανίας δεν είναι η δημιουργία μιας ευρωπαϊκής άμυνας, αλλά η ανασυγκρότηση του στρατού της, ο οποίος κατέρρεε. Θέλει να ανακτήσει την ιδιότητά της ως καλός μαθητής του ΝΑΤΟ», προσθέτει, ανάμεσα σε άλλα η Λοϊσό. Γερμανοί αξιωματούχοι δηλώνουν ότι η απόφαση για το F-35 δεν αλλάζει τη δέσμευση του Βερολίνου για το FCAS. Αντίθετα, υποστηρίζουν ότι αυτή η απόφαση ελήφθη απλώς επειδή έπρεπε να αγοραστούν άμεσα νέα αεροσκάφη, ενώ το FCAS απέχει ακόμη πολύ από το να είναι επιχειρησιακό. Επιπλέον, οι αξιωματούχοι στο Βερολίνο υποστηρίζουν ότι η ΟυάσιNγκτον δεν θα συμφωνούσε να μεταφέρονται αμερικανικές πυρηνικές βόμβες από ένα αεροπλάνο του οποίου τα σχέδια κατασκευής δεν είχαν προηγουμένως τεθεί στη διάθεση των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών. Από την πλευρά της, η Γερμανία έχει κατηγορήσει την αμυντική βιομηχανία της Γαλλίας ότι δεν «παίζει μπάλα» όταν πρόκειται για στρατιωτική συνεργασία. Καμία λύση από τις Βρυξέλλες Στο ίδιο άρθρο τονίζεται ότι οι Βρυξέλλες προσπαθούν να ενώσουν τις ευρωπαϊκές χώρες σε ένα κοινό αμυντικό σχέδιο, αλλά η πρόοδος είναι πολύ αργή. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε τον Μάιο ένα νέο σχέδιο για τον συντονισμό των στρατιωτικών δαπανών μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ. Το αν οι χώρες θα αγοράσουν αμερικανικούς ή ευρωπαϊκούς έχει γίνει βασικό σημείο της συζήτησης. Ο Ζοζέπ Μπορέλ, ο κορυφαίος διπλωμάτης της ΕΕ, τόνισε ότι η Ευρώπη αγοράζει περίπου το 60 τοις εκατό του εξοπλισμού της από χώρες εκτός της Ένωσης και προέτρεψε να στραφεί σε περισσότερες εγχώριες πηγές. Η πρόταση μελετάται τώρα από τους εμπειρογνώμονες άμυνας του Συμβουλίου και υπάρχει ελπίδα ότι μπορεί να φτάσει στο γραφείο των υπουργών Άμυνας τον Νοέμβριο, πριν πάει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Ωστόσο, οι διπλωμάτες που εργάζονται πάνω στον φάκελο δεν είναι πεπεισμένοι ότι ένα τέτοιο χρονοδιάγραμμα είναι εφικτό, επειδή η συζήτηση βρίσκεται ακόμη σε πρώιμο στάδιο. Τα σχετικά ποσά είναι επίσης μικρά. Η Επιτροπή προτείνει 500 εκατ. ευρώ για δύο χρόνια για τη στήριξη της κοινής προμήθειας όπλων, ποσό που, σύμφωνα με διπλωμάτες, είναι πολύ μικρό για την ενίσχυση των ευρωπαϊκών ικανοτήτων. «Σίγουρα, δεν έχουμε ακόμα κάτι που θα αλλάξει το παιχνίδι», δήλωσε ένας από τους διπλωμάτες. Μια άλλη πιο φιλόδοξη πρόταση αναμένεται από την Επιτροπή, αλλά δεν είναι σαφές πότε ακριβώς θα κατατεθεί. Χάσμα αξιοπιστίας Κατά καιρούς, φάνηκε ότι η σοβαρότητα του πολέμου στην Ουκρανία θα μπορούσε τελικά να αναγκάσει τη Γαλλία και τη Γερμανία να συγκλίνουν. Τον περασμένο μήνα, ο Σολτς περιέγραψε το όραμά του για μια «ισχυρότερη, πιο κυρίαρχη, γεωπολιτική Ευρωπαϊκή Ένωση». Στο Παρίσι, η δήλωση του Σολτς διαβάστηκε ως καθυστερημένη απάντηση στην έκκληση του Μακρόν το 2017 για «στρατηγική αυτονομία». Ο Μακρόν ήλπιζε να αναζωογονήσει την αμυντική πολιτική της Ευρώπης και μίλησε για την ανάγκη δημιουργίας «μιας κοινής δύναμης επέμβασης, ενός κοινού αμυντικού προϋπολογισμού και ενός κοινού δόγματος δράσης». Αλλά πέρα από τις διπλωματικές αβρότητες, ούτε ο Σολτς ούτε ο Μακρόν ήταν σε θέση να αναλάβουν ηγετικό ρόλο στον πόλεμο. Η Γαλλία και η Γερμανία έχουν αφεθεί στα χέρια της Πολωνίας και των σκανδιναβικών και βαλτικών χωρών στην προσπάθειά τους να κατευθύνουν την ευρωπαϊκή ατζέντα. Δεν αντανακλούν τα δεδομένα Αρκετοί Γάλλοι αξιωματούχοι δήλωσαν ότι οι δημοσίως διαθέσιμοι αριθμοί για τις στρατιωτικές δωρεές δεν αντανακλούν τα δεδομένα, καθώς η Γαλλία δεν έχει αποκαλύψει όλες τις δωρεές της. Αν είναι έτσι, πρόκειται για μια απόφαση που γύρισε μπούμερανγκ σύμφωνα με τον Φιλίπ Μαζέ- Σενσιέ, εμπειρογνώμονα δημοσίων υποθέσεων στο Institut Montaigne και παγκόσμιο πρόεδρο δημοσίων υποθέσεων στη Hill&Knowlton Strategies. «Αποφασίσαμε να μην παίξουμε το επικοινωνιακό παιχνίδι, αλλά αυτό σημαίνει ότι η Γαλλία βρίσκεται στην έβδομη θέση της διεθνούς κατάταξης, στο ίδιο επίπεδο με τη Νορβηγία. Αλλά δεν παίζουμε στην ίδια κατηγορία με τη Νορβηγία. Δεν είναι περίεργο που δεν είμαστε νόμιμοι όταν πρόκειται να πρωτοστατήσουμε στην Ευρώπη της άμυνας», δήλωσε ο ίδιος. Οι προηγούμενες προσπάθειες του Μακρόν να παρουσιάσει τον εαυτό του ως μεσολαβητή στη σύγκρουση, προωθώντας τη Γαλλία ως «εξισορροπητική δύναμη» στην Ουκρανία, έχουν επίσης προκαλέσει υποψίες σχετικά με τους μακροπρόθεσμους στόχους του. Η απόφασή του να διατηρήσει ανοιχτές τις γραμμές επικοινωνίας με το Κρεμλίνο και οι προηγούμενες εκκλήσεις του «να μην ταπεινώσει τη Ρωσία» χλευάστηκαν σε πολλά μέρη της ΕΕ, σύμφωνα με τον Μαζέ- Σενσιέ. «(σ.σ. Η Γαλλία) έχει χάσει την αξιοπιστία της εξαιτίας της θέσης μας για την Ουκρανία. Για να το πούμε χονδροειδώς, οι φίλοι μας στις σκανδιναβικές χώρες, στις χώρες της Βαλτικής και στην Ανατολική Ευρώπη αισθάνονται απογοητευμένοι και μάλιστα το συγκρίνουν με (σ.σ. την έλλειψη αλληλεγγύης) κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο», δήλωσε ο Μαζέ-Σενσιέ. «Λένε δώστε μας την προστασία των ΗΠΑ κάθε μέρα», πρόσθεσε. Η δημοτικότητα του αμερικανού προέδρου Τζο Μπάιντεν (φωτογραφία, επάνω, από το Reuters/Jonathan Ernst) ανέκαμψε κάπως αυτή την εβδομάδα, ωστόσο παραμένει συγκριτικά χαμηλή, μόλις έξι εβδομάδες πριν τις ενδιάμεσες εκλογές της 8ης Νοεμβρίου, υπέδειξε δημοσκόπηση του ινστιτούτου Ipsos, η οποία διενεργήθηκε για λογαριασμό του πρακτορείου ειδήσεων Reuters και μεταδόθηκε από το τελευταίο χθες Τρίτη. Οι ενδιάμεσες εκλογές Βασικό εύρημα της διήμερης έρευνας είναι ότι το 41% των Αμερικανών εγκρίνει τις επιδόσεις του κ. Μπάιντεν στο αξίωμα, από 39% μία εβδομάδα νωρίτερα. Η χαμηλή δημοτικότητα του δημοκρατικού προέδρου, που υποχώρησε ως ακόμη και στο 36% τον Μάιο, τον Ιούνιο και τον Ιούλιο, εκτιμάται ότι είναι ένας από τους παράγοντες που μπορεί να οδηγήσουν την παράταξή του στην απώλεια του ελέγχου της Βουλής των Αντιπροσώπων τον Νοέμβριο, αν και ορισμένοι αναλυτές θεωρούν πως έχει πιθανότητες να διατηρήσει αυτόν της Γερουσίας. Η απώλεια ελέγχου ακόμη και ενός από τα δύο σώματα θα σηματοδοτούσε την παράλυση των προσπαθειών προώθησης του προγράμματος του κ. Μπάιντεν με νομοθετικό έργο. Στην περίπτωση που οι Ρεπουμπλικάνοι κερδίσουν την πλειοψηφία στη Βουλή, μπορεί εξάλλου να κινήσουν διάφορες πολιτικά αιματηρές έρευνες. Ο αμερικανός πρόεδρος ανέλαβε την εξουσία εν μέσω της πανδημίας του νέου κοροναϊού και η θητεία του σημαδεύτηκε από τις πληγές της παγκόσμιας υγειονομικής κρίσης στην αμερικανική οικονομία και τον ραγδαία αυξανόμενο πληθωρισμό. Κάτω από το 50% Η δημοτικότητα του κ. Μπάιντεν παραμένει κάτω από το 50% από τον Αύγουστο του 2021 και φέτος πλησίασε, μολονότι δεν έφθασε, τα επίπεδα της δημοτικότητας του προκατόχου του, του Ρεπουμπλικάνου Ντόναλντ Τραμπ, που είχε κατακρημνιστεί στο 33% τον Δεκέμβριο του 2017. Στην ερώτηση ποιο θεωρούν το σημαντικότερο πρόβλημα της χώρας, οι περισσότεροι έκριναν πως είναι η οικονομία (τέσσερις στους δέκα Ρεπουμπλικάνους, το ένα τέταρτο των Δημοκρατικών). Για τους υποστηρικτές των Ρεπουμπλικάνων, το επόμενο πιεστικότερο πρόβλημα είναι είτε η μετανάστευση, είτε η εγκληματικότητα. Για τους Δημοκρατικούς (περί τον έναν στους 8) το δεύτερο σημαντικότερο πρόβλημα είναι το περιβάλλον ή (για τον 1 στους 10) ο τερματισμός του δικαιώματος στην άμβλωση σε εθνικό επίπεδο με απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου τον Ιούνιο, ή η εγκληματικότητα. Η κυλιόμενη εθνική δημοσκόπηση διενεργήθηκε μέσω διαδικτύου, στην αγγλική γλώσσα, σε αντιπροσωπευτικό δείγμα 1.004 ενηλίκων, εκ των οποίων 469 δήλωσαν υποστηρικτές των Δημοκρατικών και 367 υποστηρικτές των Ρεπουμπλικάνων. Το περιθώριο στατιστικού σφάλματος είναι ±4%. Πηγή: ΑΠΕ Στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ θα στραφούν οι ΗΠΑ προκειμένου να καταδικαστούν τα ρωσικά δημοψηφίσματα στην Ουκρανία καθώς η Ρωσία έχει δικαίωμα βέτο στο Συμβούλιο Ασφαλείας, το οποίο συνεδρίασε ειδικά γι΄ αυτό το θέμα. Τα Ηνωμένα Εθνη επανέλαβαν χθες Τρίτη την υποστήριξή τους στην «εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας» στα «αναγνωρισμένα σύνορά της», κατά τη διάρκεια συνεδρίασης του Συμβουλίου Ασφαλείας (φωτογραφία αρχείου, επάνω, από το Reuters/Carlo Allegri) για τα δημοψηφίσματα προσάρτησης τεσσάρων ουκρανικών περιφερειών στη Ρωσική Ομοσπονδία, που οι ΗΠΑ ήθελαν να καταδικαστούν με επίσημη απόφαση του σώματος. Σεβασμός της «εθνικής κυριαρχίας» «Επιτρέψτε μου να επαναλάβω ότι τα Ηνωμένα Εθνη παραμένουν απόλυτα δεσμευμένα στον σεβασμό της εθνικής κυριαρχίας, της ενότητας, της ανεξαρτησίας και της εδαφικής ακεραιότητας της Ουκρανίας, εντός των διεθνώς αναγνωρισμένων συνόρων τους», υπογράμμισε η αναπληρώτρια γενική γραμματέας του ΟΗΕ αρμόδια για πολιτικά θέματα, η Ρόζμαρι Ντικάρλο, κατά την έναρξη της συνεδρίασης του ΣΑ. Παίρνοντας τον λόγο με βιντεοσκοπημένο μήνυμά του, ο ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι, όπως και αρκετοί αντιπρόσωποι κρατών μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας, κατήγγειλε για ακόμη μια φορά τις «παρωδίες δημοψηφισμάτων». Μίλησε για «κυνική προσπάθεια να αναγκαστούν οι Ουκρανοί στα κατεχόμενα εδάφη να στρατολογηθούν στις ρωσικές ένοπλες δυνάμεις για να σταλούν να πολεμήσουν εναντίον της πατρίδας τους», εκτιμώντας εξάλλου πως η αναγνώριση από τη Μόσχα των «ψευτοδημοψηφισμάτων» που διεξήχθησαν από την Παρασκευή ως χθες Τρίτη σημαίνει πως «δεν μπορούμε να συζητήσουμε με τον νυν ρώσο πρόεδρο» Βλαντίμιρ Πούτιν. Είναι απαραίτητο να «σταλεί σαφές και απαραίτητο μήνυμα από όλες τις χώρες του κόσμου», πρόσθεσε. «Πιστεύω στην ικανότητά σας να αναλάβετε δράση». «Σχέδιο απόφασης» Εξ ορισμού δεν υπάρχει καμιά πιθανότητα το Συμβούλιο Ασφαλείας, στο οποίο η Ρωσία έχει δικαίωμα βέτο, να καταλήξει σε κοινή θέση. Μολαταύτα, οι ΗΠΑ, μαζί με την Αλβανία, διένειμαν «σχέδιο απόφασης που καταδικάζει τα ψευτοδημοψηφίσματα», «καλεί τα κράτη μέλη να μην αναγνωρίσουν οποιαδήποτε αλλαγή του καθεστώτος στην Ουκρανία» και να «υποχρεωθεί η Ρωσία να αποσύρει τα στρατεύματά της από την Ουκρανία», είπε η αμερικανίδα πρεσβευτής στον ΟΗΕ, Λίντα Τόμας-Γκρίνφιλντ. Κι αν η Ρωσία χρησιμοποιήσει το βέτο της «για να προστατευτεί», «θα στραφούμε στη Γενική Συνέλευση για να στείλουμε απερίφραστο μήνυμα στη Μόσχα», πρόσθεσε, σημειώνοντας στον Τύπο πως σκοπός είναι να διεξαχθεί ψηφοφορία στα τέλη της τρέχουσας εβδομάδας ή στις αρχές της επόμενης. Μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η ΓΣ, στην οποία συμμετέχουν τα 193 κράτη μέλη του ΟΗΕ και στην οποία κανένα από αυτά δεν έχει δικαίωμα αρνησικυρίας, ενέκρινε τον Μάρτιο και τον Απρίλιο ψηφίσματα που καταδίκαζαν τις ενέργειες της Μόσχας. Η θέση της Κίνας Η θέση του Πεκίνου αναμενόταν με ενδιαφέρον και ο πρεσβευτής της Κίνας στα Ηνωμένα Εθνη, ο Τζανγκ Τζουν, τόνισε πως είναι «σαφής και σταθερή: «η εθνική κυριαρχία και η εδαφική ακεραιότητα όλων των χωρών πρέπει να χαίρουν σεβασμού». Επισήμως, η Κίνα τηρεί ουδέτερη στάση, όμως κατηγορείται ολοένα συχνότερα από τη Δύση πως είναι υπερβολικά συμφιλιωτική και ότι προσφέρει πολιτική στήριξη στη Ρωσία, αν και αμερικανοί αξιωματούχοι εξέφραζαν ορισμένες ελπίδες μετά τις κινεζικές τοποθετήσεις την εβδομάδα των εργασιών της 77ης Γενικής Συνέλευσης υψηλού επιπέδου στη Νέα Υόρκη. Ειδικά μετά τη συνάντηση μεταξύ των επικεφαλής της διπλωματίας των ΗΠΑ και της Κίνας, κατά τη διάρκεια της οποίας ο Ουάνγκ Γι είπε επίσης στον Αντονι Μπλίνκεν πως η κινεζική ηγεσία θέλει να «χαίρει σεβασμού η εδαφική ακεραιότητα όλων των χωρών». Η τοποθέτηση της Ρωσίας Ο ρώσος πρεσβευτής στα Ηνωμένα Εθνη Βασίλι Νεμπένζια, διαβεβαιώνοντας πως τα δημοψηφίσματα διεξήχθησαν με «διαφανή» τρόπο, επιτίμησε τον «παροξυσμό οργής» και την «προπαγάνδα» της Δύσης, σκοπός της οποίας κατ’ αυτόν είναι να προκαλέσει «ακατάσχετη αιμορραγία στη Ρωσία» για να «την υποτάξει στη δική της θέληση». Διεμήνυσε ότι «αυτή η διαδικασία θα συνεχιστεί, αν το Κίεβο δεν αναγνωρίσει τα λάθη του και τα στρατηγικά σφάλματά του και δεν αρχίσει να κατευθύνεται από τα συμφέροντα του δικού του λαού αντί να εκτελεί τυφλά αυτά που θέλουν οι άνθρωποι που το χειραγωγούν». Πηγή: ΑΠΕ Ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι κατήγγειλε, κατά την παρέμβασή του στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, τα ρωσικά δημοψηφίσματα, τα οποία χαρακτήρισε «φάρσα», και απέκλεισε κάθε συζήτηση με τον Βλαντίμιρ Πούτιν. Το Κίεβο δεν μπορεί να διεξαγάγει καν συνομιλίες με τη Μόσχα έπειτα από την οργάνωση των δημοψηφισμάτων για την προσάρτηση τεσσάρων ουκρανικών περιφερειών στη Ρωσία, όπου ανακοινώθηκε ήδη χθες Τρίτη το βράδυ η επικράτηση του «ναι», τόνισε ο πρόεδρος της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ (φωτογραφία αρχείου, επάνω). «Δεν μπορούμε να συζητήσουμε» «Η αναγνώριση από τη Ρωσία των ψευτοδημοψηφισμάτων», η «εφαρμογή του σεναρίου της Κριμαίας», η «νιοστή προσπάθεια προσάρτησης τμήματος της ουκρανικής επικράτειας» σημαίνει «πως δεν μπορούμε να συζητήσουμε με τον νυν ρώσο πρόεδρο» Βλαντίμιρ Πούτιν, είπε ο κ. Ζελένσκι σε μαγνητοσκοπημένη παρέμβασή του που μεταδόθηκε κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης του ΣΑ. Εκφράστηκε προτού ανακοινωθούν τα προκαταρκτικά αποτελέσματα των δημοψηφισμάτων στη Χερσώνα, στη Ζαπορίζια και στη Λουγκάνσκ, όπου το «ναι» στην ένταξη στη Ρωσία κέρδισε με μεγάλη διαφορά, σύμφωνα με τα αποτελέσματα που ανακοινώθηκαν από τις φιλορωσικές αρχές. Αργότερα, τη νίκη του «ναι» ανακοίνωσαν και οι αρχές της Ντονέτσκ. Στην παρέμβασή του στον ΟΗΕ, ο ουκρανός πρόεδρος κατήγγειλε τα δημοψηφίσματα, κατ’ αυτόν «φάρσα» με αποτελέσματα καθορισμένα «εκ των προτέρων». «Βάρβαρη παραβίαση» Χαρακτήρισε «την προσάρτηση των περιοχών» της Ουκρανίας στη Ρωσία «την πιο βάρβαρη παραβίαση του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών». Από τη σκοπιά του κ. Ζελένσκι, η Ρωσία πρέπει «να διωχτεί από όλους τους διεθνείς οργανισμούς» εξαιτίας των ενεργειών της, ή τουλάχιστον να ανασταλεί η συμμετοχή της σε αυτούς. «Οι απειλές χρήσης πυρηνικών όπλων έχουν γίνει σταθερά των ρώσων αξιωματούχων και προπαγανδιστών», κατήγγειλε ακόμη, καθώς το Κρεμλίνο υπενθύμισε χθες Τρίτη ότι το ρωσικό στρατιωτικό δόγμα προβλέπει τη χρήση τέτοιων όπλων σε περίπτωση επίθεσης εναντίον του ρωσικού εδάφους. Πηγή: ΑΠΕ Κίνα για τα ρωσικά δημοψηφίσματα: Να γίνεται σεβαστή «η εδαφική ακεραιότητα όλων των χωρών»28/9/2022 «Η εθνική κυριαρχία και η εδαφική ακεραιότητα όλων των χωρών πρέπει να χαίρουν σεβασμού» τονίζει η Κίνα, με αφορμή τις τελευταίες εξελίξεις στην Ουκρανία. Ο πρεσβευτής της Κίνας στα Ηνωμένα Εθνη απηύθυνε εκ νέου έκκληση, τοποθετούμενος στο Συμβούλιο Ασφαλείας, να χαίρει σεβασμού «η εδαφική ακεραιότητα όλων των χωρών», μετά τα δημοψηφίσματα για την προσάρτηση τεσσάρων περιφερειών της Ουκρανίας στη Ρωσική Ομοσπονδία, επτά μήνες μετά την εισβολή των στρατευμάτων της Ρωσίας στη γειτονική της χώρα. «Σαφής και σταθερή» θέση« Η Κίνα κατέγραψε τις τελευταίες εξελίξεις της κατάστασης στην Ουκρανία» και «η θέση μας» είναι «σαφής και σταθερή: δηλαδή ότι η εθνική κυριαρχία και η εδαφική ακεραιότητα όλων των χωρών πρέπει να χαίρουν σεβασμού», ανέφερε ο Τζανγκ Τζουν (φωτογραφία αρχείου, επάνω, από το Reuters/Thomas Peter). Ο πρεσβευτής του Πεκίνου, το οποίο κατηγορείται συχνά από δυτικούς πως προσφέρει πολιτική υποστήριξη στη Ρωσία, πρόσθεσε πως η περαιτέρω απομόνωση της Μόσχας και η επιβολή κυρώσεων θα οδηγήσουν «σε αδιέξοδο». Να διεξαχθούν διαπραγματεύσεις «Η σύγκρουση μεταξύ μπλοκ χωρών, η πολιτική απομόνωση, οι κυρώσεις και η πίεση θα οδηγήσουν μόνο σε αδιέξοδο», είπε ο κ. Τζανγκ. Επανέλαβε την έκκληση της κινεζικής ηγεσίας να διεξαχθούν διαπραγματεύσεις που θα λαμβάνουν υπόψη τις «θεμιτές ανησυχίες» των μερών στη σύρραξη για να τερματιστεί ο πόλεμος που ξέσπασε την 24η Φεβρουαρίου. Πηγή: ΑΠΕ
Ο πρόεδρος της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι (φωτογραφία αρχείου, επάνω, από το Reuters/Viacheslav Ratynskyi) συνεχάρη την αρχηγό των Αδελφών της Ιταλίας Τζόρτζια Μελόνι για την εκλογική της νίκη στις βουλευτικές εκλογές της Κυριακής.
Το μήνυμα Ζελένσκι «Συγχαρητήρια στην Τζόρτζια Μελόνι και στο κόμμα της για τη νίκη στις εκλογές. Εκτιμούμε τη διαρκή στήριξη που παρέχει η Ιταλία στη χώρα μας στον αγώνα εναντίον της επίθεσης που δεχθήκαμε από τη Ρωσία. Βασιζόμαστε στην αποδοτική συνεργασία με τη νέα ιταλική κυβέρνηση», τόνισε ο ουκρανός πρόεδρος μέσω Twitter. Η απάντηση Μελόνι Η Τζόρτζια Μελόνι, επίσης μέσω Twitter, απάντησε «αγαπητέ πρόεδρε Ζελένσκι. Ξέρετε ότι μπορείτε να βασιστείτε στην ειλικρινή μας στήριξη υπέρ του αγώνα του ουκρανικού λαού για την ελευθερία. Κρατήστε γερά και μην χάνετε την πίστη σας». Πηγή: ΑΠΕ
Ο Ταγίπ Ερντογάν μιλώντας σε εκδήλωση του κόμματός του είπε μεταξύ άλλων ότι η χώρα του δέχεται επιθέσεις από την Ελλάδα.
Νέες απειλές εξαπέλυσε πριν από λίγο ο Τούρκος Πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν σχεδόν παράλληλα με την ομιλία του Κυριάκου Μητσοτάκη στο υπουργικό συμβούλιο. Ο Ταγίπ Ερντογάν μιλώντας εκδήλωση του κόμματός του είπε μεταξύ άλλων ότι η χώρα του δέχεται επιθέσεις από την Ελλάδα και είπε χαρακτηριστικά: «Η στήριξη από τις ΗΠΑ δεν θα σας σώσει». Γνωρίζουμε καλά τις προθέσεις σας «Γνωρίζουμε πολύ καλά τις προθέσεις όσων μας προκάλεσαν και μας επιτέθηκαν από την Ελλάδα και δεν θα ενδώσουμε σε βρώμικα παιχνίδια. Τα όπλα που συσσωρεύτηκαν στη Δυτική Θράκη και στα νησιά δεν σημαίνουν τίποτα για εμάς», ανέφερε. Στη συνέχεια τόνισε ότι: «Η χώρα μας δεν θα συμβιβαστεί για την άμυνά της. Η υποστήριξη από τις ΗΠΑ και την Ευρώπη δεν μπορεί να σας σώσει», απευθυνόμενος στην Ελλάδα, ενώ έπειτα στράφηκε κατά της Ευρώπης χρησιμοποιώντας τον συμβολισμό των «τριών σοφών μαϊμούδων». H Δύση προτίμησε να παριστάνει τους τρεις πιθήκους«Με την παρακμή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η Μεσόγειος παραδόθηκε στην ιμπεριαλιστική κατοχή. Λυπούμαστε βαθιά για το γεγονός ότι η Μεσόγειος μνημονεύεται σήμερα με ένταση και θανάτους μεταναστών. Μπροστά στους θανάτους μεταναστών στη Μεσόγειο, η Δύση προτίμησε να παριστάνει τους τρεις πιθήκους», δηλαδή δεν βλέπουν το κακό, δεν ακούν το κακό, δεν μιλούν για το κακό και πρόσθεσε ότι: «Οι πόρτες που είναι κλειστές για τους πρόσφυγες στη Δύση, ανοίγουν για τα μέλη του δικτύου Γκιουλέν και τους τρομοκράτες του PKK». Ότι έχει να πει η Ελλάδα, το είπε στον ΟΗΕ Σημειώνεται πως πριν λίγο ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, έστειλε νέο μήνυμα στην Άγκυρα στη διάρκεια του υπουργικού Συμβουλίου που ξεκίνησε λίγο μετά τις 11 το πρωί. Ο κ. Μητσοτάκης στην αρχή της εισήγησής του έστειλε μήνυμα στην Άγκυρα, μετά το μπαράζ των τουρκικών προκλήσεων. «Ότι είχε να πει η Ελλάδα το είπε στον ΟΗΕ, τόσο για τις κόκκινες γραμμές όσο και τη φιλική της διάθεση προς τον τουρκικό λαό » δήλωσε με νόημα ο έλληνας πρωθυπουργός, Το μήνυμα στην Τουρκία H άλλη όχθη, πρόσθεσε, «μπορεί να επαναλαμβάνει μονότονα τα ψέματα και τις απειλές της. Σε αυτό το γαΪτανάκι όμως έχει μείνει μόνη. Εμείς μένουμε με ψυχραιμία και αυτοπεποίθηση στις καθαρές μας θέσεις με την ισχύ του διεθνούς δικαίου, την επιφυλακή των ενόπλων δυνάμεών μας, τη συμπαράσταση των συμμάχων μας. Εδώ τα πολλά λόγια είναι πράγματι φτώχεια -όπως λέει και η παροιμία- και ίσως είναι καιρός να ασχοληθούν με αυτήν την φτώχεια και όσοι λένε πολλά. Αντί για τις πύρινες λέξεις να επιλέξουν επιτέλους τις δημιουργικές πράξεις και τον δρόμο του ουσιαστικού διαλόγου. Απέναντί τους, άλλωστε, δεν έχουν μόνο την Ελλάδα, έχουν ολόκληρη την Ευρώπη, αλλά και τους συμμάχους μας στο ΝΑΤΟ» τόνισε χαρακτηριστικά. Ο Ακάρ έκανε μεταμεσονύχτια σύσκεψη με τους αρχηγούς στρατού για την Ελλάδα Η Αθήνα πάντως αποδεικνύει καθημερινά ότι αντιμετωπίζει με ψυχραιμία τις εμπρηστικές δηλώσεις του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, σε αντίθεση με την Άγκυρα η οποία δεν διστάζει να κάνει ακόμη και μεταμεσονύχτια σύσκεψη με τους αρχηγούς του στρατού υπό τον Ακάρ. Συγκεκριμένα η σύσκεψη έγινε αιφνιδιαστικά και λίγο μετά τα μεσάνυχτα της Δευτέρας, ενώ μετείχαν ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου στρατηγός Γιασάρ Γκουλέρ, διοικητές δυνάμεων, αναπληρωτές υπουργοί και διοικητές μονάδων. Τα τουρκικά μέσα ενημέρωσης μιλούν για «σημαντική εξέλιξη» εν μέσω «συνεχιζόμενης κρίσης μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας». (in.gr)
Δένδιας σε Τουρκία: Η Ελλάδα είναι έτοιμη για διάλογο αλλά και να υπερασπιστεί τα δικαιώματα της27/9/2022
Το Διεθνές Δίκαιο είναι το «Ιερό Ευαγγέλιο» της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής τόνισε ο Δένδιας
Σαφές μήνυμα στις αναθεωρητικές χώρες, ότι «οι ρεβιζιονιστικές πολιτικές θα αποτύχουν», έστειλε από το Ερεβάν ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας κατά τη διάρκεια των κοινών δηλώσεων με τον Αρμένιο ομόλογό του Αραράτ Μιρζουάν. «Για να αναφέρουμε μια ρεβιζιονιστική δύναμη, η Τουρκία προσπαθεί να εκμεταλλευτεί την πρόσφατη αναταραχή για να υπονομεύσει την ειρήνη και τη σταθερότητα, είτε είναι στον Καύκασο είτε στο Αιγαίο» υπογράμμισε χαρακτηριστικά ο Νίκος Δένδιας. Σε αυτό το πλαίσιο, ο υπουργός Εξωτερικών έκανε λόγο για κλιμάκωση της τουρκικής ρητορικής. «Μόλις χθες, η Τουρκία διαμαρτυρήθηκε ότι η Ελλάδα στέλνει μερικά αμυντικά όπλα στο ελληνικό νησί της Λέσβου. Αυτό έγινε ενώ η Ελλάδα ενεργούσε σύμφωνα με τις υποχρεώσεις μας, καθώς αυτές οι υποχρεώσεις απορρέουν από τη Συνθήκη της Λωζάνης. Η Τουρκία διαμαρτύρεται γιατί η Ελλάδα δεν αφήνει τα εδάφη της ανυπεράσπιστα. Ποιος; Η Τουρκία που έχει εκδώσει casus belli, απειλή πολέμου κατά της Ελλάδας και έχει τον μεγαλύτερο αποβατικό στόλο λίγα μίλια μακριά από τα νησιά του Αιγαίου», σημείωσε ο υπουργός Εξωτερικών. Πρόθυμη για διάλογο η Ελλάδα Συνεχίζοντας, ο Νίκος Δένδιας επανέλαβε – όπως μεταδίδει το ΑΠΕ – πως η Ελλάδα είναι έτοιμη και πρόθυμη να συμμετάσχει σε έναν εποικοδομητικό διάλογο με την Τουρκία, με βάση το Διεθνές Δίκαιο, διαμηνύοντας παράλληλα ότι «είμαστε επίσης έτοιμοι να υπερασπιστούμε τη χώρα μας και να υπερασπιστούμε τα δικαιώματά μας». «Θα κάνουμε ό,τι χρειάζεται για να υπερασπιστούμε τη χώρα μας. Θα κάνουμε ό,τι χρειάζεται για να υπερασπιστούμε τα δικαιώματά μας» τόνισε με σαφήνεια. Επίσης, ο Νίκος Δένδιας κατέστησε εκ νέου σαφές πως η Ελλάδα υποστηρίζει την κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα όλων των κρατών, σημειώνοντας ότι αυτό ισχύει και για την Αρμενία. «Πιστεύουμε στο απαραβίαστο των συνόρων» υπογράμμισε, αναφερόμενος στα επεισόδια που συνέβησαν μόλις πριν από λίγες ημέρες μετά τον βομβαρδισμό του αρμενικού εδάφους, συμπεριλαμβανομένων των κατοικημένων περιοχών, από τις αζερικές στρατιωτικές δυνάμεις. Παραθέτοντας τον Πρόεδρο της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν, είπε ότι καταδικάζει σθεναρά όσα συνέβησαν τις τελευταίες ημέρες και απηύθυνε έκκληση για ειρήνη και επανάληψη των διαπραγματεύσεων. Αλληλεγγύη στην Αρμενία Εστιάζοντας στις διμερείς σχέσεις, ο υπουργός Εξωτερικών εξέφρασε την αλληλεγγύη της Ελλάδας στην κυβέρνηση και τον λαό της Αρμενίας και σημείωσε πως «οι ιστορικές σχέσεις των δύο χωρών πάνε αιώνες πίσω». Όπως επισήμανε, σήμερα είχαν επίσης την ευκαιρία να αναθεωρήσουν τις εξαιρετικές διμερείς σχέσεις και προσέθεσε πως οι ιστορικές τραγωδίες μας ενώνουν. «Η Βουλή των Ελλήνων αναγνώρισε τη γενοκτονία των Αρμενίων το 1996. Η Βουλή των Αρμενίων αναγνώρισε τη γενοκτονία των Ελλήνων και των Ασσυρίων το 2015» ανέφερε. Ειδική αναφορά έκανε στην αρμενική κοινότητα στην Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένων χιλιάδων Ελλήνων πολιτών, υπογραμμίζοντας πως είναι ένας ισχυρός δεσμός σύνδεσης. Περαιτέρω, χαρακτήρισε υποδειγματική τη συνεργασία των δύο χωρών σε διεθνείς οργανισμούς και εξέφρασε την ευγνωμοσύνη του για την υποστήριξη της Αρμενίας σχετικά με την παράνομη κατοχή μέρους του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας. Επίσης, εξέφρασε την ευαρέσκειά του που οι δύο χώρες υποστηρίζουν αμοιβαία τις υποψηφιότητές τους για το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ. Η τριμερής με την Κύπρο Εξίσου, ο υπουργός Εξωτερικών τόνισε πως προσβλέπει να ενισχυθεί η τριμερής εταιρική σχέση με την Κύπρο σε ένα νέο επίπεδο. Αναφερθείς στην τριμερή συνάντηση που είχαν στη Νέα Υόρκη, στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, υπογράμμισε την ανάγκη «να εργαστούμε για την ενίσχυση της σχέσης ΕΕ-Αρμενίας» και δεσμεύτηκε ότι θα επιδιώξει να εξασφαλίσει μια πρόσκληση για να απευθυνθεί ο υπουργός Εξωτερικών της Αρμενίας στο Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων της ΕΕ το συντομότερο δυνατό και να τους ενημερώσει για το τι συμβαίνει. «Ευαγγέλιο» το διεθνές δίκαιο για την Ελλάδα Σε ό,τι αφορά τις προκλήσεις ασφαλείας στον Καύκασο, ο υπουργός Εξωτερικών ευχαρίστησε τον Αρμένιο ομόλογό του για την ενημέρωση πάνω σε αυτό το θέμα. «Η θέση μας για το Ναγκόρνο Καραμπάχ παραμένει αμετάβλητη» τόνισε ο Νίκος Δένδιας και επεξήγησε ότι υποστηρίζει την επίτευξη μιας ειρηνικής, αμοιβαία αποδεκτής λύσης στο πλαίσιο του Διεθνούς Δικαίου. Όπως επισήμανε, το Διεθνές Δίκαιο είναι το «Ιερό Ευαγγέλιο» της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Και από αυτή την άποψη, χαιρέτισε επίσης το θάρρος του πρωθυπουργού Νικόλ Πασινιάν που πρότεινε μια νέα προσέγγιση για ένα νέο μέλλον σε αυτή την περιοχή. Ωστόσο, παρατήρησε ότι δεν μπορούν να οικοδομηθούν λύσεις και ειρήνη όταν υπάρχει απειλή βίας. Αυτό ισχύει για την περιοχή του Καυκάσου, αυτό ισχύει για τον κόσμο, και φυσικά την Ανατολική Μεσόγειο, προσέθεσε. Στην κατεύθυνση αυτή, υπογράμμισε πως η Ελλάδα θα συνεχίσει να υποστηρίζει την επανέναρξη των διμερών διαπραγματεύσεων, καθώς και τη συμβολή της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Ηνωμένων Πολιτειών στην προσπάθεια αυτή, η οποία διευκολύνεται επίσης από την Ομάδα Μινσκ του ΟΑΣΕ. «Είμαστε επίσης έτοιμοι, μαζί με άλλους εταίρους της ΕΕ, να βοηθήσουμε στη μεσολάβηση για μια πιθανή λύση» διαμήνυσε. Γιατί στο τέλος της ημέρας, συνέχισε, «δεν μπορούμε να αλλάξουμε γεωγραφία. Αλλά οι άνθρωποι έχουν την ευκαιρία να ζήσουν ειρηνικά δίπλα-δίπλα. Πιστεύουμε επίσης ότι τα ανθρωπιστικά ζητήματα πρέπει να επιλυθούν άμεσα. Και το Διεθνές Ανθρωπιστικό Δίκαιο πρέπει να γίνεται σεβαστό». (in.gr)
Η Τζόρτζια Μελόνι δεν συνάντησε τους δημοσιογράφους για την καθιερωμένη, μετεκλογική συνέντευξη Τύπου και άφησε να μιλήσουν κάποια άλλα στελέχη του κόμματος. Η νικήτρια των ιταλικών γενικών εκλογών της Κυριακής Τζόρτζια Μελόνι είχε τηλεφωνική επικοινωνία με τον Ιταλό τεχνοκράτη πρωθυπουργό Μάριο Ντράγκι, όπως άφησαν να διαρρεύσει στενοί της συνεργάτες. Η πρόεδρος των Αδελφών της Ιταλίας, μετά την δήλωσή της τη νύχτα των εκλογών, δεν συνάντησε τους δημοσιογράφους για την καθιερωμένη, μετεκλογική συνέντευξη Τύπου και άφησε να μιλήσουν κάποια άλλα στελέχη του κόμματος. Παράλληλα, σύμφωνα με την εφημερίδα La Repubblica, η Μελόνι δεν προτίθεται να επιλέξει τον γραμματέα της Λέγκα Ματέο Σαλβίνι για κάποιο από τα υπουργεία-κλειδί της νέας κυβέρνησης – κάτι που θα μπορούσε να προκαλέσει ένταση στις εσωτερικές σχέσεις και ισορροπίες της συντηρητικής συμμαχίας, από την στιγμή που ο Σαλβίνι έχει εκφράσει ξεκάθαρα και επανειλημμένα την επιθυμία του να επιστρέψει στο υπουργείο Εσωτερικών, δηλαδή στην ίδια θέση που κατείχε στην πρώτη κυβέρνηση του Τζουζέπε Κόντε. Η Λέγκα, όμως, δεν άγγιξε ούτε το 9% των ψήφων και αυτό αποδυναμώνει την όποια του διεκδίκηση. Για τις όποιες «ζυμώσεις», πάντως, υπάρχει περιθώριο σχεδόν τεσσάρων εβδομάδων, καθώς το νέο κοινοβούλιο θα συσταθεί σε σώμα μόνον στις 13 Οκτωβρίου. Στην συνέχεια ο πρόεδρος της Δημοκρατίας Σέρτζιο Ματαρέλα θα ξεκινήσει τις διαβουλεύσεις του με όλες τις πολιτικές δυνάμεις, για να αναθέσει, αμέσως μετά, εντολή σχηματισμού κυβέρνησης.Οι αναλυτές αναμένουν επίσης να διαπιστώσουν πώς θα κινηθεί ο αρχηγός της Φόρτσα Ιτάλια Σίλβιο Μπερλουσκόνι. Ο ίδιος επιθυμεί να εκλεγεί πρόεδρος της Γερουσίας, αλλά δεν πέρασε απαρατήρητη η αντίδρασή του ανήμερα των εκλογών. Όταν μια ψηφοφόρος τον ρώτησε αν η Τζόρτζια Μελόνι τον φοβίζει, εκείνος απάντησε: «ε ναι, με φοβίζει λίγο». Σε ό,τι αφορά, τέλος, την κεντροαριστερά, μετά το απογοητευτικό αποτέλεσμα του Δημοκρατικού Κόμματος (19%) και την δήλωση του γραμματέα των «Δημοκρατικών» Ενρίκο Λέτα ότι τον επόμενο Μάρτιο δεν πρόκειται να ξαναδιεκδικήσει την ηγεσία, ο ιταλικός Τύπος συγκλίνει σε μια κύρια διαπίστωση: ότι χρειάζεται μια μακρά πορεία ανανέωσης και πιθανής επανίδρυσης της κεντροαριστεράς, με αλλαγή προτεραιοτήτων και αναζήτηση ουσιαστικής επαφής με τους πολίτες, για να μπορέσει να ξεπεράσει την σημερινή της κρίση.Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ Η επόμενη μέρα των ιταλικών εκλογών - Μούδιασμα και ανησυχία στον πολιτικό κόσμο για την άνοδο της ακροδεξιάς στην εξουσία σε μια σημαντική χώρα της ΕΕ εν καιρώ πολέμου στην Ουκρανία. Αντίστροφα έχει αρχίσει να μετρά ο χρόνος για τον σχηματισμό κυβέρνησης στην Ιταλία, μετά την εκλογική νίκη του δεξιού συνασπισμού υπό την Τζόρτζια Μελόνι. Ωστόσο, ίσως πάρει εβδομάδες η ολοκλήρωσή τους, σε μια κρίσιμη περίοδο για την Ιταλία και την υπόλοιπη Ευρώπη. Μεγάλοι νικητές των εκλογών είναι οι «Αδελφοί της Ιταλίας» με 26,2% έναντι του 4,3% που είχαν αποσπάσει στις εκλογές του 2018. Οι σύμμαχοι της Μελόνι, Μπερλουσκόνι και Σαλβίνι έπεσαν, αφού είναι κυρίως από αυτούς που απέσπασαν ψήφους οι «Αδελφοί της Ιταλίας». Από την πλευρά του, ο κεντροαριστερός συνασπισμός αποδείχθηκε ανήμπορος να ανακόψει τον δρόμο της Ακροδεξιάς προς την εξουσία. Με καταμετρημένες τις ψήφους από το 90% των εκλογικών κέντρων, η Λέγκα του Ματτέο Σαλβίνι συγκεντρώνει ποσοστό 8,9%, η Forza Italia του Σίλβιο Μπερλουσκόνι 8,3%, που σημαίνει ότι συνολικά ο δεξιός συνασπισμός συγκεντρώνει το 44,3% των ψήφων. Ο κεντροαριστερός συνασπισμός συγκεντρώνει 26,06% με το Δημοκρατικό Κόμμα του Ενρίκο Λέτα να πέφτει κάτω από το 20%, συγκεντρώνοντας 19%. «Θα κυβερνήσουμε για όλους τους Ιταλούς» Η επικεφαλής της ιταλικής άκρας δεξιάς Τζόρτζια Μελόνι, η οποία θέλει να γίνει η επόμενη πρωθυπουργός μετά τη νίκη της παράταξής της στις πρόωρες βουλευτικές εκλογές, στην πρώτη της δήλωση προσπάθησε να καθησυχάσει τις ανησυχίες στη χώρα της και στο εξωτερικό. «Η Ιταλία μας διάλεξε και εμείς δεν θα την εξαπατήσουμε. Αν κληθούμε να κυβερνήσουμε, θα το κάνουμε για όλους τους Ιταλούς, με στόχο να ενώσουμε αυτό τον λαό και να δώσουμε έμφαση σε όσα τον ενώνουν και όχι σε όσα τον διχάζουν. Θα δουλέψουμε με στόχο οι Ιταλοί να γίνουν και πάλι υπερήφανοι που είναι Ιταλοί». «Οι Ιταλοί έστειλαν καθαρό μήνυμα υπέρ μιας κυβέρνησης της δεξιάς υπό την ηγεσία των Αδελφιών της Ιταλίας», είπε η Μελόνι επιβεβαιώνοντας τη φιλοδοξία της να γίνει η επόμενη πρωθυπουργός. «Θα κυβερνήσουμε για όλους» τους Ιταλούς, υποσχέθηκε. «Θα το κάνουμε με σκοπό να ενώσουμε τον λαό, να προαγάγουμε αυτά που τον ενώνουν μάλλον παρά αυτά που τον χωρίζουν», πρόσθεσε καλώντας για «ενότητα» και κατευνασμό, αναγνωρίζοντας πως η προεκλογική εκστρατεία ήταν «βίαιη και επιθετική». Διαβεβαίωσε πως «δεν θα προδώσουμε την εμπιστοσύνη σας». Ο επικεφαλής του κεντροαριστερού συνασπισμού Ενρίκο Λέττα αναγνώρισε την ήττα του, δηλώνοντας ότι δεν θα είναι ξανά υποψήφιος για την ηγεσία του κόμματός του την ερχόμενη άνοιξη. «Είναι μία κίνηση αγάπης προς το κόμμα και επαναλαμβάνω, η ηγεσία μου θα τελειώσει μόλις το συνέδριο εκλέξει νέο ηγέτη… Πιστεύω πως σε αυτή τη χώρα αξίζει μία αντιπολίτευση πολύ ισχυρή και πολύ αποτελεσματική που να μπορεί να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα των Ιταλών πολιτών». Ο επικεφαλής του Κινήματος των Πέντε Αστέρων και πρώην πρωθυπουργός Τζουζέπε Κόντε προέβη σε μία δήλωση που αντιστοιχεί στην πραγματικότητα: «Πετύχαμε μία μεγάλη επιστροφή. Όλοι μας ήθελαν εκτός Κοινοβουλίου, όλοι έβαζαν την υπογραφή τους, όλοι μας χτυπούσαν για να μας ρίξουν και η επιστροφή μας είναι πραγματικά σημαντική, είμαστε η τρίτη πολιτική δύναμη εάν τα αποτελέσματα επιβεβαιωθούν, είμαστε τρίτη πολιτική δύναμη και επομένως έχουμε μεγάλη ευθύνη».Ο Σαλβίνι, εστίασε στη νίκη του δεξιού συνασπισμού: «Για την Ιταλία σήμερα είναι μία όμορφη μέρα, γιατί έχουμε μπροστά μας πέντε χρόνια σταθερότητας. Εμείς σήμερα έχουμε να σχολιάσουμε ένα αποτέλεσμα που δεν με ικανοποιεί, προφανώς, το 9% δεν είναι το αποτέλεσμα για το οποίο εργάστηκα, αλλά είμαστε, με το 9% σε μία κυβέρνηση κεντροδεξιάς, στην οποία θα είμαστε πρωταγωνιστές». Η αντιπρόεδρος του PD (Δημοκρατικό Κόμμα) Ντέμπορα Σερατσιάνι αναγνώρισε τη «νίκη της δεξιάς υπό την Τζόρτζια Μελόνι», κάνοντας λόγο για «βραδιά θλίψης για τη χώρα». Οι ανησυχίες της Ευρώπης Μούδιασμα και ανησυχία επικρατεί στον πολιτικό κόσμο για την άνοδο της ακροδεξιάς στην εξουσία σε μια σημαντική χώρα της ΕΕ εν καιρώ πολέμου στην Ουκρανία. Ο πολιτικός σεισμός στην Ιταλία καταγράφεται δύο εβδομάδες έπειτα από εκείνον στη Σουηδία, όπου συντηρητική συμμαχία που συμπεριλαμβάνει τους Σουηδούς Δημοκράτες (SD), κόμμα που προέκυψε από το νεοναζιστικό κίνημα, σημείωσε εκλογική νίκη, έγινε η μεγαλύτερη δεξιά παράταξη στη σκανδιναβική χώρα. Το SD και το FdI ανήκουν στην ίδια πολιτική οικογένεια στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κάνοντας παρέμβαση που εκλήφθηκε στη Ρώμη (με δυσαρέσκεια) ως προειδοποίηση, υπενθύμισε προ ημερών πως η ΕΕ διαθέτει «εργαλεία» για να τιμωρεί κράτη που καταπατούν το κράτος δικαίου και τις κοινές αξίες. «Οι Ιταλοί παρέδωσαν μάθημα ταπεινότητας στην Ευρωπαϊκή Ένωση η οποία, με τη φωνή της κυρίας φον ντερ Λάιεν, προσπάθησε να τους υπαγορεύσει τι θα ψήφιζαν», σχολίασε δηκτικά ο γάλλος ευρωβουλευτής Ζορντάν Μπαρντελά, του Εθνικού Συναγερμού (RN) της Μαρίν Λεπέν. «Καμιά απειλή οποιουδήποτε είδους δεν μπορεί να σταματήσει δημοκρατία», πρόσθεσε υποστηρίζοντας πως οι Ευρωπαίοι «παίρνουν τη μοίρα τους στα χέρια τους». Μαύρο πρόβατο στις Βρυξέλλες, ο ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Όρμπαν, όπως και ο πολωνός ομόλογός του Ματέους Μοραβιέτσκι, απηύθυνε τα «συγχαρητήριά του» στην κυρία Μελόνι. Μέσω του πολιτικού συμβούλου του και βουλευτή Μπάλας Όρμπαν, πρόσθεσε: «σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς, χρειαζόμαστε όσο ποτέ φίλους που έχουν κοινό όραμα και κοινή προσέγγιση για τις προκλήσεις στην Ευρώπη». Η Τζόρτζια Μελόνι «έδειξε τον δρόμο» προς μια Ευρώπη «υπερήφανη», «ελεύθερη», αποτελούμενη από «κυρίαρχα κράτη», πανηγύρισε από την πλευρά του ο ηγέτης του ισπανικού ακροδεξιού κόμματος Vox, ο Σαντιάγο Αβασκάλ. «Δύσκολες μέρες για την Ευρώπη» «Έρχονται δύσκολες μέρες για την Ευρώπη» αναφέρει η Γερμανίδα αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου από τους Σοδιαλδημοκράτες και πρώην υπ. Δικαισύνης της Γερμανίας Καταρίνα Μπάρλεϊ σημειώνοντας μέσω της εφημερίδας Welt: «Η Μελόνι θα είναι μια πρωθυπουργός με πολιτικά πρότυπα τον Βίκτορ Όρμπαν και τον Ντόναλντ Τραμπ. Η νίκη της κεντροδεξιάς συμμαχίας στην Ιταλία είναι ανησυχητική για την Ευρώπη». Ο εκπρόσωπος των Φιλελευθέρων για θέματα Εξωτερικής Πολιτικής Αλεξάντερ Γκραφ Λάμπσντορφ εκτιμά ότι με τη νέα ιταλική κυβέρνηση θα γίνει πιο δύσκολη «η λήψη αποφάσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο». Από την πλευρά του και ο εκπρόσωπος των Γερμανών Πρασίνων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, Ράσμους Άντερσεν, κάνει λόγο για μια «άνευ προηγουμένου ιταλική διολίσθηση προς τα δεξιά» με τεράστιες επιπτώσεις για την Ευρώπη. (in.gr)
This is Italy’s new Prime Minister Giorgia Meloni.
I’ve never heard any politician so perfectly explain what we’re up against and why we fight. When you watch this video, you’ll quickly realize why the establishment is afraid of her. "“We do not want to be numbers. We will defend the value of the human being […] We will never be slaves and simple consumers at the mercy of financial speculators.” — Giorgia Meloni May she lead Italy according to her words in rejecting the Great Reset"
Η νίκη της Τζόρτζια Μελόνι στις εκλογές της Κυριακής επιβεβαίωσε τις δημοσκοπήσεις του τελευταίου διαστήματος, αν και στην Ιταλία δεν είναι ασύνηθες αυτές να πέφτουν έξω. Η επικράτηση της θαυμάστριας του Μπενίτο Μουσολίνι επανέφερε το ερώτημα γιατί κερδίζουν έδαφος στην Ευρώπη κόμματα που έχουν φασιστικές ρίζες.Το Newsweek είχε επιχειρήσει να απαντήσει σε αυτό το επίκαιρο ερώτημα με άρθρο του που δημοσιεύτηκε πριν από την ανακοίνωση των επίσημων αποτελεσμάτων στην Ιταλία που επιβεβαίωσαν δημοσκοπήσεις και exit polls. Οι ρίζες των Αδελφιών της Ιταλίας Των Αδελφιών της Ιταλίας ηγείται η 45χρονη Τζόρτζια Μελόνι, η οποία αναμένεται να γίνει η πρώτη γυναίκα πρωθυπουργός της Ιταλίας, ενώ είναι η πιο δεξιά μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι ρίζες του κόμματός της ανάγονται στο Ιταλικό Κοινωνικό Κίνημα (ISM), το οποίο ιδρύθηκε από μια ομάδα υποστηρικτών του Μπενίτο Μουσολίνι τον Δεκέμβριο του 1946. Το ISM συγχωνεύτηκε με ένα πιο mainstream δεξιό κόμμα το 1995, αποκηρύσσοντας τον απροκάλυπτο φασισμό, για να σχηματίσει την Εθνική Συμμαχία. Αυτό ενσωματώθηκε στο κόμμα του Σίλβιο Μπερλουσκόνι, Ο Λαός της Ελευθερίας το 2009, πριν μια απόσχιση του 2012, στην οποία συμμετείχε και η Μελόνι, σχηματίσει τα Αδέλφια της Ιταλίας. Η Μελόνι δεσμεύτηκε να υπερασπιστεί «τον Θεό, την πατρίδα και την οικογένεια», ζητώντας «ναυτικό αποκλεισμό» για να εμποδίσει τους παράτυπους μετανάστες να φτάσουν στην Ιταλία. Ως νεαρή αποκάλεσε τον Μουσολίνι «καλό πολιτικό, τον καλύτερο των τελευταίων 50 ετών», αν και έκτοτε έχει αποκηρύξει αυτή τη στάση της. Αρνούνται ότι είναι φασίστες Τα Αδέλφια της Ιταλίας αρνούνται σθεναρά ότι είναι φασίστες, αν και διατηρούν την τρίχρωμη φλόγα του ISM ως λογότυπό τους και αναγκάστηκαν να θέσουν σε διαθεσιμότητα έναν υποψήφιο που συνέκρινε τη Μελόνι ευνοϊκά με τον Αδόλφο Χίτλερ. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων τεσσάρων ετών, το κόμμα «Αδέλφια της Ιταλίας» σημείωσε εκρηκτική αύξηση της δημοτικότητάς του, καθώς από μόλις 4% των ψήφων το 2018 έφτασε στο 24% στις αρχές Σεπτεμβρίου και στο 26% στις εκλογές της Κυριακής. Σύμφωνα με το Newsweek, το κόμμα της Μελόνι έχει βοηθηθεί σημαντικά από την κατάρρευση της υποστήριξης για δύο άλλα ριζοσπαστικά κόμματα, το αντικαθεστωτικό Κίνημα Πέντε Αστέρων (σ.σ. αν και πήρε το διόλου ευκαταφρόνητο 15,43%) και η ακροδεξιά Λέγκα του Ματέο Σαλβίνι, μετά από περιόδους διακυβέρνησης. Αντιμεταναστευτικό σχέδιο Η Μελόνι κέρδισε υποστήριξη με τη δέσμευσή της να αντιμετωπίσει τις διελεύσεις μεταναστών από τη Μεσόγειο, από τις οποίες σχεδόν 60.000 έφτασαν στην Ιταλία μεταξύ Ιανουαρίου και Νοεμβρίου του 2021. Η 45χρονη πολιτικός επωφελείται επίσης από την επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της Ιταλίας, με την ανάπτυξη να προβλέπεται να συρρικνωθεί απότομα το 2023, αφού η εισβολή του Βλαντίμιρ Πούτιν στην Ουκρανία προκάλεσε την εκτόξευση των τιμών της ενέργειας, σημειώνει το Newsweek. Αξίζει να σημειωθεί, ωστόσο, ότι τα Αδέλφια της Ιταλίας δεν υποστηρίζουν την έξοδο από το ευρώ ή την ΕΕ, υποστηρίζουν το ΝΑΤΟ και τάσσονται υπέρ του εξοπλισμού της Ουκρανίας για την καταπολέμηση της ρωσικής επιθετικότητας. Αυτές οι πιο mainstream πολιτικές έχουν βοηθήσει στην αποτοξίνωση του κόμματος για τους παραδοσιακούς συντηρητικούς. Η άνοδος της ακροδεξιάς στη Σουηδία Νωρίτερα τον Σεπτέμβριο, οι «σκληροί» δεξιοί του SD (Σουηδοί Δημοκράτες) ήρθαν δεύτεροι στις βουλευτικές εκλογές της Σουηδίας, λαμβάνοντας 20,5% έναντι 30% των Σοσιαλδημοκρατών. Καθώς το συνολικό δεξιό μπλοκ ήταν μεγαλύτερο, αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει το SD στην κυβέρνηση, αν μπορέσουν να συμφωνήσουν σε συμφωνία με το Μετριοπαθές Κόμμα και άλλες παρατάξεις. Οι Σουηδοί Δημοκράτες ιδρύθηκαν το 1988, με πολλά από τα πρώτα ηγετικά στελέχη τους να προέρχονται απευθείας από την ακροδεξιά. Ο Γκούσταφ Έκστρομ ήταν μέλος των Waffen-SS κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ενώ ο Άντερς Κλάρστρομ, ο πρώτος πρόεδρος τους, ήταν μέλος του νεοναζιστικού Κόμματος Σκανδιναβική Αυτοκρατορία. Ωστόσο, όπως και τα Αδέλφια της Ιταλίας, οι Σουηδοί Δημοκράτες εργάστηκαν για να αποκαταστήσουν την εικόνα τους, ενώ επωφελήθηκαν από την αυξανόμενη ανησυχία της κοινής γνώμης για τη μετανάστευση, τον ισλαμιστικό φονταμενταλισμό και την άνοδο των τιμών των καυσίμων μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, σημειώνει το Newsweek. Το κόμμα έχει επίσης επωφεληθεί από την έξαρση της βίαιης εγκληματικότητας των συμμοριών, την οποία συνδέει με τη μετανάστευση και τις αποτυχημένες προσπάθειες ενσωμάτωσης. Το 2022, μέχρι τις εκλογές, η Σουηδία κατέγραψε 273 πυροβολισμούς από τους οποίους σκοτώθηκαν 47 και τραυματίστηκαν άλλοι 74, ορισμένοι εκ των οποίων ήταν τυχαίοι παρευρισκόμενοι στα σημεία των συγκεκριμένων περιστατικών. Εγκληματικότητα Η χώρα έχει επίσης πληγεί από ένα κύμα εκρήξεων που σχετίζονται με την εγκληματικότητα, πολλές από τις οποίες προκλήθηκαν από χειροβομβίδες, με 100 επιθέσεις να έχουν αναφερθεί μόνο το 2019. Μιλώντας στην εφημερίδα Financial Times του Λονδίνου, ο Ματίας Κάρλσον, πρώην ηγέτης και επικεφαλής ιδεολόγος του κόμματος, δήλωσε: «Δεχτήκαμε περισσότερους μετανάστες από όσους μπορούσαμε να ενσωματώσουμε και στη θέση τους ρίζωσε μια γκανγκστερική κουλτούρα αμερικανικής έμπνευσης». Μετά την ανακοίνωση των εκλογικών αποτελεσμάτων, ο ηγέτης των Σουηδών Δημοκρατών, Τζίμι Άκεσον έγραψε: «Αρκετά ανεχτήκαμε τις αποτυχημένες σοσιαλδημοκρατικές πολιτικές που επί οκτώ χρόνια συνέχισαν να οδηγούν τη χώρα σε λάθος κατεύθυνση. Ήρθε η ώρα να ξεκινήσουμε την ανοικοδόμηση της ασφάλειας, της ευημερίας και της συνοχής. Ήρθε η ώρα να βάλουμε τη Σουηδία πρώτα». Η περίπτωση της ΓαλλίαςΤον Ιούνιο, ο ακροδεξιός Εθνικός Συναγερμός της Μαρίν Λεπέν σημείωσε εκρηκτική αύξηση στις γαλλικές βουλευτικές εκλογές, από 7 έδρες σε 89 στην Εθνοσυνέλευση. Το κόμμα, που τότε ονομαζόταν Εθνικό Μέτωπο, διοικείτο από τον πατέρα της Μαρίν, τον Ζαν – Μαρί Λεπέν, ο οποίος είχε καταδικαστεί για άρνηση του Ολοκαυτώματος αφού αποκάλεσε τους θαλάμους αερίων «λεπτομέρεια» του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η Μαρίν Λεπέν προσπάθησε να κάνει το κόμμα πιο μετριοπαθές μετά την ανάληψη της ηγεσίας το 2011, διαγράφοντας τον πατέρα της το 2015. Επίσης, μετρίασε τον ευρωσκεπτικισμό του κόμματός της μετά την ψήφο της Βρετανίας για το Brexit το 2016, τερματίζοντας ένα σχέδιο για την έξοδο της Γαλλίας από το ευρώ. Τον Απρίλιο, η Λεπέν εξασφάλισε το καλύτερο αποτέλεσμα του κόμματός της, χάνοντας τις προεδρικές εκλογές από τον Εμανουέλ Μακρόν με 58% έναντι 42%, θυμίζει το Newsweek. (in.gr) «Αν χρειαστεί δεν θα παραλείψουμε να υπερασπιστούμε τα δικαιώματα και τα συμφέροντα της χώρας μας έναντι της Ελλάδας, χρησιμοποιώντας όλα τα μέσα που έχουμε στη διάθεσή μας. Αυτό να το ξέρουν καλά». Και το ερώτημα που τίθεται είναι στήνει σκηνικό «πολέμου» ο τούρκος πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ή εξαπολύει κενές περιεχομένου απειλές; Η δήλωση Ερντογάν η οποία έγινε μετά το υπουργικό συμβούλιο στην Τουρκία, που μεταξύ των θεμάτων που εξέτασε ήταν και η «στρατικοποίηση των νησιών», οι «προκλήσεις» από την πλευρά της Ελλάδας και οι τρόποι αντίδρασης της Άγκυρας, συνιστά σύμφωνα με κυβερνητικές και διπλωματικές πηγές μία σημαντική κλιμάκωση της ρητορικής. Μία κλιμάκωση που για πολλούς δίνει την εικόνα ότι ο Ερντογάν θέλει να αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο ενός «ατυχήματος». Και τις προβλέψεις, τόσο από την Άγκυρα όσο και από την Αθήνα να αναφέρουν ότι η ρητορική του τούρκου προέδρου θα συνεχιστεί και θα κλιμακωθεί περαιτέρω όσο πλησιάζουμε στο 2023. Πληροφορίες σημειώνουν ότι αυτό ήταν – μεταξύ άλλων – και αντίδραση του τούρκου προέδρου στην κριτική και την πίεση που δέχεται από την αντιπολίτευση, κάθε φορά που επιχειρεί να χαμηλώσει τους τόνους και δε σε ένα προεκλογικό σκηνικό. Οι δηλώσεις του τον έχουν ήδη εγκλωβίσει σε ένα αδιέξοδο, κρατώντας ερμητικά κλειστούς τους διαύλους επικοινωνίας με την Ελλάδα σε όλα τα επίπεδα και μην επιτρέποντας στην ένταση να εκτονωθεί. Παράγοντας εκλογές Με την ένταση να μπορεί να εξελιχθεί και σε ένα προεκλογικό «υπερόπλο», τόσο για την Τουρκία, όσο και για την Ελλάδα, αναλυτές και διπλωμάτες προειδοποιούν για την αναβάθμιση του κινδύνου. Και κυρίως για την ανάγκη η ελληνική πλευρά να μην διολισθήσει στον «κατήφορο» της Άγκυρας. Με την ψυχραιμία να αναδεικνύεται στο ισχυρότερο όπλο σε αυτό το «πολεμικό σκηνικό» που επιχειρείται να διαμορφωθεί. Ορισμένοι διπλωμάτες δε δηλώνουν ότι δεν μπορεί να αποκλειστεί ακόμα και το ενδεχόμενο ο Ερντογάν να επιδιώκει να χτίσει ένα αφήγημα που θα προετοιμάσει ένα ενδεχόμενο επεισόδιο και να περιμένει να πυροδοτήσει την έκρηξη, όταν και όποτε θεωρήσει ότι τον εξυπηρετεί για να το αξιοποιήσει. Για κάποιους άλλους ωστόσο για όσο οι απειλές συνεχίζονται σε επίπεδο ρητορικής είναι πιο δύσκολο να υπάρξει ένα «επεισόδιο» στο πεδίο. Μέγα ζητούμενο ο διάλογος και τα πρόσωπα Σε ένα εκρηκτικό σκηνικό, όπως η παρούσα κατάσταση, ο διάλογος παραμένει το μεγάλο ζητούμενο, όπως υπογραμμίζει στο in o καθηγητής Διεθνούς Δικαίου, Πέτρος Λιάκουρας. «Πρέπει να αναζητηθεί το πρόσωπο το οποίο θα μπορεί να μιλάει από την πλευρά της Αθήνας με τον εκπρόσωπο του Ερντογάν, Ιμπραχήμ Καλίν» σημειώνει. Τονίζει δε ότι για να ανοίξει ξανά ο δίαυλος Μητσοτάκη – Ερντογάν, στο σημείο που έχουμε φτάσει «χρειάζεται ιδιαίτερη προσπάθεια και πολύ καλή προετοιμασία». Ο Πέτρος Λιάκουρας αναφέρει ότι ο διάλογος «δεν θα είναι εύκολος και πρέπει να πρόσωπο που θα αναλάβει την συγκεκριμένη αποστολή να έχει τα κατάλληλα προσόντα», ώστε να «μπορεί να αναλαμβάνει πρωτοβουλίες, να είναι σε θέση να ελίσσεται και να μπορεί να πάρει αποφάσεις, εάν υπάρξει κάποια κίνηση από την τουρκική πλευρά». Απαντώντας στο ερώτημα εάν σε περιόδους τέτοιου επιπέδου έντασης είναι δυνατό να υπάρξει διάλογος ο καθηγητής διεθνούς δικαίου είναι απόλυτος: «σε συνθήκες έντασης είναι πιο απαραίτητος από ποτέ ο διάλογος. Στόχος πρέπει να είναι να ξεφύγουμε από τις αγκυλώσεις και για αυτό επιβάλλεται ο διάλογος. Και αυτός να είναι προσανατολισμένος στα ζητήματα που θέλουμε να δώσουμε προτεραιότητα για λύσεις». Και για αυτό έχουν μεγάλη σημασία, επιμένει, τα πρόσωπα που θα επιλεγεί να εμπλακούν στη διαδικασία. «Στην ένταση είναι όλοι συνυπεύθυνοι», σημειώνει ο Πέτρος Λιάκουρας υπογραμμίζοντας ότι αυτή πρέπει να σταματήσει. Ξεκαθαρίζει δε ότι η «αποτροπή δεν απαλείφει την ένταση, την συντηρεί». Αντιστροφή της ρητορικής Αναφερόμενος στο διάβημα της Τουρκίας προς τις ΗΠΑ, για τη «στρατικοποίηση» των νησιών, με επίκεντρο την Λέσβο και τη Σάμο, αλλά και την επιστολή του τούρκου ΥΠΕΞ, Μεβλούτ Τσαβούσογλου στον ΟΗΕ, ο Πέτρος Λιάκουρας παρατηρεί ότι η Άγκυρα επιχειρεί αντιστροφή των επιχειρημάτων της Ελλάδας, επισημαίνοντας ότι επιχειρεί να εμφανιστεί παραπονούμενη προσπαθώντας να απαντήσει στα ζητήματα που έθεσε στο Κογκρέσο – για παράδειγμα – ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Ο καθηγητής διεθνούς δικαίου σημειώνει ακόμα ότι «αυτή η περίοδος που διανύουμε τώρα με την Τουρκία είναι από τις χειρότερες στιγμές στις σχέσεις Αθήνας – Άγκυρας από το 1974 μέχρι και σήμερα». Η δραματική προειδοποίηση Δένδια Ο ΥΠΕΞ, Νίκος Δένδιας στις δικές του επιστολές προς την ΕΕ, το ΝΑΤΟ και τον ΟΗΕ, αρκετές μέρες πριν την τελευταία ομιλία Ερντογάν, είχε περιγράψει την κατάσταση των τουρκικών απειλών σε ιδιαίτερα απαισιόδοξους τόνους. Τόνιζε δε ότι «αν αποτύχουμε στο να το κάνουμε εγκαίρως (σ.σ. να καταδικάσουμε την τουρκική προκλητικότητα) ή υποτιμήσουμε τη σοβαρότητα του ζητήματος, ρισκάρουμε να δημιουργήσουμε μια κατάσταση παρόμοια με αυτή που εκτυλίσσεται σε άλλο σημείο της ηπείρου μας. Αυτό είναι κάτι που κανείς από εμάς δεν εύχεται να δει». Προειδοποιώντας επί της ουσίας για ένα νέο πολεμικό μέτωπο σε ευρωπαϊκό έδαφος και μία σύγκρουση μεταξύ δύο συμμάχων του ΝΑΤΟ. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Τουρκία βάζει πλέον στο κάδρο των επιθέσεων της απέναντι στην Αθήνα και την Ουάσιγκτον, επιχειρώντας να στοχοποιήσει την ελληνοαμερικανική αμυντική συνεργασία, με αιχμή – κυρίως – τη βάση της Αλεξανδρούπολης, αλλά και το εξοπλιστικό πρόγραμμα της Ελλάδας. Το διάβημα για τον εξοπλισμό Λέσβου και Σάμου άλλωστε έγινε εκτός από την Ελλάδα και προς τις ΗΠΑ καθώς ο Ερντογάν αντιμετωπίζει ιδιαίτερη κριτική για το πώς κατάφερε να διαταράξει τις ισορροπίες ανάμεσα σε Ελλάδα – Τουρκία – ΗΠΑ και Κύπρο, τόσο για το ζήτημα των βάσεων και των εξοπλιστικών, όσο και για την απόφαση της Ουάσιγκτον να άρει το εμπάργκο όπλων απέναντι στη Λευκωσία. Για να στείλει και αυτή τα δικά της μηνύματα. (in.gr) Ο Αντρέα Μαρινέλι της Corriere Della Sera μιλά στο in: Η Μελόνι υπόσχεται υπερσυντηρητική κυβέρνηση26/9/2022 Η νίκη του κεντροδεξιού συνασπισμού, με ηγέτιδα δύναμη τους Αδελφούς της Ιταλίας της Τζόρτζια Μελόνι, στις εκλογές στην Ιταλία ήταν αναμενόμενη. Κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι ξαφνιάστηκε από τις εξελίξεις. Με την Ευρώπη να παρακολουθεί «με κομμένη την ανάσα» την ψηφοφορία, όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο Guardian την Κυριακή. Η νίκη της Μελόνι ωστόσο είναι γεγονός και η ίδια είναι καθ’ οδόν προκειμένου να αναλάβει τα ηνία της Ιταλίας, ως η πρώτη πρωθυπουργός της χώρας. Μιλώντας στο in ο Αντρέα Μαρινέλι, βοηθός αρχισυντάκτη στο διεθνές τμήμα της Corriere Della Serra, σημειώνει ότι «μετά τις γενικές εκλογές της Κυριακής, οι Αδελφοί της Ιταλίας έγιναν το πρώτο κόμμα στη χώρα με 26% των ψήφων. »Ο κεντροδεξιός συνασπισμός πρόκειται να έχει τον έλεγχο και των δύο Σωμάτων του Κοινοβουλίου και η Τζόρτζια Μελόνι, ετοιμάζεται να γίνει η πρώτη γυναίκα πρωθυπουργός της Ιταλίας. »Ηγέτης ενός κόμματος με μεταφασιστικές ρίζες και μόλις 1,96% των ψήφων το 2013, η Μελόνι διεξάγει την επιτυχημένη εκστρατεία της προσπαθώντας να καθησυχάσει τους ψηφοφόρους και το παγκόσμιο κοινό και, σε λίγες εβδομάδες, θα ηγηθεί της πλέον δεξιάς κυβέρνησης από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο». Η δημοκρατία δεν κινδυνεύει Στην ερώτηση αν κινδυνεύει η δημοκρατία ο Μαρινέλι απαντάει αρνητικά. «Η δημοκρατία δεν κινδυνεύει και όχι μόνο επειδή ο συνασπισμός δεν έχει την πλειοψηφία των δύο τρίτων που απαιτούνται για την αλλαγή του συντάγματος χωρίς δημοψήφισμα. »Η συμμετοχή ήταν χαμηλή, περίπου 64%, και τα άλλα κόμματα του συνασπισμού της – η Forza Italia και η Λέγκας – δεν πήγαν καλά, καθώς και τα δύο κατέληξαν με ποσοστό κάτω από το 9%» όπως επισημαίνει. »Τονίζει ωστόσο ότι «η επόμενη κυβέρνηση της Ιταλίας υπόσχεται να είναι πολύ συντηρητική στο εσωτερικό, ειδικά σε ό,τι αφορά τα πολιτικά δικαιώματα: οι μετανάστες δεν θα έχουν προοπτική για ιθαγένεια, η κοινότητα των LGTBQ+ θα έχει λιγότερη προστασία, η άμβλωση θα είναι πιο δύσκολη». Όπως λέει «σε διεθνές επίπεδο, η Μελόνι εξελίχθηκε από τις αρχικές ευρωσκεπτικιστικές της απόψεις και έχει πάρει μια σταθερή και πιο ρεαλιστική θέση απέναντι στο ΝΑΤΟ καταδικάζοντας και την εισβολή στην Ουκρανία. Μπορεί όμως να γίνει μια φωνή που θα φέρει αναστάτωση στις Βρυξέλλες σε μια περίοδο κόπωσης για τον αυξανόμενο πληθωρισμό και τις τιμές της ενέργειας». Υπόσχεται «αναστάτωση» στις Βρυξέλλες Και υπενθυμίζει το σύνθημα της Μελόνι σε ομιλία της σε συγκέντρωση του ισπανικού ακροδεξιού κόμματος Vox αυτό το καλοκαίρι, «όχι στους γραφειοκράτες των Βρυξελλών». «Αν κερδίσω, για την ΕΕ οι καλές στιγμές έχουν τελειώσει», δήλωσε μερικές εβδομάδες πριν από τις εκλογές, δίνοντας τον τόνο που θα ακολουθήσει στη σχέση. Ωστόσο η νέα κυβέρνηση θα έχει λίγα περιθώρια ελιγμών», όπως σημειώνει ο δημοσιογράφος της Corriere Della Serra. Ο Μαρινέλι συνεχίζει σημειώνοντας ότι «τώρα που κατάφερε να καθιερώσει το κόμμα της Αδελφοί της Ιταλίας ως κυρίαρχη συντηρητική δύναμη, η Μελόνι θα χρειαστεί να επιλέξει ανάμεσα στην πίστη στους μακροχρόνιους συμμάχους της – όπως ο Σαντιάγο Αμπασκάλ στην Ισπανία, η Μαρίν Λεπέν στη Γαλλία, ο Βίτκτορ Όρμπαν στην Ουγγαρία, τους οποίους πρόσφατα υπερασπίστηκε μετά τη σύσταση της ΕΕ για αναστολή της χρηματοδότησης 7,5 δισεκατομμυρίων ευρώ στη Βουδαπέστη λόγω ανησυχιών σχετικά με την οπισθοδρόμηση της δημοκρατίας – και τις ευθύνες του να ηγείται της τρίτης μεγαλύτερης οικονομίας της ΕΕ». Και καταλήγει επισημαίνοντας ότι «για να λάβει 200 δισεκατομμύρια ευρώ από το ταμείο ανάκαμψης μετά την πανδημία μέχρι το 2026, η Ιταλία θα χρειαστεί να εκπληρώσει ένα σημαντικό πρόγραμμα επενδύσεων και μεταρρυθμίσεων. Η Μελόνι είπε ότι θα ζητήσει να γίνουν αλλαγές στη συμφωνία, αλλά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είπε ήδη όχι». (in.gr) Το γεγονός ότι μετά τις εκλογές στην Ιταλία, ο Τούρκος πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θα πρέπει να συνδιαλλαγεί με έναν νέο συνασπισμό και μια νέα κυβέρνηση, που θα σχηματιστεί μόλις τρεις μήνες μετά την επίσκεψη του Μάριο Ντράγκι και κυβερνητικών στελεχών στην Άγκυρα, σχολιάζει σε άρθρο του το Agenzia Italia (AGI). Μία επίσκεψη η οποία, όπως επισημαίνεται, χρησίμευσε για τη βελτίωση των σχέσεων, μετά τον χαρακτηρισμό «δικτάτορας» του Ντράγκι προς τον Erdogan, αλλά και για την υπογραφή εννέα μνημονίων κατανόησης μεταξύ των δύο χωρών. Ο Τούρκος ηγέτης, όπως σημειώνεται, αν και αντιπαθής σε μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης, κυβερνά μια χώρα με την οποία η Ιταλία, εκτός από τη λεκάνη της Μεσογείου, μοιράζεται και πολλά οικονομικά και εμπορικά συμφέροντα, αλλά κυρίως ο Ερντογάν κυβερνά μια χώρα που ενίσχυσε σε μεγάλο βαθμό την εικόνα της σε διεθνές επίπεδο με τον πόλεμο στην Ουκρανία,επιβεβαιώνοντας και την κεντρική θέση της στους κόλπους του ΝΑΤΟ. Στοιχεία τα οποία όπως σημειώνεται συνιστούν υποχρεωτικό τον διάλογο μεταξύ τουρκικής και ιταλικής κυβέρνησης. Ο Ερντογάν μάλλον θα προτιμούσε τον Ντράγκι Ο Ερντογάν, παρόλο που ο Ντράγκι τον είχε αποκαλέσει «δικτάτορα» τον Απρίλιο του 2021, θα προτιμούσε πιθανότατα να παραμείνει στην εξουσία ο πρώην Ιταλός πρωθυπουργός. Η επίσκεψη της ιταλικής κυβέρνησης ήταν πολύ πρόσφατη, μόλις στις 5 Ιουλίου, πολύ σημαντική για να κάνει τις σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών να επανεκκινήσουν με πλήρη ταχύτητα, εξίσου σημαντικά είναι και τα 9 υπογεγραμμένα μνημόνια, των οποίων αναμένεται η εφαρμογή, αναφέρει το άρθρο. Και προσθέτει ότι η Τουρκία και η Ιταλία στοχεύουν φέτος να ξεπεράσουν τα 30 δις δολάρια στο εμπόριο, στόχος που, σύμφωνα με όσα είπε ο Ερντογάν τον Ιούλιο, «θα επιτευχθεί χωρίς προβλήματα». Το 2021, το διμερές εμπόριο άγγιξε τα 20 δις δολάρια, σημειώνοντας αύξηση 23,6% σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, αποτελώντας τη βάση για μια μελλοντική «δέσμευση για συνέχιση ενός στενότερου διαλόγου για την οικονομία και το εμπόριο και για τον καθορισμό και την εφαρμογή κοινών προσεγγίσεων για μια ενισχυμένη ανάπτυξη σε αυτό το πεδίο», στον απόηχο του τέλους της έκτακτης ανάγκης που συνδέθηκε με την πανδημία, όπως τονίζει το δημοσίευμα. Θα ισχύσουν τα συμφωνηθέντα μετά την αλλαγή κυβέρνησης; Και θέτει το ερώτημα αν οι εξελίξεις θα δρομολογηθούν σύμφωνα με αυτά που έχουν συμφωνηθεί ακόμα και μετά την αποχώρηση του Ντράγκι; Ο συνασπισμός που θα πρόσφερε στον Ερντογάν τις περισσότερες εγγυήσεις είναι πιθανώς ο κεντροαριστερός, αυτός που βρίσκεται πιο κοντά στην κυβέρνηση Ντράγκι. Θα αποτελούσε μια συνέχεια που ήλπιζε ο Ερντογάν και αφορά και την υποψηφιότητα της Τουρκίας για ένταξη στην ΕΕ, με την υποστήριξη της ιταλικής κυβέρνησης, αναφέρει το AGI. Στελέχη της προηγούμενης κυβέρνησης, όπως ο υπουργός Άμυνας Λορέντζο Γκουερίνι, αναφέρει το AGI, συνέβαλαν στη σύσφιξη των σχέσεων μεταξύ Ιταλίας και Τουρκίας με σημαντικό τρόπο. Ο Γκουερίνι πήγε τρεις φορές στην Τουρκία τα τελευταία δύο χρόνια και συνάντησε τον συνάδελφό του Χουλουσί Ακάρ, με τον οποίο οικοδόμησαν μια σημαντική συνεργασία. Ο Τούρκος υπουργός ανταπέδωσε την επίσκεψη μεταβαίνοντας στην Πράτικα ντι Μάρε. «Φίλοι και εχθροί» Επιπλέον, οι δυο τους συνέχισαν τον διάλογο για την ανάπτυξη ενός συστήματος αντιπυραυλικής άμυνας μαζί με τη με τη Γαλλία και πληθαίνουν οι φήμες εντός Τουρκίας ότι η Ιταλία βρίσκεται στη λίστα αναμονής για τα καταπληκτικά τουρκικά drones Bayraktar. Ο υπουργός Εξωτερικών Λουίτζι ντι Μάιο, υπενθυμίζει η ίδια πηγή, διατήρησε εκτενή διάλογο με την Τουρκία, συναντώντας τον συνάδελφό του Τσαβούσογλου στην Άγκυρα τέσσερις φορές τα τελευταία δύο χρόνια, βάζοντας τέλος σε ένα μπλακ άουτ που συνεχιζόταν από την εποχή που ο ΥΠΕΞ ήταν ο Πάολο Τζεντιλόνι. Ο Tρίτος Πόλος (συμμαχία Calenda-Renzi) – όπως αναφέρεται – δεν αντιπροσωπεύει μια πολύ ελκυστική υπόθεση για την Τουρκία, αλλά μάλλον ο Τούρκος ηγέτης δεν ενοχλείται και τόσο από αυτόν. Σίγουρα – σχολιάζει – τον έχουν ενημερώσει ότι ο Κάρλο Καλέντα, ως υπουργός Οικονομίας, είχε συναντήσει τον αγαπημένο φίλο του προέδρου, Νιχάτ Ζεϊμπεκτσί, υπογράφοντας συμφωνίες που έδωσαν ώθηση στις εμπορικές συναλλαγές Τουρκίας-Ιταλίας. Ομοίως, ο Ματέο Ρέντζι το 2015 ήταν ο τελευταίος Ιταλός πρωθυπουργός που συναντήθηκε με Τούρκο πρωθυπουργό πριν από την τελευταία επίσκεψη του Ντράγκι. Ο Ρέντζι έπρεπε να συναντήσει όχι τον Ερντογάν αλλά τον Νταβούτογλου, που έχει αποκαλέσει «ο καλός μου φίλος Αχμέτ». Ο Μπερλουσκόνι H νίκη της κεντροδεξιάς των Αδελφών της Ιταλίας, της Λέγκας και της Forza Italia, δεν φαίνεται να αποτελεί πρόβλημα για τον Ερντογάν. Οι σχέσεις Ιταλίας – Τουρκίας έφτασαν στο αποκορύφωμα τους την εποχή που ο Μπερλουσκόνι ήταν πρωθυπουργός, σχολιάζει το AGI. Τότε και ο Ερντογάν ήταν πρωθυπουργός και δημιούργησαν μια φιλία που συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Ο Ερντογάν και o Μπερλουσκόνι πήγαν μαζί στο γήπεδο, μίλησαν στο τηλέφωνο κάνοντας την καγκελάριο Μέρκελ να τους περιμένει, αυτοπροσδιορίστηκαν ως «καλοί φίλοι», ο Μπερλουσκόνι πίεσε για την είσοδο της Τουρκίας στην Ευρώπη με τίμημα την εναντίωση της μισής ΕΕ, καθώς επίσης, βρήκε τον χρόνο να γίνει ο κουμπάρος του γιου του Τούρκου ηγέτη και να παραστεί στην ορκωμοσία του Ερντογάν το 2018. Μια σχέση που συγκρούεται με τις θέσεις της Λέγκας και των Αδελφών της Ιταλίας. Ο Ερντογάν έχει ήδη διαφωνήσει με τον Γάλλο Πρόεδρο Μακρόν για τις δηλώσεις του τελευταίου για το Ισλάμ στη Γαλλία και δύσκολα θα ανεχθεί έναν Ιταλό πρωθυπουργό που τάσσεται κατά του Ισλάμ. (in.gr)
Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Άντονι Μπλίνκεν έκανε μια δήλωση-έκπληξη μετά το αποτέλεσμα των ιταλικών εκλογών.
Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Άντονι Μπλίνκεν δήλωσε σήμερα ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες προσμένουν να συνεργαστούν με την νέα ιταλική κυβέρνηση μετά τη νίκη της ακροδεξιάς στις βουλευτικές εκλογές, σημειώνοντας ωστόσο ότι θα ενθαρρύνει τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. «Ανυπομονούμε να συνεργαστούμε με την ιταλική κυβέρνηση για τους κοινούς μας στόχους: την υποστήριξη μιας ελεύθερης και ανεξάρτητης Ουκρανίας, τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την οικοδόμηση ενός βιώσιμου οικονομικού μέλλοντος», έγραψε ο Μπλίνκεν στον λογαριασμό του στο Twitter. Όπως είναι φυσικό, η έμφαση στα ανθρώπινα δικαιώματα προκάλεσε εντύπωση, καθώς η νικήτρια των εκλογών, Τζόρτζια Μελόνι και οι σύμμαχοί της έχουν σκληρό αντιμεταναστευτικό πρόγραμμα – και όχι μόνο. «Ζωτικής σημασίας σύμμαχος» «Η Ιταλία είναι ένας ζωτικής σημασίας σύμμαχος, μια ισχυρή δημοκρατία και ένας πολύτιμος εταίρος». Όπως αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν έχει δεσμευτεί να θέσει την υπεράσπιση της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο επίκεντρο της εξωτερικής του πολιτικής. Το κόμμα Αδέλφια της Ιταλίας (Fratelli d’Italia, FdI) υπό την Τζόρτζια Μελόνι επικράτησε στις βουλευτικές εκλογές που διεξήχθησαν χθες Κυριακή στην Ιταλία, όπου για πρώτη φορά μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ένα μεταφασιστικό κόμμα οδεύει να κυβερνήσει τη χώρα. Η Μελόνι έχει διαχωρίσει τη θέση της από ορισμένους άλλους ακροδεξιούς ηγέτες στην Ευρώπη υποστηρίζοντας σθεναρά την Ουκρανία στην μάχη της κατά της ρωσικής εισβολής.
Ο Ούγγρος πρωθυπουργός δήλωσε ότι θα γίνει «εθνική διαβούλευση» στη χώρα του για το εάν υπάρχει συμφωνία για τις κυρώσεις. Για άλλη μια φορά ο Βίκτορ Ορμπάν τάχθηκε εναντίον των κυρώσεων της ΕΕ κατά της Ρωσίας, ενώ υποστήριξε ότι θα υπάρξει εθνική διαβούλευση στη χώρα για το εάν συμφωνούν οι πολίτες με τα μέτρα, τα οποία, σύμφωνα με τον Ούγγρο πρωθυπουργό, αποφασίστηκαν με «αντιδημοκρατικό τρόπο» και έχουν γυρίσει μπούμερανγκ. Σύμφωνα με το TASS, ο Ορμπάν είπε: «Οι κυρώσεις εισήχθησαν με αντιδημοκρατικό τρόπο, διότι ήταν απόφαση των γραφειοκρατών στις Βρυξέλλες, την οποία πληρώνουν οι Ευρωπαίοι πολίτες. Πρέπει να μάθουμε τη γνώμη του λαού. Για πρώτη φορά στην Ευρώπη, στην Ουγγαρία, θα ζητήσουμε τη γνώμη για τις κυρώσεις. Θα ξεκινήσουν εθνικές διαβουλεύσεις, στο πλαίσιο των οποίων ο ουγγρικός λαός θα μπορέσει να εκφράσει τη γνώμη του αν τις υποστηρίζει και αν είναι υπέρ της θέσπισης νέων». «Η Ευρώπη έχει πυροβολήσει τα πόδια της» «Μπορούμε με ασφάλεια να πούμε ότι ως αποτέλεσμα των κυρώσεων, οι Ευρωπαίοι έχουν γίνει φτωχότεροι, ενώ η Ρωσία δεν έχει γονατίσει», είπε χαρακτηριστικά ο Ορμπάν. «Αυτό το όπλο απέτυχε, με τις κυρώσεις η Ευρώπη έχει πυροβολήσει τα πόδια της», συμπλήρωσε. Το TASS αναφέρει ότι ο Ορμπάν τόνισε ότι είναι υπέρ των «άμεσων ειρηνευτικών συνομιλιών και της κατάπαυσης του πυρός» μεταξύ της Ουκρανίας και των ρωσικών δυνάμεων που εισέβαλαν στη χώρα στις 24 Φεβρουαρίου. (in.gr) Η συμφωνία υπογράφηκε ανάμεσα σε Σερβία και Ρωσία υπεγράφη στη Νέα ΥόρκηΤην έντονη δυσαρέσκεια των ΗΠΑ προκάλεσε η υπογραφή, στην Νέα Υόρκη, συμφωνίας ανάμεσα στην Σερβία και την Ρωσική Ομοσπονδία που αφορά τις διμερείς σχέσεις. Την περασμένη Παρασκευή, 23 Σεπτεμβρίου, οι υπουργοί Εξωτερικών, Νίκολα Σελάκοβιτς και Σεργκέι Λαβρόφ, συναντήθηκαν στο περιθώριο των εργασιών της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ και υπέγραψαν πρωτόκολλο έναρξης των διαδικασιών διευθέτησης των διακρατικών σχέσεων για την διετία 2023-2024. Η συνάντηση των δύο υπουργών πραγματοποιήθηκε χωρίς προηγουμένως να υπάρξει κάποια αναγγελία. Οι ΗΠΑ μόλις έγινε γνωστό το γεγονός αντέδρασαν και μέσω του πρέσβη τους στο Βελιγράδι Κρίστοφερ Χιλ ζήτησαν εξηγήσεις από το σερβικό υπουργείο Εξωτερικών. «Κανείς δεν πρέπει να υπογράφει»«Αυτή τη στιγμή, κανείς δεν πρέπει να υπογράφει τίποτα με τη Ρωσία. Άλλωστε λίγοι είναι αυτοί που υπογράφουν κάτι με το ρωσικό κράτος, εκτός από εκείνους τους κακόμοιρους τους επίστρατους που αναγκάζονται να πάνε στον πόλεμο», δήλωσε ο Κρίστοφερ Χιλ και συμπλήρωσε: «Μας είναι δύσκολο να κατανοήσουμε τι συνέβη και γι’ αυτό ζητήσαμε εξηγήσεις από την Σερβία». Ο Αμερικανός Πρέσβης φάνηκε ενοχλημένος για την μυστικότητα που τηρήθηκε από την σερβική πλευρά γύρω από την υπογραφή του πρωτοκόλλου συνεργασίας με την Ρωσία μιας και λίγες ώρες νωρίτερα είχε προηγηθεί η συνάντηση των κρατικών αντιπροσωπειών ΗΠΑ και Σερβίας όπου έγινε διάλογος για τις μελλοντικές σχέσεις. Αντιδράσεις υπήρξαν και από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο επικεφαλής του γραφείου της ΕΕ στην Σερβία Εμανουέλε Ζιόφρε επισήμανε ότι η σερβική κυβέρνηση με την υπογραφή αυτής της συμφωνίας με την Ρωσία «στέλνει εντελώς αντίθετα μηνύματα από αυτά που περιμένουν να ακούσουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση». Ο υπουργός Εξωτερικών της Σερβίας Νίκολα Σελάκοβιτς επιστρέφοντας από την Νέα Υόρκη προσπάθησε, χθες, σε συνέντευξη Τύπου, να κατευνάσει τις αντιδράσεις δηλώνοντας ότι «πρόκειται για τεχνικού χαρακτήρα συμφωνία που αφορά τις διαβουλεύσεις εντός του ΟΗΕ για το ζήτημα του Κοσόβου, τις διμερείς σχέσεις και τις πολυμερείς δραστηριότητες και δεν περιλαμβάνονται στο έγγραφο θέματα που αφορούν την πολιτική ασφάλειας». Ο Σελάκοβιτς, προσπαθώντας να γίνει ακόμη πιο πειστικός, αναφέρθηκε και στα δημοψηφίσματα για ένωση με την Ρωσική Ομοσπονδία που διεξάγονται στις αυτόκλητες Δημοκρατίες του Λουγκάντσκ και του Ντονιέτσκ και δήλωσε ότι η Σερβία δεν αποδέχεται το αποτέλεσμα των δημοψηφισμάτων. «Το αποτέλεσμα των δημοψηφισμάτων που διεξάγονται στις ουκρανικές επαρχίες Λουγκάντσκ και Νονιέτσκ δεν γίνονται αποδεκτά από την Σερβία. Κάτι τέτοιο θα ήταν εντελώς αντίθετο με τα εθνικά και κρατικά μας συμφέροντα, την αρχή διατήρησης της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας και το απαραβίαστο των συνόρων» τόνισε ο Νίκολα Σελάκοβιτς σε συνέντευξη Τύπου. Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ Τον Ιούλιο του 1992, μια 15χρονη μαθήτρια χτύπησε το κουδούνι των γραφείων της νεολαίας του νεοφασιστικού κόμματος Ιταλικό Κοινωνικό Κίνημα (MSI), στη Ρώμη. Αν και αρχικά έγινε δεκτή με επιφυλάξεις, στη συνέχεια κέρδισε την αποδοχή των υπολοίπων και σταδιακά ανέλαβε ηγετικό ρόλο. Τριάντα χρόνια αργότερα, η Τζόρτζια Μελόνι βρίσκεται μια «ανάσα» από το να γίνει η πρώτη γυναίκα πρωθυπουργός της Ιταλίας και να ηγηθεί της πιο ακροδεξιάς κυβέρνησης της χώρας μετά από αυτή του Μπενίτο Μουσολίνι. Η άνοδός της είναι η ιστορία μιας χώρας που επιλέγει ένα αουτσάιντερ, μετά την κατάρρευση της κυβέρνησης του Μάριο Ντράγκι, του νονού του οικονομικού κατεστημένου της Ευρώπης. Από νωρίς στα βαθιά Αν οι δημοσκοπήσεις επιβεβαιωθούν και η Μελόνι αναδειχθεί νικήτρια, η εκλογή της θα αποτελέσει ένα τεράστιο εθνικό στοίχημα σε μία κρίσιμη περίοδο για την Ιταλία αλλά και την Ευρώπη, με τις χώρες να δίνουν μάχη με την ενεργειακή ακρίβεια και τον καλπάζοντα πληθωρισμό ενώ στα σύνορα μαίνεται ο πόλεμος της Ουκρανίας με τη Ρωσία. Ως ηγέτης της τρίτης μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Μελόνι θα διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση των απαντήσεων στις κρίσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη. Έτσι, πολλοί στις Βρυξέλλες και στις πρωτεύουσες των κρατών-μελών αναρωτιούνται ποια είναι πραγματικά. Τι διαμόρφωσε τις αξίες της, από πού προέρχεται και πώς σκέφτεται. Οι απαντήσεις, εν μέρει, βρίσκονται ανάμεσα στους φίλους και συμμάχους της από τα πρώτα χρόνια της στο «Μέτωπο Νέων». Πολλοί εξ αυτών είναι πλέον ανώτερα στελέχη του κόμματος «Αδέλφια της Ιταλίας», ενώ κάποιοι πρόκειται να συμμετάσχουν στη διοίκηση της χώρας. Η καταγωγή, ο «πόλεμος» με την αριστερά και η υποψηφιότηταΗ 45χρονη κατάγεται από την αυστηρά αριστερή γειτονιά της Garbatella στη Ρώμη. Στα σχολεία, όπως το δικό της, και στα πανεπιστήμια της περιοχής κάνει «κουμάντο» η αριστερά. Και μόνο το να ανήκει κανείς στη δεξιά είναι μια επαναστατική πράξη. Σύμφωνα με την ίδια, αυτό που την οδήγησε στο να ασχοληθεί με την πολιτική και να γραφτεί στο κόμμα ήταν η δολοφονία του δικαστή Πάολο Μπορσελίνο, στις 19 Ιουλίου 1992 στο Παλέρμο. Αυτό όμως που την έκανε να ριχτεί στον αγώνα ήταν ο πατριωτισμός της και η παρόρμησή της για επανάσταση. Η τοπική οργάνωση του «Μετώπου Νέων», στην οποία είχε ενταχθεί, έγινε γνωστή ως «οι γλάροι», από το βιβλίο του Ρίτσαρντ Μπαχ «ο γλάρος του Τζόναθαν Λίβινγκστον», καθώς τα μέλη θεωρούσαν τους εαυτούς τους παρείσακτους και ενώθηκαν για ένα μεγαλύτερο σκοπό. Πολλοί από τους «γλάρους» είχαν περίπλοκες οικογενειακές ζωές και αναζητούσαν μια εναλλακτική οικογένεια. Ο πατέρας της Μελόνι είχε επίσης εγκαταλείψει το σπίτι της. Η οργάνωση είχε συχνά διαμάχες με ακτιβιστές της αριστεράς, με αποτέλεσμα μέλη της να τραυματίζονται σοβαρά. Ο γερουσιαστής και στενός σύμβουλος της Μελόνι, Τζιοβανμπατίστα Φατσολάρι, ανέφερε ότι «όλη η γενιά μας κατέληξε να περάσει μερικές μέρες στο νοσοκομείο. Αυτό ήταν μέρος της κανονικότητάς μας». Παρά τον ανδροκρατούμενο κόσμο στον οποίο «κατοικούσε» η Μελόνι, μερικές φορές το γεγονός ότι ήταν γυναίκα τη βοηθούσε. Ο τότε μέντοράς της και νυν βουλευτής του κόμματός της, Φάμπιο Ραμπέλι, την επέλεξε για να θέσει υποψηφιότητα ως δημοτική σύμβουλος, «επειδή ήταν ασεβής και γλυκιά ταυτόχρονα και μπορούσε να διαλύσει την εικόνα του σκληρού ακροδεξιού σκίνχεντ». Το 1994 συμμετείχε στην κυβέρνηση του Σίλβιο Μπερλουσκόνι και στα 31 της έγινε η νεότερη υπουργός της Ιταλίας. Τότε ζούσε ακόμη με τη μητέρα της, αν και πάντα εργαζόταν για να συνεισφέρει στο σπίτι. Απέφευγε το κυβερνητικό αυτοκίνητο με σοφέρ και αντ’ αυτού πήγαινε στο κοινοβούλιο με το δικό της. Η ίδια ισχυρίζεται ότι η εγκατάλειψη από τον πατέρα της τής άφησε ένα αίσθημα ανεπάρκειας, το οποίο την ωθεί να εργάζεται αδιάκοπα. Το 2012, αφού είχε διαλυθεί η κυβέρνηση του Μπερλουσκόνι, ίδρυσε τους «Αδέλφια της Ιταλίας», ένα κόμμα που η ίδια χαρακτηρίζει συντηρητικό και το παρομοιάζει με τους Ρεπουμπλικάνους των ΗΠΑ. Αρχικά, συγκέντρωνε πενιχρά ποσοστά αλλά ξαφνικά άρχισε να σημειώνει άνοδο. Η πολιτική ιδεολογία της απορρίπτει τις προοδευτικές αξίες και ασπάζεται τις πολιτικές ταυτότητας. Βασίζεται στην υπεράσπιση των εθνικών συνόρων, των εθνικών συμφερόντων και της παραδοσιακής οικογένειας. Πάντα τασσόταν σθεναρά κατά των ναρκωτικών και κατά των αμβλώσεων, αν και επιμένει ότι δεν θα απαγόρευε τις αμβλώσεις. Επίσης, κάνει λόγο για «κυριαρχία της ελιτιστικής αριστεράς» στον δημόσιο λόγο και στο ιταλικό κατεστημένο — ιδίως τον ακαδημαϊκό χώρο και το δικαστικό σύστημα. «Μας αποκαλούν τέρατα», έχει δηλώσει. Οι επικριτές της αναφέρουν ότι το φασιστικό παρελθόν της Ιταλίας υπό τον Μουσολίνι συνδέεται άμεσα με τα «Αδέλφια της Ιταλίας». Η Μελόνι πολλές φορές έχει χαρακτηρίσει τον εαυτό της «στρατιώτη» και την πολιτική «αποστολή» της. Σύμφωνα με στελέχη του κόμματός της, δίνει μεγάλη σημασία στη συνέπεια και στο να παραμένει πιστή στις πολιτικές της ρίζες, ανησυχώντας συχνά για το πώς ο 15χρονος εαυτός της θα έκρινε τις αποφάσεις της σήμερα. «Τη νοιάζει πολύ να μην αλλοιωθεί το συναίσθημα που την οδήγησε στο να ασχοληθεί με την πολιτική ως έφηβη», σημειώνει ο ευρωβουλευτής του κόμματός της, Νίκολα Προκατσίνι. Αυτή η αντίληψη της σταθερότητας που έχει βοήθησε την ίδια και το κόμμα της κατά τη διάρκεια της πανδημίας και της οικονομικής αβεβαιότητας, να πάρει ψήφους από το δεξιό αντίπαλο κόμμα της Λέγκας, του Ματέο Σαλβίνι. Η εξωτερική πολιτική και οι σύμμαχοι Όσον αφορά την εξωτερική πολιτική, η Μελόνι δείχνει πρόθυμη να εξελιχθεί και να προσαρμοστεί. Αν και το 2018 γιόρτασε την εκλογική νίκη του Βλαντίμιρ Πούτιν ως αντιπροσωπευτική «της ξεκάθαρης βούλησης του ρωσικού λαού», μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έχει ευθυγραμμιστεί ανεπιφύλακτα με τις θέσεις των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ. Η Μελόνι βασίζεται σε μια δεμένη ομάδα συμμάχων, που είναι μαζί της για χρόνια. Στο κόμμα είναι και η αδερφή και ο κουνιάδος της. Ο κύκλος της, σύμφωνα με έναν πρώην βουλευτή, είναι «κλειστός». Μερικές φορές, η αφοσίωση και οι κοινές μάχες μετρούν περισσότερο από την εμπειρία. Η ομάδα της δε, πρέπει να αντιμετωπίσει τις αδυναμίες και τις απαιτήσεις της. Γράφει μόνο με το χέρι με κεφαλαία γράμματα και απαιτεί οτιδήποτε έχει να διαβάσει να εκτυπώνεται, σε μία μόνο σελίδα, με γραμματοσειρά Segoe και μέγεθος 12. Επίσης, όταν πρέπει να πάρει μια απόφαση, δεν το κάνει μόνη της. Πρώτα, συμβουλεύεται εκείνους που γνωρίζουν το θέμα και στη συνέχεια καταλήγει κάπου. Στο βιβλίο της επικαλείται τον Κίπλινγκ: «Η δύναμη του λύκου είναι η αγέλη. Η δύναμη της αγέλης είναι ο λύκος». Για τον Φατσολάρι, η δύναμη της αγέλης των λύκων είναι ότι γνωρίζονται 30 χρόνια. «Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, όλοι έχουμε ανακαλύψει τα πλεονεκτήματα και τις αδυναμίες του άλλου. Σταδιακά υπήρξε μια επιλογή για το ποιος είναι κατάλληλος για την ηγεσία και ποιος όχι». Πάντως, η πίστη της Μελόνι στις ρίζες της κινδυνεύει να εμποδίσει τη μετάβαση των «Αδελφών της Ιταλίας» σε ένα κόμμα με πιο μετριοπαθείς θέσεις. Η ίδια αρνείται να αφαιρέσει τη φλόγα που συνδέεται με τον φασισμό από το λογότυπο του κόμματος, επειδή -όπως υποστηρίζει- αποτελεί μέρος της ιστορίας του. Την ίδια ώρα όμως δηλώνει στην Corriere della Sera πως «δεν υπάρχουν νοσταλγοί του φασισμού, ρατσιστές ή αντισημίτες στα «Αδέλφια της Ιταλίας» ενώ στην προεκλογική της εκστρατεία χρησιμοποίησε το σύνθημα «θρησκεία, πατρίδα, οικογένεια». Η διακυβέρνηση σε έναν συνασπισμό απαιτεί αναπόφευκτα συμβιβασμούς. Αν η Μελόνι κερδίσει τις εκλογές, η πραγματικότητα θα της «χτυπήσει την πόρτα» και εκείνη θα πρέπει να της «ανοίξει» και να την κοιτάξει κατάματα. in.gr Σοκ επικρατεί στην Ευρώπη για την άνετη επικράτηση της συμμαχίας της άκρας δεξιάς και της δεξιάς στην Ιταλία η οποία αναμένεται να σχηματίσει κυβέρνηση υπό την Τζόρτζια Μελόνι. Η επικεφαλής της ιταλικής άκρας δεξιάς Τζόρτζια Μελόνι, η οποία δήλωνε στα νιάτα της θαυμάστρια του Μπενίτο Μουσολίνι, θέλει να γίνει η επόμενη πρωθυπουργός μετά τη νίκη της παράταξής της στις πρόωρες βουλευτικές εκλογές που διεξήχθησαν χθες Κυριακή στην Ιταλία, προσπάθησε να καθησυχάσει τις ανησυχίες στη χώρα της και στο εξωτερικό τονίζοντας στις πρώτες τις δηλώσεις: «Θα κυβερνήσουμε για όλους τους Ιταλούς»: Μετά τη Σουηδία, η άκρα δεξιά σημειώνει νέα νίκη στην Ευρώπη, καθώς στην Ιταλία —για πρώτη φορά μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου— μεταφασιστικό κόμμα βρίσκεται προ των πυλών της εξουσίας. Απογειώθηκε το ποσοστό του κόμματός τηςΠαραμένοντας στην αντιπολίτευση, απέναντι σε όλες τις κυβερνήσεις που διαδέχθηκαν η μια την άλλη μετά τις βουλευτικές εκλογές του 2018, το κόμμα Αδέλφια της Ιταλίας (Fratelli d’Italia, FdI) επιβλήθηκε ως η βασική εναλλακτική και είδε το ποσοστό του να απογειώνεται από το 4,3% πριν από τέσσερα χρόνια σχεδόν στο ένα τέταρτο των ψήφων σήμερα (περί το 26%), ή, με άλλα λόγια, μετατρέπεται στο πρώτο κόμμα του κοινοβουλίου της χερσονήσου. «Θα κυβερνήσουμε για όλους» «Οι Ιταλοί έστειλαν καθαρό μήνυμα υπέρ μιας κυβέρνησης της δεξιάς υπό την ηγεσία των Αδελφιών της Ιταλίας», είπε η κυρία Μελόνι επιβεβαιώνοντας τη φιλοδοξία της να γίνει η επόμενη πρωθυπουργός. «Θα κυβερνήσουμε για όλους» τους Ιταλούς, υποσχέθηκε. «Θα το κάνουμε με σκοπό να ενώσουμε τον λαό, να προαγάγουμε αυτά που τον ενώνουν μάλλον παρά αυτά που τον χωρίζουν», πρόσθεσε σε σύντομη τοποθέτησή της καλώντας για «ενότητα» και κατευνασμό, αναγνωρίζοντας πως η προεκλογική εκστρατεία ήταν «βίαιη και επιθετική». Διαβεβαίωσε πως «δεν θα προδώσουμε την εμπιστοσύνη σας». Η συμμαχία που σχημάτισε με το άλλο κόμμα της ιταλικής ακροδεξιάς, τη Λέγκα του Ματέο Σαλβίνι, και με τη Φόρτσα Ιτάλια (FI), τη δεξιά παράταξη του Σίλβιο Μπερλουσκόνι, συγκεντρώνει περί το 43% των ψήφων και αναμένεται να εξασφαλίσει απόλυτη πλειοψηφία των εδρών, τόσο στη Βουλή, όσο και στη Γερουσία. Η παράταξη που ίδρυσε στα τέλη του 2012 η Τζόρτζια Μελόνι με συνοδοιπόρους της διαφωνούντες του μπερλουσκονισμού ξεπέρασε το Δημοκρατικό Κόμμα (PD) του Ενρίκο Λέτα, που δεν κατάφερε να φράξει τον δρόμο της άκρας δεξιάς και πέφτει κάτω από το φράγμα του 20% των ψήφων, με φόντο τη συγκριτικά χαμηλή συμμετοχή του εκλογικού σώματος στη διαδικασία (64,07%, από 73,86% το 2018). Η αντιπρόεδρος του PD Ντέμπορα Σερατσιάνι αναγνώρισε τη «νίκη της δεξιάς υπό την Τζόρτζια Μελόνι», κάνοντας λόγο για «βραδιά θλίψης για τη χώρα». Ο πολιτικός σεισμός στην Ιταλία καταγράφεται δύο εβδομάδες έπειτα από εκείνον στη Σουηδία, όπου συντηρητική συμμαχία που συμπεριλαμβάνει τους Σουηδούς Δημοκράτες (SD), κόμμα που προέκυψε από το νεοναζιστικό κίνημα, σημείωσε εκλογική νίκη, έγινε η μεγαλύτερη δεξιά παράταξη στη σκανδιναβική χώρα. Το SD και το FdI ανήκουν στην ίδια πολιτική οικογένεια στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Προειδοποίηση από την ΕΕ Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κάνοντας παρέμβαση που εκλήφθηκε στη Ρώμη (με δυσαρέσκεια) ως προειδοποίηση, υπενθύμισε προ ημερών πως η ΕΕ διαθέτει «εργαλεία» για να τιμωρεί κράτη που καταπατούν το κράτος δικαίου και τις κοινές αξίες. «Οι Ιταλοί παρέδωσαν μάθημα ταπεινότητας στην Ευρωπαϊκή Ένωση η οποία, με τη φωνή της κυρίας φον ντερ Λάιεν, προσπάθησε να τους υπαγορεύσει τι θα ψήφιζαν», σχολίασε δηκτικά ο γάλλος ευρωβουλευτής Ζορντάν Μπαρντελά, του Εθνικού Συναγερμού (RN) της Μαρίν Λεπέν. «Καμιά απειλή οποιουδήποτε είδους δεν μπορεί να σταματήσει δημοκρατία», πρόσθεσε υποστηρίζοντας πως οι Ευρωπαίοι «παίρνουν τη μοίρα τους στα χέρια τους». Μαύρο πρόβατο στις Βρυξέλλες, ο ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Όρμπαν, όπως και ο πολωνός ομόλογός του Ματέους Μοραβιέτσκι, απηύθυνε τα «συγχαρητήριά του» στην κυρία Μελόνι. Μέσω του πολιτικού συμβούλου του και βουλευτή Μπάλας Όρμπαν, πρόσθεσε: «σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς, χρειαζόμαστε όσο ποτέ φίλους που έχουν κοινό όραμα και κοινή προσέγγιση για τις προκλήσεις στην Ευρώπη». Η Τζόρτζια Μελόνι «έδειξε τον δρόμο» προς μια Ευρώπη «υπερήφανη», «ελεύθερη», αποτελούμενη από «κυρίαρχα κράτη», πανηγύρισε από την πλευρά του ο ηγέτης του ισπανικού ακροδεξιού κόμματος Vox, ο Σαντιάγο Αβασκάλ. Η νέα κυβέρνηση Τα Αδέλφια της Ιταλίας, σύμφωνα με το ΑΠΕ, οφείλουν την επιτυχία τους στις ανεκπλήρωτες υποσχέσεις των αντιπάλων τους, στον άνεμο της απόρριψης της πολιτικής τάξης που πνέει στη χερσόνησο και στο χάρισμα της επικεφαλής τους. Η 45χρονη Ρωμαία, η οποία στα νιάτα της δήλωνε θαυμάστρια του Μπενίτο Μουσολίνι, κατάφερε να να αποδαιμονοποιήσει την εικόνα της ιδίας και της παράταξής της καθώς και να κεφαλαιοποιήσει τους φόβους και την οργή εκατομμυρίων Ιταλών μπροστά στην έκρηξη των τιμών και της ανεργίας, την απειλή ύφεσης και τις ανεπάρκειες των δημόσιων υπηρεσιών. Η επόμενη ιταλική κυβέρνηση θα κληθεί να αντιμετωπίσει την κρίση που προκαλεί ο αλματωδώς αυξανόμενος πληθωρισμός, την ώρα που η Ιταλία έχει δημόσιο χρέος που φθάνει το 150% του ΑΕΠ της. Στη χώρα όπου η κυβερνητική αστάθεια αποτελεί χρόνιο φαινόμενο, πολιτολόγοι ήδη δίνουν βραχύ προσδόκιμο ζωής στη συμμαχία που κέρδισε χθες, γάμο συμφέροντος ανάμεσα σε τρεις ηγέτες με ανταγωνιστικές φιλοδοξίες. Για την κυρία Μελόνι, «η πρόκληση θα είναι να μεταμορφώσει την εκλογική της επιτυχία στην ηγεσία μιας κυβέρνησης που μπορεί να έχει διάρκεια», αυτό «είναι ο μεγάλος άγνωστος» της νέας ιταλικής πολιτικής εξίσωσης, σύμφωνα με τον Λορέντζο Ντε Σίο, καθηγητή πολιτικών επιστημών στο πανεπιστήμιο Luiss της Ρώμης. Η κυρία Μελόνι, χωρίς καμία κυβερνητική εμπειρία πέρα από το εφήμερο πέρασμά της από το υπουργείο Νεολαίας (2008-2011), θα έχει γεμάτα τα χέρια στην προσπάθειά της να χειριστεί τους συμμάχους της, πολύ πιο πεπειραμένους από εκείνη. Ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι υπήρξε επανειλημμένα πρωθυπουργός, ο Ματέο Σαλβίνι υπουργός Εσωτερικών και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης. Στον φάκελο της Ουκρανίας, η ΕΕ και άλλοι σύμμαχοι της Ιταλίας, κράτους μέλος του NATO, θα βάλουν στο μικροσκόπιο την κατανομή των χαρτοφυλακίων μεταξύ των τριών κομμάτων. Καθώς μολονότι η κυρία Μελόνι δηλώνει πεισμένη υποστηρίκτρια της ατλαντικής συμμαχίας και τάσσεται υπέρ των κυρώσεων που έχουν επιβληθεί στη Ρωσία, ο κ. Σαλβίνι είναι κατά. Το πρόγραμμα της συμμαχίας Μετά το σοκ που έφερε η νίκη της συμμαχίας της ακροδεξιάς με τη δεξιά στην Ιταλία, έρχεται στο προσκήνιο το πρόγραμμα που θα εφαρμόσει σε περίπτωση που σχηματιστεί κυβέρνηση. Ευρωπαϊκή Ένωση, πολιτική για την οικογένεια, ενέργεια: ακολουθεί σε αδρές γραμμές το πρόγραμμα της συμμαχίας της άκρας δεξιάς και της δεξιάς που επικράτησε στις πρόωρες βουλευτικές εκλογές στην Ιταλία. Το πρόγραμμα αυτό προσυπέγραψαν οι δύο παρατάξεις της άκρας δεξιάς, τα Αδέλφια της Ιταλίας υπό την Τζόρτζια Μελόνι και η Λέγκα του Ματέο Σαλβίνι, καθώς και η δεξιά παράταξη Φόρτσα Ιτάλια του Σίλβιο Μπερλουσκόνι. Εξωτερική πολιτική Τήρηση των δεσμεύσεων που έχουν αναληφθεί στο πλαίσιο του NATO. Υποστήριξη της Ουκρανίας που είναι αντιμέτωπη με τη στρατιωτική εισβολή της Ρωσίας και υποστήριξη κάθε διπλωματικής προσπάθειας για να εξευρεθεί λύση στη σύγκρουση. Προσήλωση στη διαδικασία ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, με προοπτική μια Ευρωπαϊκή Ένωση περισσότερο πολιτική και λιγότερο γραφειοκρατική. Αναθεώρηση των κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας. Υπεράσπιση και προαγωγή των ιστορικών και πολιτιστικών ιουδαιοχριστιανικών ριζών και ταυτοτήτων στην Ευρώπη. Οικονομία, κοινωνία Πλήρης αξιοποίηση των πόρων του ευρωπαϊκού σχεδίου ανάκαμψης, υπέρβαση των τρεχουσών καθυστερήσεων στην εφαρμογή του προγράμματος. Συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, δυνάμει των ευρωπαϊκών κανόνων, για την αναθεώρηση του σχεδίου ανάκαμψης βάσει των νέων συνθηκών, αναγκών και προτεραιοτήτων. Μείωση της φορολογικής πίεσης για τις οικογένειες, τις επιχειρήσεις και τους αυτοαπασχολούμενους. Κατάργηση του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος. Αναπροσαρμογή της κατώτερης σύνταξης, των κοινωνικών επιδομάτων και των επιδομάτων αναπηρίας. Θεσμοί Απευθείας εκλογή του προέδρου της Δημοκρατίας. Συνέχιση της διαδικασίας για την αναγνώριση της αυτονομίας των περιφερειών. Οικογένεια Σχέδιο υποστήριξης και αύξησης της γεννητικότητας με δωρεάν βρεφονηπιακούς σταθμούς, δημιουργία βρεφονηπιακών σταθμών σε εταιρείες, βιβλιοθηκών και παιδότοπων. Μείωση του ΦΠΑ στα προϊόντα για βρέφη και παιδιά. Ασφάλεια, μετανάστευση Αγώνας εναντίον κάθε μορφής αντισημιτισμού και ισλαμικού φονταμενταλισμού. Αγώνας εναντίον της παράτυπης μετανάστευσης και διαχείριση των ροών των νόμιμων μεταναστών. Προώθηση της κοινωνικής ένταξης και της ένταξης στην αγορά εργασίας των νόμιμων μεταναστών. Υπεράσπιση των εθνικών και ευρωπαϊκών συνόρων. Αποκλεισμός των πλεούμενων βάσει συμφωνίας με τις αρχές χωρών της βόρειας Αφρικής για να εμποδίζεται η εμπορία ανθρώπων και η διακίνηση παράτυπων μεταναστών. Δημιουργία κέντρων υποδοχής μεταναστών και προσφύγων σε περιοχές εκτός Ευρώπης, που θα διαχειρίζεται η ΕΕ, για να εξετάζονται οι αιτήσεις χορήγησης ασύλου. Ενέργεια, περιβάλλον Βιώσιμη ενεργειακή μετάβαση. Αύξηση της παραγωγής ηλεκτρισμού από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Διαφοροποίηση των πηγών ενεργειακού εφοδιασμού και εφαρμογή σχεδίου για την ενεργειακή αυτάρκεια. Εξέταση του ενδεχομένου αξιοποίησης της πυρηνικής ενέργειας με ασφαλή τρόπο. Τήρηση και επικαιροποίηση των διεθνών δεσμεύσεων της Ιταλίας στον αγώνα εναντίον της κλιματικής αλλαγής. in.gr |
Archives
April 2024
|