Θυμάμαι που σεργιανίσαμε μαζί στις ΚΥΔΩΝΙΕΣ, το περίφημο και ξακουστό ΑΪΒΑΛΙ, την πατρίδα του καημού και της προσφυγιάς για τους Μικρασιάτες αδελφούς μας. Τα ερειπωμένα δρομάκια, με τα παλιά αρχοντικά μαρτυρούσαν, σιωπηλά μεν μα τόσο παραστατικά, τις παλιές καλές στιγμές, τότε που η ευτυχία και η ξεγνοιασιά έρεαν άφθονες από το απλόχερο και φιλεύσπλαχνο χέρι του Παντοδύναμου Θεού. Με άρπαξες από το μπράτσο και βρεθήκαμε, ως δια μαγείας, στη γραφική και μοναδική ΣΜΥΡΝΗ με τους πάνσεπτους εκκλησιαστικούς ναούς, τις φυσικές ομορφιές και την ξέχωρη ιστορική παράδοση, αφού από μόνη της τούτη η πόλη έγραψε ολόχρυσες σελίδες ηρωισμού και έξαρσης, που παραδίνονται ανεξίτηλες από γενεά σε γενεά γαλουχώντας με τα νάματα και τις αξίες της ΦΥΛΗΣ όλους τους Νεοέλληνες. Πορευτήκαμε με βήμα ταχύ για την ΕΦΕΣΟ και την ΤΡΑΠΕΖΟΥΝΤΑ, νιώθοντας την καρδιά να πάλλεται ασυγκράτητα και δυνατά μπροστά στο μεγαλείο της ανεπανάληπτης τούτης συγκίνησης. Γονατίσαμε δακρυσμένοι και ακουμπήσαμε απαλά τα χείλη μας φιλώντας το χώμα, προσπαθώντας έτσι να βρεθούμε λίγο στην πορεία του χωροχρόνου, ώστε να νιώσουμε, έστω περιστασιακά, το ελληνορθόδοξο παρελθόν, που ασφυκτικά γέμιζε την περιοχή αλλά και την ατμόσφαιρα του περιβάλλοντος.
Η ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑ, η χώρα του ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, με την παραδοσιακή ελληνική μουσική και τους μελωδικούς της ήχους, φώναξε με αγωνία σε εμάς για την ΕΛΛΑΔΑ, τη ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣΥΝΗ και τους ΑΓΙΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ της ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ, ρωτώντας μας απεγνωσμένα για την ώρα του λυτρωμού, τότε που οι Γραφές θα επαληθευτούν. Σκύψαμε το κεφάλι, αρκεστήκαμε να την ασπασθούμε και γυρίσαμε το βλέμμα, τάχατες τυχαία, σε άλλη κατεύθυνση, για να μην αντικρύσει τα ζεστά δάκρυα που αργοκύλησαν στο μάγουλο μας. Πήραμε το δρόμο, κάπως ταλαιπωρημένοι αλλά ταυτόχρονα αναγεννημένοι, για την θρυλική ΠΟΛΗ, την αιώνια βυζαντινή πρωτεύουσα της πάλαι ποτέ κραταιάς αυτοκρατορίας του Μ.Κωνσταντίνου, του Μ.Θεοδοσίου και του Παλαιολόγου, την ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ. Το θεόρατο Επταπύργιο, τα αλώβητα τείχη, η παλαιά Πύλη του Ρωμανού, η Κερκόπορτα του Εφιάλτη, η Μεγάλη του Γένους Σχολή, τα Πριγκηπονήσια, η ξακουστή Παναγία των Βλαχερνών, το αρχοντικό Φανάρι με το Πατριαρχείο και τέλος η αθάνατη Αγιά-Σοφιά. Τα συγκινησιακά ρίγη και τα αλλόκοτα διαδεχόμενα συναισθήματα του συγκλονισμού, της οδύνης, της χαράς, της θλίψης, συνέπαιρναν ωσάν ορμητικός χείμαρρος το ψυχικό υποσυνείδητο και δημιούργησαν εκρηκτικές και θυελλώδεις καταστάσεις συναισθηματικού φόρτου. Το περήφανο άτι του αγέρωχου Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, με το γενναίο μαχητή καβαλλάρη του, μας οδηγεί ενδόμυχα στο κρυφό υπόγειο δρομάκι σωτηρίας του αυτοκράτορα και χλιμιντρίζοντας μας υποδεικνύει το μονοπάτι της επιστροφής στο άγνωστο συγκεκριμένο χρονικό σημείο. Γέρνει το κεφάλι με θλίψη, δεχόμενο με ανακούφιση τα απαλά και φιλόστοργα χάδια του Μαρμαρωμένου αναβάτη του. Το καϊκι της χρονικής αναδρομής μάς μεταφέρει από τον Κεράτιο κόλπο στην Ίμβρο και στην Τένεδο, όπου έχουμε την ευκαιρία να συνομιλήσουμε ζεστά και εγκάρδια με τους φιλόξενους Έλληνες κατοίκους, οι οποίοι μας υποδέχονται με γνήσιο νησιώτικο αυθορμητισμό, κερνώντας μας βυζαντινό κρασί μεστωμένο στα κελλάρια του αυτοκρατορικού παλατιού. Ανάβουμε ένα κερί και το τοποθετούμε στο μικρό μανουάλι της εκκλησίτσας που δεσπόζει στο λόφο, προσκυνώντας σεμνά τις άγιες εικόνες στο αρχαίο της τέμπλο. Το πλοίο στο λιμάνι μάς καλεί πίσω. Έχει σημάνει το τέλος τούτης της διαδρομής στο χωροχρόνο της καλοκαιρινής βυζαντινής και μικρασιατικής περιδιάβασης. Ανακουφισμένοι και ανανεωμένοι εθνικοθρησκευτικά, ιδεολογικά, συναισθηματικά και ιστορικά, γέρνουμε στο ΚΑΡΑΒΙ ΤΗΣ ΚΕΡΥΝΕΙΑΣ για την επιστροφή στη θαλασσοφίλητη νήσο των Αγίων, την αιματοβαμμένη γη του χρυσοπράσινου φύλλου, την πατρίδα του Ονήσιλλου, του Ευαγόρα, του Αποστόλου Βαρνάβα και του Τεύκρου του Τελαμώνιου. Το ΚΑΡΑΒΙ ΤΗΣ ΚΕΡΥΝΕΙΑΣ πρόσω ολοταχώς μας μεταφέρει στο ιστορικό μοναστήρι του Αποστόλου Ανδρέα για να ανάψουμε γονυπετείς κι ευλαβικά στα μανουάλια το κερί της επιστροφής. Σαλπάρει γοργοτάξιδο για τις χρυσές αμμουδιές της Βασιλεύουσας της Αμμοχώστου όπου τα μακροβούτια στα καταγάλανα νερά δροσίζουν το κορμί και το μυαλό. Ακολούθως ιερός προορισμός οι μυρωδάτοι λεμονανθοί κι οι πανέμορφοι πορτοκαλεώνες του Καραβά και της Λαπήθου για να αποθέσουμε κατόπιν λίγα μεστά πορτοκάλια στη πατρική οικία του Γρηγόρη Αυξεντίου στη γραφική Λύση, ως εθνικό όρκο ατελείωτου, αδιάκοπου, πολυμέτωπου και πολύμορφου αγώνα δικαιοσύνης και λευτεριάς!!.. Στο τέλος το ονειρικό τούτο πλοίο της ιστορικής αναδρομής στο χωροχρόνο μας μεταφέρει σε σκοτεινά κι ανηλίαγα μπουντρούμια, θλιβερές θύμησες των αγνοουμένων αδελφών μας, των ηρωικών εγκλωβισμένων μας και των μαρτυρικών ξεριζωμένων προσφύγων, τραγικά θύματα της βάρβαρης τουρκικής εισβολής του μαύρου Ιουλίου του 1974 ... Κάπου εδώ το ταξίδι τελειώνει και εμείς φορτισμένοι παράξενα, αλλόκοτα, συγκινησιακά σφίγγουμε τις γροθιές κι αναφωνούμε στεντόρεια "Η ΡΩΜΙΟΣΥΝΗ ΕΝ ΦΥΛΗ ΣΥΝΟΤΖΙΕΡΗ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ..." Είμαστε σίγουροι πως ο Θεός σφράγισε με το βουλοκέρι της επιστροφής αυτή τη χωροχρονική διαδρομή και πως τα μυρωμένα αυτά χώματα θα αναμένουν τις Γραφές... Με τιμή, Χρίστος Κ. Μακρίδης
0 Comments
Leave a Reply. |
APXEIO
March 2024
Click to set custom HTML
Click to set custom HTML
|